Κυριακή 1 Μαΐου 2022

184. RECOR 720 ΣΚΟΡΔΑΛΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ- ΜΑΡΚΟΓΙΑΝΝΑΚΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ- ΚΑΛΛΕΡΓΗΣ ΝΙΚΟΣ- ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ ΓΙΑΝΝΗΣ 1964

Σκορδαλός Αθανάσιος- Μαρκογιαννάκης Ιωάννης (Μαρκογιάννης)- Καλλέργης Νίκος (Καλαπόρι)- Παπαϊωάννου Γιάννης (Ψηλός- Πατσάς) RECOR 720 Κρητικοπούλα (Καλαματιανός) - Φιλεντέμ (Συρτός) 1964- 45rpm- 7''
Το «Φιλεντέμ» είναι ένα πολύ γνωστό τραγούδι που εμφανίστηκε στα αστικά κέντρα της Κρήτης μέσα στο τελευταίο τέταρτο του 19ου αιώνα. Το μουσικό θέμα του βασίζεται στον οθωμανικό «Ύμνο της Σεβαστούπολης» (Sivastopol Marşı) που συντέθηκε από τον λόγιο Τούρκο συνθέτη Ριφάτ Μπέη (Rıfat Bey, 1820-1888) μόλις πριν από την εντεκάμηνη πολιορκία της Σεβαστούπολης (1854-1855) από Γάλλους, Βρετανούς και Οθωμανούς, κατά τη διάρκεια του ιδιαίτερα αιματηρού Κριμαϊκού Πολέμου (1853-1856), μεταξύ της Ρωσικής Αυτοκρατορίας από τη μία πλευρά και των συμμαχικών δυνάμεων της Βρετανικής Αυτοκρατορίας, της Β΄ Γαλλικής Αυτοκρατορίας, της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και του Βασιλείου της Σαρδηνίας από την άλλη πλευρά.
Το αυθεντικό τραγούδι (ο «Ύμνος της Σεβαστούπολης») είχε χαρακτήρα εμβατηρίου ενώ στιχουργικά επρόκειτο για έναν θρήνο για τους φυλακισμένους πρόσφυγες στο Ουκρανικό έδαφος της Σεβαστούπολης. Η μελωδία είναι σε μακάμ ραστ, δηλαδή σε ήχο πλάγιο του τετάρτου, από τις πιο παλιές, πιο σημαντικές και πιο συνηθισμένες τροπικές οντότητες που συναντάμε στην ευρύτατη περιοχή όπου κυριαρχεί το τροπικό σύστημα των Μακάμ (Αραβία, Περσία, Τουρκία και Ελλάδα).
Κατά τη διάρκεια της τελευταίας Κρητικής Επανάστασης (1895-1898), ο Τούρκος στρατηγός Ετέμ Πασάς (1851-1909) (αγγλικά: Edhem Pasha / τουρκικά: Ethem Paşa), ο οποίος κατείχε νευραλγική θέση σχετικά με τον προσδιορισμό των Ελληνο-Οθωμανικών συνόρων, απείλησε ότι θα κατέβαινε από τη Θεσσαλία (τα τότε σύνορα της Ελλάδας) να καταλάβει την Αθήνα, ως αντίποινα, αν ο Βασιλιάς της Ελλάδας υπέγραφε διάταγμα με το οποίο θα στέλνονταν ενισχύσεις στην Κρήτη, για τον αγώνα της προς την απελευθέρωση και την ένωσή της με την Ελλάδα.
Ο Ετέμ Πασάς ήταν επίσης γνωστός στην Κρήτη για τη βοήθεια που προσπάθησε να παράσχει στον ελληνικής καταγωγής υπάλληλο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας Κωστάκη Ανθόπουλο Πασά (1835-1902) που τελούσε ως Γενικός Διοικητής Κρήτης (Φεβρουάριος 1887 – Μάιος 1888), προκειμένου να επιτευχθεί η διατήρηση της τάξης.
Σύμφωνα με την αφήγηση του αγωνιστή της Κρητικής Επανάστασης Σταύρου Αναγνώστη – Κλάδου (1863-1954) στον εγγονό του, νομικό Παναγιώτη Κλάδο (1942-2017): «Με τσι φοβέρες, ο Βασιλιάς εκώλωσε, εκόρμιασε και δεν ήθελε να υπογράψει το διάταγμα. Ετότες κι εμείς απαντήσαμε στσι φοβέρες του Τούρκου στρατηγού με το “Φίλε Εντέμ”»...
«Βασιλέα της Ελλάδος, βάλε την υπογραφή
η Ελλάδα να νικήσει και το αίμα ας χυθεί –
Φίλε Εντέμ, φίλε Εντέμ!»
Με τους στίχους αυτούς, προσαρμοσμένους ίσως πάνω στη μελωδία του «Ύμνου της Σεβαστούπολης», οι Κρήτες αγωνιστές προέτρεπαν τον Βασιλιά Γεώργιο Α΄ (1845-1913) να υπογράψει την αποστολή ενισχύσεων και ταυτόχρονα ενέπαιζαν τον Ετέμ Πασά για τις απειλές του.
Στη συνέχεια της αφήγησής του, ο Σταύρος Αναγνώστης – Κλάδος αποτιμά το «Φίλε Εντέμ»: «Ήτανε το τραγούδι μας, το τραγούδι της Επανάστασης. Το λέγαμε και τούρκικα για να μπιζικάρομε (προκαλούμε) τσι Τούρκους». Θα μπορούσαμε, συμπερασματικά, να πούμε ότι το «Φίλε Εντέμ» αποτέλεσε Θούριο του Κρητικού Αγώνα προς την απελευθέρωση. Το τραγούδι εμψύχωνε τους επαναστατημένους Χριστιανούς της Κρήτης, κάτι που ανέκαθεν συνέβαινε με τη μουσική, το χορό και το τραγούδι.
Πρώτος ηχογραφεί το «Φιλεντέμ» σε δίσκο 78 στροφών (Odeon – GA 7412) ο Πρωτομάστορας Θανάσης Σκορδαλός (1920-1998) με συνοδεία λαγούτου από τον Γιάννη Μαρκογιαννάκη (1926-2017), το 1947. Η αμέσως επόμενη εντοπισμένη ηχογράφηση του τραγουδιού έγινε επίσης από τον Θανάση Σκορδαλό το 1964 στις ΗΠΑ, για δίσκο 45 στροφών (Nina – N-24720, θα αναρτηθεί αργότερα με όλες τις ετικέτες), με τον ίδιο τον Σκορδαλό στο τραγούδι και το μπουζούκι, τον μεγάλο ρεμπέτη Γιάννη Παπαϊωάννου (1914-1972) επίσης στο τραγούδι και το μπουζούκι και τον Νίκο Καλλέργη (1916-2008) στην κιθάρα. Ο Θανάσης Σκορδαλός χρησιμοποιεί και στις δύο ηχογραφήσεις σχεδόν τους ίδιους στίχους.
Όλα τα παραπάνω, είναι αποτέλεσμα της φοβερής έρευνας του φίλου, Θεμιστοκλή Παντελόπουλου, πάνω στο Φιλεντέμ που αναρτήθηκε εδώ και δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Μετρονόμος (τεύχος 68, Ιούλιος-Σεπτέμβριος 2018).    
Στο σημερινό δισκάκι έχουμε τις αμερικάνικες μήτρες του Nina N-24720, να κόβουν για την Ελληνική Recor, το 720. Στην Κρητικοπούλα ο Σκορδαλός με τον Καλλέργη στην κιθάρα, ενώ στο Φιλεντέμ, Σκορδαλός με Μαρκογιάννη και συνοδεία λαϊκής ορχήστρας, όπου μπουζούκι παίζει ο Παπαϊωάννου και κιθάρα ο Καλλέργης. Το όνομα του Παπαϊωάννου δεν τυπώνεται στις ετικέτες, για άγνωστους, αλλά προφανείς λόγους (μάλλον δισκογραφούσε για άλλη εταιρεία). Από τα παρακάτω βιογραφικά και τις φωτογραφίες βγαίνουν τα συμπεράσματα για τον ¨Ψηλό¨ (Παπαϊωάννου) στο μπουζούκι.  
Γεννήθηκε στην Κίο της Μ. Ασίας το 1914, απ’ όπου έφυγε μετά την Καταστροφή του ’22 και εγκαταστάθηκε στις Τζιτζιφιές. Ορφανός από πατέρα, αναγκάστηκε να βγει από πολύ μικρός στο μεροκάματο, δουλεύοντας πότε σε ψαράδικα καΐκια και πότε στις οικοδομές. Ξεκίνησε να μαθαίνει μόνος του κιθάρα και χαβάγια, παίζοντας με τους φίλους του στα σοκάκια της γειτονιάς. Στις αρχές της δεκαετίας του ’30 θα ακούσει απ’ το γραμμόφωνο το «Μινόρε του τεκέ», του Γιάννη Χαλικιά (Τζακ Γκρέγκορι). Θα εντυπωσιαστεί τόσο που θα παρατήσει την κιθάρα και θα πιάσει το μπουζούκι, το οποίο δε θ’ αφήσει απ’ τα χέρια του έως το τέλος της ζωής του.
Στα χρόνια που ακολουθούν θα μάθει τα «μυστικά» του μπουζουκιού, αρχικά από μπουζουξήδες του περιθωρίου (Ζημαρίτης, Σκριβάνος κ.ά.) κι έπειτα απ’ τους Πειραιώτες της παρέας του Μάρκου Βαμβακάρη, δίπλα στον οποίο θα χριστεί επαγγελματίας, ανεβαίνοντας στα λαϊκά πάλκα.
Σαν μπουζουξής ο Παπαϊωάννου ήταν απ’ τους πιο «πλήρεις», χωρίς να έχει την πολυπλοκότητα και την ταχύτητα του Χιώτη, του Μπέμπη, του Τατασόπουλου και άλλων δεξιοτεχνών. Αποδείχτηκε άξιος συνεχιστής της «σχολής» του Μάρκου, που υποστηρίζει πως τα πολλά «στολίδια» είναι περιττά, πως οι νότες πρέπει να ‘ναι πεντέξι αλλά παιγμένες σωστά. Τα δυο – τρία ταξίμια που ηχογράφησε στην Αμερική μπορούν κάλλιστα να θεωρηθούν ως ο απόλυτος ήχος του μπουζουκιού.
Ο Παπαϊωάννου είναι ο πρώτος που πήγε, μετά τον πόλεμο, να δουλέψει στην Αμερική, το 1953 και τα βήματά του ακολούθησαν αρκετοί συνθέτες. Μια φυγή σημαντικών δημιουργών, που, στην πορεία, αποδείχτηκε πληγή για τη λαϊκή μας μουσική, αφού συνέβαλε αρκετά στην αποδυνάμωσή της.
Το ’57 θα ξαναπάει στην Αμερική, όπου παράλληλα με τη δουλειά στο πάλκο θα κάνει και αρκετές ηχογραφήσεις με Έλληνες τραγουδιστές που βρίσκονταν στις ΗΠΑ, όπως ο Τζιμ Αποστόλου, ο Νίκος Καλλέργης, η Ρένα Ντάλια κ.ά.
Γυρίζοντας θα βρεθεί μπροστά σε μια νέα κατάσταση, την ίδια κατάσταση που αντιμετώπισαν όλοι όσοι γύρισαν απ’ την Αμερική. Δηλαδή, δυσκολότερη πρόσβαση στις δισκογραφικές εταιρίες και λιγότερο «σεβασμό» απ’ τους επιχειρηματίες. Μ’ άλλα λόγια: δυσκολότερο μεροκάματο. Παρ’ όλα αυτά, συνέχισε να ηχογραφεί τραγούδια, σε σαφώς χαμηλότερους ρυθμούς, αλλά και να δουλεύει στα λαϊκά πάλκα με παλιούς και νέους συνεργάτες. Στις 3 Αυγούστου του 1972, γυρνώντας ξημερώματα απ’ τη δουλειά του σκοτώθηκε σε τροχαίο, συνεχίζοντας ένα σερί μεγάλων απωλειών για το λαϊκό μας τραγούδι, που σε διάστημα μερικών μηνών είχε ήδη χάσει τον Μανώλη Χιώτη, τον Στράτο Παγιουμτζή και τον Μάρκο Βαμβακάρη.
Ο Νίκος Καλλέργης γεννήθηκε στην Πόλη το 1916 και ήταν μεταξύ άλλων για χρόνια καλός συνεργάτης του Γ. Παπαϊωάννου ενώ συμμετείχε στο συγκρότημα του Τσιτσάνη για αρκετές σαιζόν ! Στα τέλη της δεκαετίας του 1950 ζούσε στην Αμερική.
Τραγούδησε σε πάρα πολλά τραγούδια όλων των συνθετών ειδικά όμως του Παπαϊωάννου και ακόμα των Τσιτσάνη, Χατζηχρήστου, Καλφόπουλου, Νταράλα, Τζουανάκου, Μπαγιαντέρα και άλλων, πράγμα που σημαίνει ότι έχαιρε γενικά εκτίμησης. Η φωνή του χαρακτηριστική και παραπονιάρικη.
Να ευχαριστήσω ακόμα μια φορά τον Ιδομενέα από Ρέθυμνο για τις καθαρές ετικέτες που προστέθηκαν.
Πληροφορίες, φωτογραφίες και το ηχητικό αρχείο …(εδώ).