Κυριακή 17 Ιουλίου 2022

209. LYRA LS 1250 ΤΖΙΜΑΚΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ- ΓΑΛΑΝΗΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ- ΚΟΥΤΣΑΚΗΣ ΦΑΝΗΣ- ΡΕΜΠΕΛΑΚΗΣ ΝΙΚΟΣ 1967

Τζιμάκης (Τσαγκαράκης) Γεώργιος- Γαλάνης Δημήτριος- Κουτσάκης Φάνης- Ρεμπελάκης Νίκος LYRA LS 1250  Συρτός Τσέγκα - Στη γιορτή σου (Σητειακές και Καστρινές κοντυλιές) 1967- 45rpm- 7''

Ο Γιώργος Τζαγκαράκης (Τζιμάκης- βλέπε ανάρτηση 3 και 72) γεννήθηκε στο Ρέθεμνος το 1913 από πατέρα Ρεθεμνιώτη και μητέρα Xανιώτισσα και συγκεκριμένα από το Σέλινο. Δεν θα προλάβει να χαρεί την ξεγνοιασιά της παιδικής του ηλικίας καθώς ο πατέρας του πέθανε νωρίς και ο Γιώργης έπρεπε να δουλέψει για να βοηθήσει τη μάνα του και τις τρεις αδερφές του. Σε ηλικία 9 ετών το 1922, δούλευε σε ένα καφενείο, δίπλα στη Χωροφυλακή Ρεθύμνης σερβίροντας καφέδες. Στο καφενείο αυτό σύχναζαν παρέες που έπαιζαν μαντολίνο και τραγουδούσαν. Εκεί θα πάρει τα πρώτα του ερεθίσματα για να ασχοληθεί μετέπειτα με την μουσική και το τραγούδι.

Με τις οικονομίες που μάζεψε από την δουλεία του στο καφενείο απέκτησε το πρώτο του όργανο, ένα μαντολίνο που το διάλεξε μαζί με τον παιδικό του φίλο Ανδρέα Ροδινό. Κάποιος Καραμπέτης που ζούσε στο Ρέθυμνο και έπαιζε ούτι, θα τον βοηθήσει να κάνει τα πρώτα του μουσικά βήματα. Ο Τζιμάκης παρόλα αυτά ήταν ένας αυτοδίδακτος καλλιτέχνης, όχι μόνο στο μαντολίνο, αλλά και σε όλα τα άλλα όργανα με τα οποία ασχολήθηκε στην ζωή του. Στα 14 του χρόνια το 1927, όχι μόνο έπαιζε πολύ καλά μαντολίνο, αλλά κάνει και μαθήματα σε άλλους νεαρούς του Ρεθύμνου. Σ' αυτή την ηλικία, "με κοντά παντελονάκια" όπως λέει ο ίδιος, παίζει σε γάμους και πανηγύρια, πότε μόνος του με το μαντολίνο και πότε με το νεαρό τότε λυράρη Αντώνη Παπαδάκη (Καρεκλά). Σε ηλικία 16 ετών το 1929, γνωρίζει στο Ηράκλειο τον μεγάλο βιολάτορα της Ανατολικής Κρήτης, Στρατή Καλογερίδη και μάλιστα θα τον συνοδεύσει μερικές φορές με το μαντολίνο. Ο Καλογερίδης εντυπωσιάζεται από το παίξιμο του Τζιμάκη και τον παρακινεί να συνεχίσει με το ίδιο ζήλο.

Ο Γιώργης Τζιμάκης παρέμεινε ακμαίος και πνευματικά διαυγής μέχρι το τέλος της ζωής του. Έπαιζε, χόρευε και τραγουδούσε με το ίδιο κέφι, υπηρετώντας με το ίδιο πάθος την μουσική μας Παράδοση. Του οφείλουμε ένα μεγάλο ευχαριστώ για τα πάρα πολλά χρόνια αδιάκοπης προσφοράς του στην Κρητική Μουσική Παράδοση. Ο πραγματικά αξιόλογος αυτός άνθρωπος και μουσικός έφυγε από την ζωή το 2004 σε ηλικία 91 ετών.

Ο Δημήτρης Γαλάνης (βλέπε ανάρτηση 3 και 6) ήταν από τους καλύτερους λαγουτιέρηδες που πέρασαν από το κρητικό μουσικό στερέωμα τον προηγούμενο αιώνα. Γεννήθηκε στα Χανιά το 1923 και καταγόταν από τα Νοχιά Κισάμου. Ο πατέρας του ήταν ερασιτέχνης μουσικός, όπως και τα αδέλφια του. Ο Δημήτρης Γαλάνης όμως ξεχώρισε από νέος για την άρτια τεχνική του, μπορούμε να πούμε ότι ήταν της σχολής "Κουτσουρέλη". Έπαιζε μόνο πρίμα, μπερντελίδικα και γέμιζε το λαγούτο του με γλυκές και λεβέντικες πενιές. Συνεργάστηκε με πολλούς βιολιστές των Χανίων, ξέχωρα όμως οι συνεργασίες του με τον Μάρκο Παπαδάκη και κυρίως, με τον Στρατή Γαλαθιανό, τον περίφημο αυτόν Κεραμιανό βιολιστή.
Δισκογραφικά με τους δύο ανωτέρω βιολιστές έδωσε το παρόν σε κλασσικές πλέον εκτελέσεις με αποκορύφωμα, το εξαίσιο παίξιμο του στον συρτό της Χαραυγής ή του Δροσερού όπως λέγεται. Στην Αθήνα για κάποιο διάστημα συνεργάστηκε και με λυράρηδες όπως ο Κώστας Μουντάκης, Γιώργος Τζιμάκης κ.α. Δυστυχώς, έφυγε από την ζωή σχετικά νέος, το 1972.

Ακολουθεί  ένα μικρό αφιέρωμα στον πολυτραγουδισμένο Νικολή Τσέγκα.

Ο Νικόλαος Τσέγκας (Τζέγκας) γεννήθηκε το 1900 και έζησε στη Γραμπούσα Κισσάμου, στη θάλασσα της οποίας άσκησε το επάγγελμα του ψαρά. Στην ίδια θάλασσα χάθηκε το 1966 σε φοβερή θαλασσοταραχή, παρά τις απελπισμένες προσπάθειες της γυναίκας του Μαρίας Τσέγκα να τον σώσει πάνω στη βάρκα τους, τον «Κυριάκο».
Βαθύς μερακλής και μποέμ της αποχής του, είχε την ικανότητα να συνθέτει σκοπούς, παρόλο που δεν έπαιζε κανένα μουσικό όργανο. Τσι σκοπούς του (που είναι συρτά, η κυρίαρχη μουσική έκφραση της επαρχίας Κισσάμου) τους μάθαινε στους βιολάτορες και τους λαγουθιέρηδες της περιοχής, μεταξύ των οποίων οι μεγάλοι Γ. Μαριάνος, Ν. Χάρχαλης και Γ. Κουτσουρέλης, σφυρίζοντας ή παίζοντας «μπουκόλυρα», δηλ. μιμούμενος τον ήχο του έγχορδου με το στόμα.

Η προσφορά του στη μουσική παράδοση της δυτικής Κρήτης είναι σημαντική και προέρχεται μόνο από το μεράκι του, χωρίς το παραμικρό ίχνος επαγγελματισμού. Ανάμεσα στα συρτά του ο «Κακαράπης» (ή «Κακράπης», από τοπωνύμιο στη θάλασσα της Γραμπούσας), ένα από τα πιο περίπλοκα και δύσκολα κρητικά τραγούδια (ηχογραφήθηκε κατά καιρούς από τον "Μπαρμπούνι", γνωστό και ως "Μπεμπέκα", που λέγεται ότι γράφτηκε από τον ενθουσιασμό του για ένα μεγαλόπρεπο μπαρμπούνι που είχε πιάσει, με την αρχική μαντινάδα:
                             "Μπαρμπούνι μου θαλασσινό και κόκκινό μου ψάρι,
                                εγώ ΄μαι που σε ψάρεψα κι άλλος δε θα σε πάρει"
Μια γνωστή ιστορία για το πως έβγαζε σκοπούς: Μια μέρα ο χωροφύλακας στη Κίσσαμο είχε διάφορες δουλειές κι πηγαινοερχόταν στο μεγάλο κεντρικό δρόμο όλο το πρωί. Νωρίς το πρωί, εξάνοιξε το Τζέγκα να κάθεται σκυφτός έξω από ένα καφενείο, μέσα στη κάπα του, κουκουλωμένο, να καπνίζει και να κοιτάζει το έδαφος σκεφτικός μέσα στο ψιλόβροχο. Το μεσημέρι σαν επέρασε για πολλοστή φορά και το ξανάδε, σταματά και πάει και του λέει:
-Μπρε συ Νίκολη, ήντα 'παθες; Ετροζάθηκες και κάθεσαι έτουδα στο κρύο και τη βροχή;
Πετιέτε λοιπόν κι ο Τζέγκας, νευριασμένος, σα το ελατήριο απάνω και του λέει:
-Ήντα μου 'κανες βρε κι έχασα το σκοπό!!!
Στο Νικολή Τσέγκα αναφέρεται το γνωστό τραγούδι "Στση Γραμπούσας τ' ακρωτήρι" (αρχικός τίτλος: "Αρμενάκι Τζέκα"), που ηχογραφήθηκε από τον Κώστα Μουντάκη, καθώς και το τραγούδι "Τζέγκας" του Κωστή Παπαδάκη (Ναύτη).

«Γραμπούσα μαύρα να ντυθείς
σαν αποθάνει ο Τζέγκας.
Εκενιός απου σε ψάρευε
εκενιός απου σε γλέντα»

«Όταν θα κατεβάζουνε τον Τσέγκα εις τον Άδη 

κι αν είναι μέρα να γενεί πίσσα βαθύ σκοτάδι»

«Κι οι γλάροι τονε κράζανε και χαμηλά πετούσαν
την ώρα που πνιγότανε ο Τσέγκας στη Γραμπούσα.

Την ώρα που πνιγότανε σκοτείνιασε η Πούλια
και κλαίγανε στην πλώρη του μικρά θαλασσοπούλια.

Γραμπούσα με το κάστρο σου στον κόσμο ξακουσμένη
κι από τον Τζέγκα τον ψαρά χιλιοτραγουδισμένη.

Με στεναγμό η θάλασσα την αμμουδιά χαϊδεύει
γιατί ο Τσέγκας πνίγηκε και ποιος θα την ψαρεύει.

Ζηλεύω σου φεγγάρι μου στη λαμπερότητά σου 
άχι και να σ’ ακλούθουνα στα βασιλέματά σου.»

«Νάχανε στόμα να μιλούν η Σπάθα κι η Γραμπούσα

τον Τσέγκα υπερήφανα θα τον εχαιρετούσαν.»

​«Στης Γραμπούσας τ’ ακρωτήρι εγλεντούσα μια φορά μ’ ένα Κρητικό ψαρά.

Μ’ένα γέρο καπετάνιο, που’ χε βάρκα τη χαρά, στης Γραμπούσας τα νερά.
Πλανεύτρα θάλασσα, θάλασσα λεβεντοπνίχτρα,

πού’ ναι ο γέρος μερακλής ο παλιός τραγουδιστής;

Όλα τα’ άρμενα αρμενίζουν, με πανιά και με κουπιά στης Γραμπούσας τα νερά.
Μα του Τσέγκα τ’ αρμενάκι δεν ξαναγυρίζει πια στης Γραμπούσας τα νερά.
Πλανεύτρα θάλασσα, θάλασσα λεβεντοπνίχτρα,

 πού’ ναι ο γέρος μερακλής, ο παλιός τραγουδιστής;
Ν’ αρματώσει τη χαρά του, το τραγούδι του να πει».

Στη δεύτερη πλευρά, του σημερινού δίσκου, ο Φάνης Κουτσάκης από Παλαιόκαστρο Λασιθίου στο βιολί και ο Νίκος Ρεμπελάκης από Αχλάδι Λασιθίου στην κιθάρα (παίζει εξίσου βιολί, λύρα και μαντολίνο). Στην ανάρτηση 3 θα βρείτε ακόμα ένα τραγούδι από αυτό το εξαιρετικό ¨Σητειακό¨ δίδυμο.

Πληροφορίες, φωτογραφίες και το ηχητικό αρχείο …(εδώ).