Φυρογένης Δημήτρης
(Μετοχάρης)- Κονιτόπουλος Μιχάλης (Το μωρό)- Κονιτοπούλου Ειρήνη- Μανιάτη Άννα-
Φυρογένη Στέλλα- Πώγια Κοκόνα- Καραμπεσίνη Άννα ODEON GA 7841 Πατινάδα (Από την
πόρτα σου περνώ) (Συρτός) - Σκληρή καρδιά και πάψε πια (Μπάλος) 1955- 78rpm-
10''
«Ο Μιχάλης Κονιτόπουλος ή ¨Μωρό¨ γεννήθηκε στον Κυνίδαρο της
Νάξου το 1908, μήνα Μάιο. Γονείς του ήταν ο Γιώργης Κονιτόπουλος ή ¨Βιολιτζής¨ και
η Ειρήνη Μπουλαξή.
Όταν ήταν δέκα ετών, ο πατέρας του τον έστειλε σ’ ένα γάμο στις
Εγγαρές, να παίξει βιολί, δίνοντας του για ¨τακίμι¨ τον έμπειρο λαουτιέρη από
την Κόρωνο, Πέπο. Βιολί είχε μάθει από τον πατέρα του, πρώτη φορά όμως θα
έπαιζε μπροστά σε κόσμο ως επαγγελματίας.
Μόλις τον είδε ένας Κωμιακίτης από μια παρέα του λέει, ώ!!!
μα αυτό το μωρό θα παίξει βιολί, έτσι του βγήκε το όνομα Μωρό. Αυτό το μωρό
έπαιξε τόσο γλυκό βιολί, που γέμισε ακόμα και τους δρόμους ανθρώπους και το
γλέντι κράτησε μέχρι το πρωί που βγήκε ο ήλιος.
Το Μωρό, στα δεκαεννιά του χρόνια, ερωτευμένος, έκλεψε τη
Μαρία Φυρογένη (αδελφή του Δημήτρη) σε πείσμα του πατέρα της και την
παντρεύτηκε. Έκαναν έντεκα παιδιά, αλλά έχασαν τα έξι. Αυτά που έζησαν είναι η
Ειρήνη Κονιτοπούλου-Λεγάκη, ο Γιώργος Κονιτόπουλος, ο Κώστας, η Αγγελική και ο
Βαγγέλης.
Ήταν ο πρώτος απ΄ όλους τους Ναξιώτες οργανοπαίκτες, ο
οποίος σπούδασε σε ωδείο. Δάσκαλος του ήταν ο πασίγνωστος εκείνη την εποχή
Βύρων Κολάσης. Προπολεμικά, από το 1929 έως το 1939 εργαζόταν ως οικοδόμος στην
Αθήνα. Μελετούσε τη νύχτα βάζοντας μια τσατσάρα στις χορδές του βιολιού για να
μην ενοχλεί τα παιδιά και τους περίοικους στον ύπνο τους. Τις Κυριακές έπαιζαν
και τραγουδούσαν με τα αδέλφια του Νικολή και Φλώριο, ως επί το πλείστον στου
¨Ψυρρή¨. Το 1939, αντιλαμβανόμενοι τον πόλεμο που ήταν προ των πυλών,
μετακόμισαν μαζί με τον Δημήτρη Φυρογένη (κουνιάδος του) στη Νάξο.
Όταν τελείωσε ο πόλεμος, ο Δημήτρης γύρισε στην Αθήνα αλλά
το ¨Μωρό¨ παρέμεινε στη Νάξο. Έτσι όταν ξεκίνησαν οι εκπομπές του Σίμωνα Καρρά
στο Ε.Ι.Ρ., ο ¨Μετοχάρης¨ (Δημήτρης Φυρογένης) ήταν ο πρώτος που προσελήφθη να
εκπροσωπήσει το νησιώτικο τραγούδι ως μουσικός. Πήρε λοιπόν την Ειρήνη για
τραγούδι (το 1951) και ερχόταν και το ¨Μωρό¨ από την Νάξο για να παίξει βιολί.
Δισκογραφία δεν ήθελε να κάνει (εκτός από τέσσερα τραγούδια
που έκοψε) κι έλεγε όταν τον παρότρυναν: «Όποιος θέλει να μ’ ακούσει, να έρθει
εκεί που παίζω».
Ο Μιχάλης Κονιτόπουλος ή ¨Μωρό¨ ευτύχησε να καμαρώσει όλα
του τα παιδιά να διαπρέπουν στη μουσική, παρόλο που ποτέ δεν ονειρεύτηκε κάτι
τέτοιο.
Πέθανε το 1972 στις 26
Νοεμβρίου στο αγαπημένο του χωριό, τον Κυνίδαρο, 64 ετών, πολύ νέος
δυστυχώς. Τεράστια η παρακαταθήκη που άφησε για τις επόμενες γενιές.»
«Ο Δημήτρης Φυρογένης ή Μετοχάρης γεννήθηκε στην Κεραμωτή
της Νάξου, το 1914. Γονείς του ήταν ο Κωνσταντίνος Φυρογένης και η Αγγελική
Καπίρη.
Ο Μετοχάρης θεωρείται ο μουσικός που καθιέρωσε τον τρόπο
συνοδείας στο λαούτο , με την χρήση τρίφωνων ευρωπαϊκών συγχορδιών (ματζόρε-
μινόρε – ντιμινοίτες ) , αλλά και αυτός που συνέβαλε δραστικά , στην ανανέωση
του τοπικού ρεπερτορίου με πολλά λαϊκοδημοτικά κομμάτια. Από το 1929
εγκαταστάθηκε με την οικογένεια του πατέρα του στην Αθήνα και άρχισε να
εργάζεται σε οικοδομικές εργασίες . Λίγο αργότερα καθώς πήγαινε το λαούτο του
πατέρα του για επισκευή σ’ ένα οργανοποιό στην Αθήνα, γνωρίζει το δημοφιλή
εκείνη την εποχή λαουτιέρη, Μίμη Ανδριανό ή Κουλουριώτη, ο οποίος έπαιζε μαζί
με ηπειρώτικα συγκροτήματα στο κέντρο ΕΛΑΤΟΣ στην πλατεία Βάθης.
Σχεδόν κάθε βράδυ πήγαινε στο κέντρο και παρακολουθούσε το
δεξιοτέχνη αυτό μουσικό . Όταν επέστρεφε σπίτι μελετούσε μόνος του και έτσι
γρήγορα μαθαίνει το χειρισμό του οργάνου, τις μουσικές κλίμακες και τις θέσεις
των ακόρντων στην ταστιέρα. Η έφεση του στο λαούτο, η καλή του φωνή και το
παρουσιαστικό του, του δίνουν γρήγορα την δυνατότητα να ξεκινήσει να παίζει και
να πρωταγωνιστεί σε ναξιώτικα στέκια στην Κυψέλη, μαζί με το βιολιτζή Μάριο
Λεγάκη ή Γιαλινάκη από την Κόρωνο. Στην ίδια περιοχή έπαιζε και η κομπανία του
Πουλονικολή (με τ’ αδέρφια του Μιχάλη και Φλώριο) . Έτσι αναπτύχθηκε μια
ανταγωνιστική σχέση ανάμεσα στα δύο συγκροτήματα. Ο ίδιος σε συνέντευξή του
λέει:
‘’-Από τη μια αυτοί οι τεχνίτες οι Κονιτοπουλέοι και από την
άλλη εμείς οι νέοι στην πιάτσα . Και είχαμε μεγάλη επιτυχία . Παίρναμε όλη τη
δουλειά . Βλέπεις είχα καλό παρουσιαστικό, ήμουν ¨ηθοποιός¨ και εντυπωσίαζα με
την εμφάνιση και το τραγούδι μου . Όλες οι κοπέλες που κυκλοφορούσαν στην
περιοχή μαζεύονταν σε μας …’’
Το 1939 κατεβαίνει για λίγο στο νησί νιόπαντρος και ξεκινάει
περιοδεία στα πεδινά χωριά μαζί με τον Πουλονικολή. Τότε αρχίζει να γίνεται
γνωστός όχι μόνο ως μουσικός που σόλαρε στο λαούτο , αλλά και ως τραγουδιστής που
μπορούσε να τραγουδήσει τα σουξέ (λαϊκοδημοτικά) της εποχής . Με την έναρξη του
πολέμου φεύγει για το μέτωπο και μετά την οπισθοχώρηση επιστρέφει στο νησί,
όπου ¨τακιμιάζει¨ με τον Σταματομανώλη και ξεκινούν να παίζουν στα εύφορα (ακόμα και
την περίοδο της κατοχής) Λειβαδοχώρια. Η επιτυχία του τακιμιού τους ήταν μεγάλη
και γρήγορα έγινα περιζήτητοι στην περιοχή αυτή.
Μετά τον πόλεμο επιστρέφει στην Αθήνα και μαζί με τον Σταματογιάννη
δίνουν ακρόαση στον Σίμωνα Καρά για να
παίξουν στις εκπομπές στο ραδιόφωνο. Ο Καράς τους εγκρίνει και έτσι ξεκινάει ν’
ακούγεται στο ραδιόφωνο το πρώτο ναξιώτικο τακίμι την περίοδο 1951-1952 . Δύο
χρόνια μετά -με προτροπή του Καρά- στο σχήμα ενσωματώνεται η ανιψιά του, Ειρήνη
Κονιτοπούλου και λίγο αργότερα ο πατέρας της ο ¨Μωρός¨ Μιχάλης Κονιτόπουλος αντικαταστεί τον Σταματογιάννη στο βιολί. Η
κομπανία μέσω του ραδιοφώνου γίνεται δημοφιλής πανελλαδικά και έτσι ανοίγει ο
δρόμος για τη δισκογραφία με την ηχογράφηση τεσσάρων τραγουδιών στην Odeon,
μαζί με την Άννα Καραμπεσίνη από τα Δωδεκάνησα (τα δυο είναι στο σημερινό
δίσκο).
Ο Μετοχάρης συνεχίζει για πολλά ακόμα χρόνια τη σταδιοδρομία
του στα νυχτερινά μουσικά στέκια της πρωτεύουσας άλλοτε μαζί με ¨το Μωρό¨,
άλλοτε με τον Σταματομανώλη και αργότερα
με τον ανιψιό του, Γιώργο Κονιτόπουλο. Τα καλοκαίρια επέστρεφε πάντα στο νησί
για να παίξει με τακίμια στα πανηγύρια του νησιού . Η επαφή του με τη μουσική
σκηνή της Αθήνας τον προέτρεψε να συνθέσει ένα λαϊκό χορευτικό (συρτορούμπα)
τραγούδι, στα πρότυπα της δισκογραφικής λογικής της μεταπολεμικής περιόδου, το
¨Μαράθηκα για σένανε¨, που έμελλε να αγαπηθεί ιδιαίτερα από τον κόσμο της Νάξου
και να ενσωματωθεί γρήγορα στο τοπικό ρεπερτόριο των βιολιών , ως μερακλίδικο συρτό.»
Ο σημερινός δίσκος, ο πρώτος για την Ειρήνη Κονιτοπούλου, τον
πατέρα της Μιχάλη και τον θείο της Δημήτρη. Συνοδεία η Άννα Μανιάτη, η Στέλλα
Φυρογένη, η Κοκόνα Πώγια και η Άννα Καραμπεσίνη.
Τρομερή η φωνή της Ειρήνης Κονιτοπούλου, ειδικά στον Μπάλο.
Βιογραφικά στοιχεία για την Ειρήνη θα βρείτε σε παλιότερες αναρτήσεις. Σήμερα
διάλεξα να αφιερωθώ στο ¨Μωρό¨ και τον ¨Μετοχάρη¨.
Να ευχαριστήσω τον Κλεάνθη Ατσαλάκη (στο κανάλι του θα βρείτε αρκετές από τις ηχογραφήσεις του Μωρού στην Ε.Ι.Ρ.) για την βοήθεια του στη
συλλογή των βιογραφικών στοιχείων. Επίσης πολλά βιογραφικά στοιχεία είναι από
το βιβλίο του Βαγγέλη Κονιτόπουλου ¨Η τέχνη της μουσικής στη Νάξο¨.
Πληροφορίες, φωτογραφίες και τα ηχητικά αρχεία …(εδώ).