Δευτέρα 3 Νοεμβρίου 2025

544. ODEON GA 1702 ΑΚΟΣ ΜΑΝΘΟΣ- ΚΑΡΑΚΩΣΤΑΣ ΝΙΚΟΣ 1933

Άκος Μάνθος- Καρακώστας Νίκος ODEON GA 1702 Αναστασιά (Καλαματιανός) - Με γέλασε μια χαραυγή 1933- 78rpm- 10''
«Ο Νίκος Καρακώστας γεννήθηκε το 1881(1882 αναγράφετε στην ταυτότητα) ή το Δεκέμβριο του 1885 στην Κρανιά Ασπροποτάμου του νομού Τρικάλων. Δεν είναι ξεκάθαρο το έτος γέννησης καθώς τα αρχεία της κοινότητας κάηκαν από τους Γερμανούς. Ο πατέρας του, Κώστας Καρακώστας, ήταν τσαρουχάς στο επάγγελμα. Στα 5 του χρόνια ο Νίκος κατέβηκε με την οικογένειά του στην Καλαμπάκα για το σχολείο αλλά και για δουλειά. Στα 11 του χρόνια εγκαταστάθηκε με την οικογένεια του στο Δομοκό.
Εκεί, μαζί με τα άλλα του αδέλφια μάθαινε δίπλα στον πατέρα του την τέχνη του τσαρουχά. Το 1905 παντρεύτηκε και από αυτό το γάμο γεννήθηκαν 13 παιδιά. Στην πορεία κατέβηκε στη Λαμία για την ανάγκη των παιδιών να πάνε στο σχολείο. Στο Δομοκό, στα γύρω χωριά αλλά και στη Λαμία είχε ακούσει τους ξακουστούς οργανοπαίχτες της εποχής και ο ήχος του κλαρίνου τον συνεπήρε. Έπιασε στα χέρια του το κλαρίνο σε ηλικία 20 χρονών (ή κατ’ άλλους 25) και άρχισε να μαθαίνει.
Το παίξιμο του ήταν ξεχωριστό, δωρικό, χωρίς περιττά στολίδια και αναδείκνυε στο έπακρο τις μελωδίες των αυθεντικών δημοτικών τραγουδιών.
Είχε πεντακάθαρο και γρήγορο στακάτο παίξιμο με πολλούς δαχτυλισμούς αλλά όχι περιττούς, παρά μόνο εκεί που χρειαζόταν. Έπαιζε με το δικό του μοναδικό τρόπο τραγούδια όλων των περιοχών της Ελλάδας και αυτό ήταν κάτι που τον ξεχώριζε. Έπαιζε τραγούδια της Θεσσαλίας, της Ηπείρου, της Ρούμελης κτλ και τους έδινε ζωή με το κλαρίνο του. Είχε πανελλήνιο ηχόχρωμα. Ήταν εξαιρετικός και στους αυτοσχεδιασμούς, στα βέρσα, στα ταξίμια. Εκεί φαίνεται η δεξιοτεχνία του κάθε παίχτη και η φαντασία του κι εκεί ο Καρακώστας άφησε το στίγμα του με το δικό του μοναδικό τρόπο.
Όπως όλοι οι παραδοσιακοί οργανοπαίχτες ξεκίνησε να παίζει σε πανηγύρια και σε γάμους.
Συνεργάστηκε δισκογραφικά με όλους τους μεγάλους τραγουδιστές εκείνης της εποχής όπως τον Γιώργο Παπασιδέρη, τον Γιώργο Νάκο, την Γεωργία Μηττάκη, Μιχάλη Καλλέργη, Ρίτα Αμπατζή και άλλους. Επίσης πολλά οργανικά κομμάτια με το παίξιμό του έχουν μείνει στην ιστορία. Μαζί με τον Γιώργο Ανεστόπουλο και το Νίκο Ρέλλια έχουν τις περισσότερες συμμετοχές σε ηχογραφήσεις μέχρι το 1950. Το  1925 περίπου τον κάλεσαν να παίξει στο ιστορικό κέντρο παραδοσιακής μουσικής της Αθήνας , στο φημισμένο ¨Έλατο¨. Εκεί ο Καρακώστας άφησε εποχή. Ήτανε μεγάλο όνομα και ο κόσμος πήγαινε να τον ακούσει οπωσδήποτε όταν μάθαιναν ότι έπαιζε εκεί. Ήταν ο μόνος από τους διάσημους παραδοσιακούς οργανοπαίχτες της εποχής ο οποίος δεν πήγε στην Αμερική.
Έφυγε στις 27 Φεβρουαρίου του 1955 πάνω σε ένα αποκριάτικο γλέντι. Είχε ζητήσει να γραφτεί πάνω στον τάφο του: «Εγώ φτωχός γεννήθηκα φτωχός και θα πεθάνω μα μερακλής να γράψετε στον τάφο μου απάνω».
Ο Νίκος Καρακώστας μας άφησε παρακαταθήκη σπουδαίες και αξεπέραστες εκτελέσεις. Μέσα από το κλαρίνο βρήκε τον τρόπο να εκφράσει τις χαρές, τις λύπες, τους καημούς και τα μεράκια του λαού. Για αυτό το λόγο το παίξιμό του είναι μοναδικό, ξεχωριστό και ο ίδιος έμεινε στην ιστορία. Για πολλούς θεωρείται ο κορυφαίος κλαρινίστας που πέρασε ποτέ.»
Στο σημερινό γραμμοφωνικό δίσκο, από τους λίγους που το παίξιμο του Καρακώστα έρχεται σε δεύτερη μοίρα. καθώς στο τραγούδι έχουμε την ωραία φωνή του Μάνθου Άκου.
Ο Μάνθος Άκος από την Ήπειρο, έχει τραγουδήσει 7 δημοτικά τραγούδια, ξεκινώντας το 1933, με συνοδεία στο κλαρίνο τον Νίκο Καρακώστα. Δυστυχώς βιογραφικά στοιχεία και φωτογραφικό υλικό δεν υπάρχουν. Ίσως να εικονίζεται στις παραπάνω ομαδικές φωτογραφίες του Καρακώστα.
Φωτογραφίες και το ηχητικό αρχείο ….(εδώ).
 



Πέμπτη 30 Οκτωβρίου 2025

543. ΒΕΝΤΕΤΤΑ ΒΕ-110 ΚΑΛΟΜΟΙΡΗΣ ΓEΩΡΓIΟΣ- ΜΑΡΚΟΓΙΑΝΝΑΚΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ- ΠΑΠΟΥΤΣΑΚΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ 1967

Καλομοίρης Γεώργιος (Γιωργαντός)- Μαρκογιαννάκης Ιωάννης (Μαρκογιάννης)- Παπουτσάκης Γεώργιος ΒΕΝΤΕΤΤΑ ΒΕ-110 Νέος συρτός Πισκοπιανός - Παλιά αγαπητικιά μου (Καλαματιανός) 1967- 45rpm- 7''
«Ο Γιώργης Καλομοίρης (Γιώργαντος) γεννήθηκε στα Ανώγεια το 1931. Τα πρώτα βήματα στη μουσική, έγιναν από μικρό παιδί, στο Περαχώρι, εκεί που όλοι οι μερακλήδες του χωριού, στην παρέα του; έπαιρναν μαζί και τους πιτσιρικάδες λυράρηδες, για να συμμετέχουνε και αυτοί, σε κείνη την πανδαισία της αντιστοίχησης των συναισθημάτων. Ο Στραβός (Πασπαράκης Μανόλης), ο Κουρκούτης (Μανουράς Γιώργης), ο Κίτσος (Ξυλούρης ο Γιώργης), και ο Σωκράτης ο Κοκορδούλης, είναι οι πρώτοι παλιοί λυράρηδες της εποχής που επηρέασαν τον Καλομοίρη το Γιώργη.
Ήταν ο Γιωργαντός μόλις 12 χρονών που έπαιξε για πρώτη φορά λύρα, με τους μερακλήδες σε παρέα. Οι συνθήκες μέσα στην κατοχή, για ένα παιδί μόλις 12-13 χρονών, δεν ήταν οι κατάλληλες για να αποδώσει στη "θεά Λύρα", αλλά έχοντας δίπλα του, σε όλο το χωριό αυτούς τους αγγέλους μερακλήδες, δεν μπορούσε παρά να επηρεασθεί και να γενεί αποδέκτης, των συναισθημάτων του λαϊκού πολιτισμού και της ευαισθησίας που κουβαλάει ο Ανωγειανός και να διδαχθεί από τους γλεντζέδες, που ανάθρεφαν τόσους και τόσους καλλιτέχνες.
Το πρώτο επαγγελματικό γλέντι έγινε στ' Ανώγεια το 1948, σ' ένα γάμο και έπαιξαν μαζί με τον αξέχαστο Νίκο Ξυλούρη που σαν κοπέλια ετότεσας μαθαίνανε μαζί τη λύρα. Ήταν η απαρχή της προοπτικής του καλλιτέχνη, για να ξεπεράσει τα σύνορα του χωριού και άρχισε να κατεβαίνει στο Ηράκλειο, στην Πεδιάδα, στο Μονοφάτσι, στο Ρέθυμνο και σ' όλη την Κρήτη. Πρώτη φορά παίζει στο Ηράκλειο, στου Χαρίλαου την ταβέρνα στον Πόρο. Στη συνέχεια έπαιξε στο πρώτο Κρητικό κέντρο του Ηρακλείου στον "Ερωτόκριτο". Ο Καλομοίρης ο Γιώργης είναι από τους πρώτους λυράρηδες στο Ηράκλειο, που επέβαλαν τη λύρα και γενικότερα την Κρητική Μουσική την δεκαετία των ονείρων, της ευαισθησίας, των τεχνών και των γραμμάτων, την δεκαετία του 60.
Στην συνέχεια η Κρήτη της Αθήνας, το 1970 τον "απέσπασε" προσφέροντας για εφτά χρόνια την σφραγίδα του στη Κρητική μουσική, στην Αττική στα Κρητικά κέντρα "Κονάκι" και "Αγρίμια" και ξαναγιαέρνει στο Ηράκλειο το 1977 στο "Λιμενικό Περίπτερο" όπου μέχρι και το 1995, δημιουργεί ένα αξεγόραστο και απλό στέκι των μερακλήδων της Κρητικής Μουσικής, δίπλα στην ώρες ώρες φουσκοθάλασσα του Κρητικού πελάγους και άλλες στιγμές, στην απαστράπτουσα από φως και ηρεμία, απέραντη θάλασσα του Μεγάλου Κάστρου, δίπλα στα κάστρα της αρμύρας και του φωτός, τραγουδώντας τους καημούς και τις λαχτάρες ετο "Ζορμπάς".
  Ο Καλομοίρης ο Γιώργης, σε όλη του τη διαδρομή, συνεργάστηκε με κορυφαίους λαγουθιέρηδες μεταξύ άλλων και οι: Φασουλάς Ζάχαρης, Κουμιώτης Γιώργης, Τσαγκαράκης Δημήτρης, Νίκος Μανιάς, Μαρκογιαννάκης Γιάννης, Ξυλούρης Γιάννης, Λαρετζάκης Μανώλης, Χαριτάκης Λάμπρος, Κουμιώτης Μανώλης, Ξυλούρης Βασίλης.
Πρώτος δίσκος του, 78 στροφών, το 1958 με το εκπληκτικό τραγούδι "Έγινες μάγισσα για με" και "Δυστυχισμένος βρίσκομαι", επόμενος δίσκος 78 στροφών "Κυπριωτοπούλα μου" το 1959, δίσκους μικρούς 45 στροφών έγραφε από το 1958 μέχρι και το 1968 γύρω στους 50.
Όμως δεν πρέπει να ξεχάσουμε να αναφερθούμε, πως το ταξίδι της μετανάστευσης των Ελλήνων εκείνες τις δύσκολες δεκαετίες, έφερε πολλούς καλλιτέχνες της Κρητικής μουσικής κοντά στην Κρήτη του Καναδά, την Κρήτη της Αμερικής την Κρήτη της Αυστραλίας και στην Κρήτη της Ευρώπης. Εκεί βρέθηκε ο Γιώργης με τους συνεργάτες του, μεταφέροντας την γλυκιά ζεστασιά και την ευαισθησία, που χωρίς αυτήν οι Κρήτες όπου και να 'ναι αισθάνονται ορφανοί…..»
Στο σημερινό δισκάκι ο Καλομοίρης στη λύρα και ο Μαρκογιάννης με τον Γιώργη Παπουτσάκη στα λαούτα, σε στίχους του Νίκου Μανιά. Στον καλαματιανό ακούγεται και γυναίκα στα φωνητικά αλλά δεν αναγράφετε στις ετικέτες. Το δισκάκι έκοψε με δυο διαφορετικές ετικέτες.
Φωτογραφίες και το ηχητικό αρχείο ….(εδώ).


 

Δευτέρα 27 Οκτωβρίου 2025

542. PAN-VOX PAN 6428 ΜΑΡΑΓΚΑΚΗΣ ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ- ΔΡΑΚΑΚΑΚΗΣ ΣΤΥΛΙΑΝΟΣ 1972

Μαραγκάκης Εμμανουήλ- Δρακακάκης Στυλιανός PAN-VOX PAN 6428 Συρτός Μαλεμιανός - Το γραμμάτιο 1972- 45rpm- 7''
Ο Μανώλης Μαραγκάκης (βλέπε και ανάρτηση 127) γεννήθηκε στον Πλακιά, Αγίου Βασιλείου Ρεθύμνου. Συνεργάστηκε με τον Μάρκο Νενεδάκη σε ένα 45άρι και με τον Δρακακάκη Στέλιο σε τέσσερα 45άρια και ένα LP δίσκο με τίτλο ¨Κρητική Λεβεντιά¨. Στην δισκογραφία εμφανίζεται τέλη δεκαετίας 60 με μέση δεκαετίας 70. Το 1991 κυκλοφόρησε και προσωπικό cd.
Επίσης εμφανιζόταν στο  κέντρο ¨Το φαράγγι¨ με τον Βασίλη Κατσαμά και τον Μιχάλη Ρουσσάκη.
Αργότερα τον εντοπίζουμε στην Αδελφότητα Κρητών Πειραιά ¨Η Ομόνοια¨, να παραδίδει μαθήματα λύρας.
Ο Στέλιος Δρακακάκη (στο λαούτο) με καταγωγή από το Ελληνικό (μικρό χωρίο μεταξύ Συριλίου και Ζουνακίου) Κυδωνίας Χανίων. Αυτό μαρτυρούν και τα τραγούδια που έχει γράψει (Μαλεμιανός και ο Ντεριανός συρτός) με τον Μαραγκάκη. Δισκογραφικά έχει συνεργαστεί μόνο με τον Μαραγκάκη.   
Φωτογραφίες και το ηχητικό αρχείο ….(εδώ).
 



Πέμπτη 23 Οκτωβρίου 2025

541. HIS MASTER'S VOICE AO 2528 ΖΩΓΡΑΦΟΣ ΘΕΟΧΑΡΗΣ- ΦΟΥΣΤΑΛΙΕΡΑΚΗΣ ΣΤΕΛΙΟΣ- ΦΡΑΓΚΙΑΔΑΚΗΣ ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ 1938

Ζωγράφος Θεοχάρης- Φουσταλιεράκης (Φουσταλιέρης) Στέλιος- Φραγκιαδάκης Ευάγγελος HIS MASTER'S VOICE AO 2528 Ηρακλειώτικος πεντοζάλης - Συρτός Ρεθυμνιώτικος (Πολλές καρδιές κρυφά πονούν) 1938- 78rpm- 10''
¨Πολλές καρδιές κρυφά πονούν μα φανερά γελούνε,
πολλές πεθαίνουν με καημό μα δε το μαρτυρούνε.
Όταν βαθιά πονεί η καρδιά το στόμα δε ανοίγει,
δρόμο γυρεύει η ε-μιλιά μα ο στεναγμός την πνίγει¨   
«Ο Θεοχάρης Ζωγράφος (βλέπε και ανάρτηση 154) γεννήθηκε στη Μικρά Ασία το 1912 ή το 1913, σε μια πόλη που είναι τώρα γνωστή ως Μίλας (Μιλασσός), βορειοανατολικά της Αλικαρνασσού, όταν ήταν ακόμα πολύ έντονο το Ελληνικό στοιχείο. Προέρχονταν από μια καλή και εύπορη οικογένεια που είχε επιχείρηση επεξεργασίας μεταξιού. Η οικογένεια του είχε στενές σχέσεις με τους Τούρκους που απασχολούσε, βοηθώντας τους συχνά σε περιόδους προβλημάτων και υποστηρίζοντας τον κρυφό-χριστιανισμό τους. Λόγω της μεγάλης τραγωδίας του 1922, τα άφησαν όλα πίσω, έφυγαν για τη Σμύρνη και μετά στη Σάμο. Οι κάτοικοι της Σάμου τους απέρριψαν, οπότε πήγαν στην Κάλυμνο πριν φτάσουν για το Ρέθυμνο το 1922.
Ο Ζωγράφος τραγουδούσε συνεχώς. «Δεν γινότανε γλέντι, χορός, διασκέδαση, χωρίς να τον καλέσουν. Ήταν από τους πρώτους ανθρώπους που πάντρεψε το μικρασιάτικο τραγούδι με το κρητικό». Δούλεψε στενά με τους Φουσταλιέρη, Ροδινό, Καρεκλά, Μπαξεβάνη.
Δεν έχουμε πληροφορίες για το πόσο χρονικό διάστημα έζησε στον Πειραιά. Γνωρίζουμε ότι κατά τη διάρκεια της διαμονής του εκεί, όταν ηχογράφησε τη δεκαετία του 1930, γνώρισε όλους τους μεγάλους ρεμπέτες της εποχής, όπως ο Στέλιος Περπινιάδης που ήταν πολύ ενθουσιασμένος με τη φωνή του και είχε πει γι’αυτόν: «είχε μία φωνή αηδόνι που τέτοια δεν έχω ξανακούσει». Ο Περπινιάδης τον προσκάλεσε στον Πειραιά για να μπορούν να ηχογραφήσουν μαζί, αλλά πέθανε πριν μπορέσει να το κάνει αυτό. Ο μεγάλος Φουσταλιέρης είχε πει επίσης για τον Ζωγράφο ότι  «Είχε πάρα πολύ καλή φωνή». Σε κάποιο ντοκιμαντέρ ο Φουσταλιέρης τον αναφέρει ονομαστικά και επαίνεσε τη φωνή του. Όλοι επαινούσαν τη φωνή του.
Οι Αμανέδες ήταν το πάθος του και είχε μια ομάδα φίλων στο Ρέθυμνο που τραγούδησαν αμανέδες μαζί. Περιστασιακά κάπνιζε χασίς με τους άλλους μουσικούς στο Ρέθυμνο, προτού γίνει παράνομο και ήταν μέρος της κουλτούρας για κάποιους από τους μουσικούς εκείνη την εποχή.
Ο Θεοχάρης Ζωγράφος είχε έναν πολύ καλό φίλο που έμενε με την οικογένεια του στο Μέρωνα. Αυτός κανόνισε και επισκέφθηκαν το χωριό με σκοπό να συναντήσει τη μετέπειτα γυναίκα του Μαρία Μοσχονά. Όταν πήγε να συναντήσει τη Μαρία Μοσχονά για δεύτερη φορά, αυτός και μια ομάδα μουσικών έπαιξαν και τραγούδησαν όλη τη νύχτα.
Το ζευγάρι ζούσε στο Μέρωνα όταν ήρθε ο πόλεμος. Ο Ζωγράφος ήταν ενάντια στον πόλεμο, όταν οι Γερμανοί απαιτούσαν οι άνδρες του χωριού να βρίσκονται σε ένα συγκεκριμένο μέρος για να καταμετρηθούν (σ.σ. πιθανόν για τα καταναγκαστικά έργα), δεν πήγε ποτέ – παρόλο που η γυναίκα του τον παρακαλούσε να πάει. Τουλάχιστον δύο φορές συνελήφθη από τους Γερμανούς αφού δεν πήγαινε ποτέ να καταμετρηθεί και οδηγήθηκε σε στρατόπεδο συγκέντρωσης. Γνωρίζουμε από τον νονό του Ζωγράφου, ότι σκότωσε έναν Γερμανό κατά την περίοδο της κατοχής. Ένα βράδυ ένας από τους Γερμανούς συμπεριφερόταν επιθετικά απέναντι στον Ζωγράφο και έναν από τους φίλους του. Ο Ζωγράφος στη συμπλοκή τον νίκησε, του πήρε το όπλο του και τον πυροβόλησε.
Ο Θεοχάρης Ζωγράφος ήταν 33 ετών όταν πέθανε το 1945. Πέθανε από ένα τραύμα και το μοιρολόι κράτησε για 3 ολόκληρες ημέρες. Ο γιος του Ζωγράφου και πατέρας της Δανάης ήταν μόλις 42 ημερών όταν πέθανε ο πατέρας του. Ο Ζωγράφος ήταν ένας ιδιαίτερα αγαπητός άνθρωπος λόγω του τρόπου, των αξιών του, της φωνής του και του πάθους του για τη μουσική και το τραγούδι. Γι’ αυτό και στα μετέπειτα χρόνια μνημονεύονταν ως «ένας αληθινός Κύριος».
« Ο Στέλιος Φουσταλιεράκης γεννήθηκε στο Ρέθυμνο στις 19 Ιουνίου του 1911, ημέρα Κυριακή, ώρα τρεις το απόγευμα, όπως του άρεσε να διευκρινίζει Πήρε το όνομα του πατέρα του, που σκοτώθηκε σε ατύχημα προτού αυτός γεννηθεί. Μεγάλωσε με μικρασιάτικα τραγούδια και έγινε δεξιοτέχνης στο μπουλγαρί (κρητικός ταμπουράς). Από τα 11 του χρόνια, άρχισε να μαθαίνει την τέχνη του ρολογά, κάτι που ήταν το δεύτερο μεγάλο πάθος του μετά το μπουλγαρί Ήταν τραγουδιστής, οργανοπαίκτης στο μπουλγαρί και συνθέτης πολλών γνωστών κρητικών τραγουδιών. Δημιούργησε τη δική του σχολή στην κρητική μουσική αναδεικνύοντας το μπουλγαρί σε όργανο μελωδικό και σολίστικο. Έπαιξε με τους Κρητικούς μαστόρους της μουσικής αλλά - μοναδική περίπτωση - ταίριαξε και με τους μεγάλους ρεμπέτες.
Ήταν ένας συμπαθέστατος άνθρωπος, μετρίου αναστήματος, με ένα γλυκύτατο χαμόγελο και μια έμφυτη αρχοντιά Συγκαταλέγεται άξια στις κορυφές της αστικής λαϊκής μουσικής παράδοσης της Κρήτης και συγκεκριμένα της πόλης του Ρεθύμνου. Στο Ρέθυμνο ήταν γνωστός και ως μπάρμπα Στέλιος ο ρολογάς, επειδή ασκούσε και την τέχνη του ρολογά Είχε το μαγαζί του στην οδό Αρκαδίου και φήμη του ειδικού στα ρολόγια Είναι ενδιαφέρον το γεγονός ότι στις ετικέτες των δίσκων της εποχής ο Στέλιος Φουσταλιεράκης αναγράφεται ότι παίζει μπουζούκι.
Είναι φανερό ότι οι υπεύθυνοι των εταιρειών δίσκων που έβλεπαν το όργανό του κατά τη διάρκεια των ηχογραφήσεων που έλαβαν χώρα στην Αθήνα αγνοούσαν και το όνομα του οργάνου και το πώς παιζόταν. Το μπουλγαρί είναι όργανο που ανήκει στην οικογένεια του ταμπουρά, μοιάζει μορφολογικά με το μικρασιατικό σάζι, αλλά πρέπει να έχει διαφοροποιήσεις στις διαστηματικές διαιρέσεις στο μάνικο. Το γεγονός ότι οι ηχογραφήσεις από το 1930 και μετά γίνονταν στο εργοστάσιο της Κολούμπια στον Περισσό δεν διευκόλυνε τη συχνή παρουσία εκτελεστών από την επαρχία…..»
Περισσότερα βιογραφικά στοιχεία για τον  Φουσταλιέρη θα βρείτε σε παλαιότερες αναρτήσεις.
Εξαιρετικός ο Φουσταλιέρης και στα δυο τραγούδια στο σημερινό γραμμοφωνικό δίσκο, που περιέχει την τρίτη ηχογράφηση με τον Θεοχάρη Ζωγράφο στο τραγούδι και τον Ευάγγελο Φραγκιαδάκη στην κιθάρα (οι άλλες δυο στην ανάρτηση .   
Φωτογραφίες και το ηχητικό αρχείο ….(εδώ).
 



Δευτέρα 20 Οκτωβρίου 2025

540. COLUMBIA E6080 ΜΕΝΕΜΕΝΛΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΣ 1918 (Ηχογραφήσεις 1911-1912)

Μενεμενλής (Μπεσλεμεδάκης- Κος Λευτέρης) Ελευθέριος COLUMBIA E6080 Κλέφτικο Παύλος Μελάς - Σμυρναίικος Μανές Τζιβαέρι 1918 (Ηχογραφήσεις 1911-1912) - 78rpm- 10''
Το τραγούδι της πρώτης πλευράς, του σημερινού γραμμοφωνικού δίσκου, αναφέρεται στον Παύλο Μελά (Μασσαλία 29/3/1870-Μελάς Καστοριάς 13/10/1904), αξιωματικό πυροβολικού του ελληνικού στρατού και πρωτεργάτη του Μακεδονικού Αγώνα (1904-1908).
Στις 13 Οκτωβρίου 1904 σκοτώνεται, σε ηλικία μόλις 34 ετών, ο Μακεδονομάχος και λοχαγός του Πυροβολικού, Παύλος Μελάς, στη Στάτιστα, (ένα χωριό του νομού Καστοριάς που ονομάστηκε μετά «Μελάς» προς τιμήν του), μετά από μάχη μεταξύ της ένοπλης ομάδας ανταρτών που διοικούσε ο Μελάς και αποσπάσματος του Οθωμανικού στρατού.
Όλα αυτά συμβαίνουν στην υπό Οθωμανική κατοχή Μακεδονία, όπου δρουν, εκτός από τις ελληνικές ανταρτικές ομάδες και οι αντίστοιχες των Βουλγάρων, οι οποίοι προσπαθούν να προσεταιριστούν τους Μακεδόνες, τρομοκρατώντας τον πληθυσμό.
Οι Έλληνες έχουν δημιουργήσει το Μακεδονικό Κομιτάτο, σαν απάντηση στη δράση των Βουλγάρων Κομιτατζήδων.
Όμως το ελληνικό κράτος, δεν μπορεί επισήμως, τότε, στις αρχές του εικοστού αιώνα και μετά τον καταστροφικό και ταπεινωτικό πόλεμο του 1897, να υποστηρίξει ανοιχτά τον Παύλο Μελά.
Η δράση των Ελλήνων Μακεδονομάχων στη Μακεδονία, η υπεράσπιση του ντόπιου πληθυσμού από τις αγριότητες των Βουλγάρων θεωρείται ανάμειξη στα εσωτερικά άλλου κράτους – της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Έτσι, ο Παύλος Μελάς είναι μόνος του στους κινδύνους και τις κακουχίες στη Μακεδονία – κυριολεκτικά μόνος του, εκτός από τους ολιγάριθμους αντάρτες που τον ακολουθούν.
Το αντάρτικο ψευδώνυμό του ήταν «Μίκης Ζέζας», προφανώς για να ακούει συνέχεια τα ονόματα των παιδιών του, του Μιχαήλ , του «Μίκη», και της Ζωής, που το χαϊδευτικό της ήταν «Ζέζα».
Η γυναίκα του ήταν η Ναταλία Δραγούμη, κόρη του πολιτικού και μέλλοντα πρωθυπουργού Στέφανου Δραγούμη και αδελφή του Ίωνα Δραγούμη.
Ο ίδιος ο Μελάς γεννήθηκε στη Μασσαλία της Νότιας Γαλλίας, ήταν ένα από τα επτά παιδιά του ηπειρώτη έμπορου Μιχαήλ Μελά και της Ελένης Βουτσινά, κόρης εύπορου κεφαλλονίτη εμπόρου από την Οδησσό.
Ο Παύλος Μελάς, αν και ανήκε στην ανώτερη οικονομική και κοινωνική τάξη της Ελλάδας τότε, συνειδητά προτίμησε έναντι της λαμπρής καριέρας που θα είχε στον στρατό, να πολεμήσει για τα ιδανικά του, για την απελευθέρωση της Μακεδονίας από τους Τούρκους και τους Βούλγαρους. Παρόλο που αυτό καθαυτό το στρατιωτικό του έργο δεν ήταν σημαντικό, η θυσία του ενέπνευσε πολλούς, ευαισθητοποιώντας την ελληνική και τη διεθνή κοινή γνώμη στο ζήτημα της Μακεδονίας.
Ιστορική έχει μείνει η φωτογραφία που του τράβηξε ο Λαρισαίος φωτογράφος Γεράσιμος Δαφνόπουλος.
Σ’ αυτήν ο Παύλος Μελάς φορά τη στολή του Μακεδονομάχου, τον περίφημο μαύρο κεντητό ντουλαμά και τα φυσεκλίκια, ενώ κρατάει ένα τουφέκι Μάουζερ κι’έχει ζωσμένο στη μέση του ένα περίστροφο.
Ο Μελάς έστειλε το πρώτο αντίτυπο της φωτογραφίας στη σύζυγό του, «υπό τον όρον να μην ιδή το φως της ημέρας», αλλά να μείνει ως ανάμνηση για την ίδια και τα παιδιά του αν έχανε τη ζωή του στην αποστολή του.
Ο Παύλος Μελάς θεωρούσε πως θα ήταν «κωμικό» και «μαρτύριο», εάν επέστρεφε άπρακτος, να βλέπει «την φάτσαν του έτσι μασκαρεμένην».
Σ’ αυτή τη φωτογραφία βασίστηκε ο Γεώργιος Ιακωβίδης για να φιλοτεχνήσει τον γνωστό πίνακα με τον Παύλο Μελά, που έγινε το γνωστότερο και μακροβιότερο σύμβολο του Μακεδονικού Αγώνα.
Κατά τον ιστορικό Βασίλη Γούναρη, η ιστορία και η σημασία της φωτογραφίας του Δαφνόπουλου «είναι το καλύτερο παράδειγμα της απόστασης που χωρίζει τη συμβολική, σχεδόν μυθική, σημασία του Μακεδονικού αγώνα από την ιστορία του».
"Που ήμουν υπερήφανος γιατί να με παιδεύεις,
 ενώ δεν βρίσκω θάνατο τι θέλεις τι γυρεύεις"
Αναφέρει σχετικά ο Παναγιώτης Κουνάδης : «Ο φημισμένος αυτός μανές της Σμύρνης, μαζί με το "Σμυρναίικο μινόρε", τον "Ταμπαχανιώτικο", τον "Μπουρνοβαλιό" και τον "Ανταμαμάν" ή "Γαλατά" εμφάνισαν στη δισκογραφία μεγάλο αριθμό ηχογραφήσεων. Το "Τζιβαέρι" ξεπέρασε τις 30.
Τζιβαέρι(α) στα αραβικά σημαίνει κοσμήματα και μεταφορικά, επί προσώπων, ο "θησαυρός".
Αν και δεν είχε τη μακρά πορεία του "Σμυρναίικου μινόρε", επηρέασε και αυτός ο μανές την πορεία του σμυρναίικου τραγουδιού και στην Ελλάδα μετά το 1922, αλλά και στην Αμερική».
«Ο Λευτέρης Μενεμενλής (βλέπε αναρτήσεις 252, 389 και 485) ή Μπεσλεμεδάκης (ή Κος Λευτέρης ) όπως ήταν το πραγματικό του επώνυμο γεννήθηκε το 1874 στη Μενεμένη της Μ. Ασίας εξ ου πήρε και το παράνομά του. Ήταν τραγουδιστής, από τους πρώτους αμανετζήδες και το όργανο που έπαιζε ήταν η κιθάρα. Ήταν από τα βασικά μέλη της «Ελληνικής Εστουντιαντίνας» μαζί με τον Γιάννη Τσανάκα και τον Χρήστο το ¨Αραπάκι¨.
Φωνογράφησε στις εταιρίες Favorite, The Gramophon Company, Columbia Αγγλίας, Columbia Αμερικής, Odeon Γερμανίας, και Polydor Γερμανίας. Τραγούδησε σε όλα τα είδη τραγουδιού, δημοτικά, ελαφρά, σμυρναίικα, ρεμπέτικα και τούρκικα. Στη δισκογραφία φέρεται να έχει κάνει 122 εκτελέσεις τραγουδιών μεταξύ των οποίων και 28 αμανέδες, αρχής γενομένης από το 1909 με το μανέ «Ψεύτικος δουνιάς». Τελευταία του φωνογράφηση είναι το τραγούδι «Ο Γεροδήμος». Έχει διατελέσει πρώτος πρόεδρος του Σωματείου Μουσικών.
Ο Ελευθέριος Μενεμενλής είναι από τους τραγουδιστές της Σμύρνης που ερχόμενος στην Ελλάδα, συνεχίζει την δισκογραφική του παρουσία, ξεκινώντας μάλιστα πρώτος τις ηχογραφήσεις της γερμανικής ODEON στην Ελλάδα το 1924. Μερικοί μάλιστα από τους πρώτους αυτούς δίσκους, ηχογραφήθηκαν στο Βερολίνο γύρω στο 1925.»
Το ¨Κλέφτικο¨ Παύλος Μελάς ηχογραφήθηκε πρώτη φορά το 1912 και κυκλοφόρησε σε δίσκο Favorite. Στο άκουσμα θυμίζει εμβατήριο και όχι κλέφτικο τραγούδι.
Ο ¨Σμυρναίικος Μανές Τζιβαέρι¨ ηχογραφήθηκε το 1911 και κυκλοφόρησε σε δίσκο Favorite αλλά υπάρχει και εκτέλεση από τον Μενεμενλή ως ¨Τζιβαέρι¨ σε δίσκο Grammophone του 1910. Στην Columbia έγινε επανεκτύπωση το 1918 με τις ίδιες μήτρες (το μαρτυρά και το δόντι στην άκρη της μιας πλευράς), σε τρεις διαφορετικές ετικέτες.
Πληροφορίες, φωτογραφίες και το ηχητικό αρχείο ….(εδώ).
 

 

Παρασκευή 17 Οκτωβρίου 2025

539. PARLOPHONE GDSP 2969 ΤΖΑΡΑΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ- ΚΑΤΣΑΡΟΣ ΤΑΣΟΣ 1960

Τζάρας Δημήτρης (Τάκης)- Κατσαρός Τάσος PARLOPHONE GDSP 2969 Στα Σάλωνα - Πάνω σε ψηλή ραχούλα 1960- 45rpm- 7''
 
Ο Δημήτρης Τζάρας γεννήθηκε το 1928 στην Πρέβεζα. Γόνος δύο μεγάλων μουσικών οικογενειών, μιας και η μητέρα του προερχόταν από την οικογένεια Τζέμου, ο Δημήτρης Τζάρας, υιός του περίφημου κλαριντζή της Ηπείρου Νίκου Τζάρα, από μικρός γνώρισε τη βιοπάλη και αναπόφευκτα… τη μουσική. Συγκεκριμένα, την πλούσια δημοτική μουσική παράδοση της Πρέβεζας.
Από τα εφηβικά του χρόνια θα αρχίσει την επαγγελματική του δράση στην ευρύτερη περιοχή της δυτικής Ελλάδος με βασικό του όργανο το κλαρίνο. Η κάθοδος του στην Αθήνα θα τον φέρει κοντά στους ανθρώπους του λαϊκού τραγουδιού, με τους οποίους θα συνεργαστεί όχι μόνο ως οργανοπαίκτης αλλά και ως συνθέτης. Το μεγάλο μεταναστευτικό ρεύμα της δεκαετίας του ’50 θα τον πάρει μαζί του, όπως και πολλούς άλλους Έλληνες μουσικούς, στην Αμερική. Εκεί θα αρχίσει μια δεύτερη καριέρα, σε όλες τις πολιτείες με ισχυρό το στοιχείο της Ελληνικής ομογένειας. Θα κατασταλάξει στη Φλόριντα για αρκετές δεκαετίες μέχρι να επιστρέψει ξανά στην πόλη από όπου ξεκίνησε, την Πρέβεζα.
Στα χρόνια της πολύχρονης καριέρας του θα συνεργαστεί με τους Στέλιο Καζαντζίδη, Γιάννη Παπαϊωάννου, Καίτη Γκρέυ, Μαρινέλλα, Τάκη Μπίνη, Γιώτα Λύδια, Στράτο Διονυσίου και πολλούς άλλους τραγουδιστές σε Ελλάδα και Η.Π.Α., ενώ θα ηχογραφήσει τραγούδια του στις εταιρείες Columbia, Odeon και Fidelity. Στην Αμερική θα γνωρίσει και θα συνεργαστεί με τους Ιορδάνη Τσομίδη, Γιάννη Τατασόπουλο και Σταύρο Τζουανάκο, όπου θα διαπρέψουν κατά τις δεκαετίες '60 και '70 ως συνθέτες και ως μπουζουξήδες.
Σε συνεντεύξεις που έχει παραχωρήσει αναφέρει:
«Στον Μάρκο Βαμβακάρη χρωστάω πολλά. Ήταν από τις πρώτες μου συνεργασίες, κιμπάρης, σοβαρός άνθρωπος. Τον συνάντησα πρώτη φορά λίγο μετά τον Πόλεμο του ’40. Ο Μάρκος τότε είχε έρθει στην Πρέβεζα, με άκουσε με το κλαρίνο και μου είπε: “Εσύ θα μάθεις στους μουσικούς μας νέους μουσικούς δρόμους. Έρχεσαι στην Αθήνα;”. Και κατέβηκα. Εκείνος είχε ήδη μιλήσει στους συνεργάτες του για μένα. Πηγαίνω στο μπαράκι των μουσικών, που τους είχε μαζέψει όλους και εγώ τους μάθαινα μουσικούς δρόμους που δεν ήξεραν τότε: ουσάκ, σαμπάχ, αβέν. Δεν θα ξεχάσω τη φτώχεια που πέρασε αυτός ο άνθρωπος. Θυμάμαι, όταν ήρθε στην Πρέβεζα μου είπε: “Ρε Δημητράκη, μια και θα κατέβεις στην Αθήνα, πάρε μαζί σου και δυο τενεκέδες λάδι, να φάει η οικογένειά μου, που έχει να φάει μήνες λάδι”. Πράγματι, πήρα τους τενεκέδες, πήγα στην Παλιά Κοκκινιά όπου έμεναν και, μόλις με είδε η γυναίκα του, η κυρα-Βαγγελιώ, χοροπηδούσε από τη χαρά της που θα έτρωγαν λάδι. Για τόση φτώχεια μιλάμε! Καμιά φορά περνούσα από το σπίτι του, ο Μάρκος καθόταν απέξω σε μια καρέκλα, και του πήγαινα τσιγάρα. Δεν είχε στον ήλιο μοίρα».
«Τον Καζαντζίδη τον γνώρισα, όταν εγώ υπηρετούσα στη Χωροφυλακή. Ο Στέλιος ήταν ένα ατίθασο παιδί στο Νέο Ηράκλειο, όπου μαζί με άλλους νέους της εποχής εκείνης έπαιρναν μπουζουκάκια και κιθάρες, και πήγαιναν στις ταβέρνες και έλεγαν κάνα τραγούδι για να βγάλουν κανένα φραγκάκι. Ο Καζαντζίδης έγινε από την Γκρέυ. Αν δεν ήταν η Γκρέυ, ο Στέλιος μπορεί και να μην ήταν τίποτα σήμερα. Σε αυτά που σας λέω βάζω την υπογραφή μου, γιατί τα έζησα. Μάλιστα, τότε ήμουν στο πρώτο σχήμα που μπήκε σπόντα ο Στέλιος. Μου είπε τότε η Γκρέυ: “Θα τον πάρουμε αυτόν, Τζάρα;”. Κι εγώ της απάντησα: “Τι να τον κάνουμε, Καίτη; Είναι απομίμηση του Τσαουσάκη”. Εκείνη ήταν κάθετη: “Εγώ τον αγαπάω και θέλω να τον έχουμε μαζί μας”.
Ο Στέλιος πριν από την Γκρέυ είχε τη Σεβάς Χανούμ και όλα αυτά τα ξέρω, γιατί εγώ εκείνη την εποχή είχα μια μοτοσικλέτα, με την οποία πηγαίναμε παντού μαζί. Ωστόσο, η αλήθεια είναι ότι, όταν στήσαμε το πρώτο συγκρότημα Γκρέυ – Καζαντζίδης, εγώ την Γκρέυ την έβρισκα καθημερινά στο σπίτι του Καζαντζίδη στη Νέα Ιωνία, όπου ζούσε με την κυρα-Γεσθημανή, και ο Στέλιος ήταν φαντάρος. Η Γκρέυ πλήρωνε τα πάντα. Από τα φαγητά μέχρι και το ρεύμα του σπιτιού. Η Γκρέυ έχει δώσει αγώνα για τον Στέλιο. Ωστόσο, εκείνος δεν ήταν σταθερός χαρακτήρας. Με την άγνωστη Αμερικάνα σύζυγο του Στέλιου στην Αμερική εγώ τους πάντρεψα. Εγώ πλήρωσα το γαμήλιο τραπέζι, εγώ τα πάντα» αποκαλύπτει.
«Είχαμε τηλεφωνηθεί με τον Στέλιο προκειμένου να κάνουμε μια συνεργασία. Εκείνος ήταν στην Ελλάδα, εγώ στην Αμερική. Σχεδιάζαμε να αγοράσουμε μαζί το θέατρο Βέμπο και εκεί ο Στέλιος να έδινε συναυλιακού τύπου παραστάσεις.
Μιλάμε τώρα για τη δεκαετία του ’70, τότε που η φήμη του Καζαντζίδη ήταν στο ζενίθ. Επέστρεψα στην Αθήνα και πήγα στο μπαράκι των ηθοποιών, από όπου πήρα τηλέφωνο τον Στέλιο που βρισκόταν στη Θεσσαλονίκη. Δώσαμε ραντεβού να συναντηθούμε στη Θεσσαλονίκη, ώστε να σχεδιάσουμε διάφορα καλλιτεχνικά. Στο μέρος όπου βρεθήκαμε ήταν ένας τύπος που μου κέρασε τον καφέ. Ούτε που τον ήξερα. Ήταν ένας διευθυντής από την τότε ΥΕΝΕΔ. Ήθελαν να πείσουν τον Στέλιο να κάνουν τη ζωή του σίριαλ και παράλληλα τα τραγούδια του να παίζονται σε κινηματογραφικές αίθουσες. Τότε η δισκογραφική εταιρία ODEON τού είχε απαγορεύσει να τραγουδάει σε δίσκους, μια και τον είχε “δέσει” με ρήτρα. Ο Νικολάου, έτσι λεγόταν, με πήγε στον πρόεδρο της τότε ΥΕΝΕΔ, ονόματι Πυλαρινός. Εκείνος μού έδωσε ένα γράμμα για να το δώσω στον Στέλιο.
Το σενάριο και η σκηνοθεσία της σειράς θα ήταν του Γιάννη Δαλιανίδη και στο αυτί μού είπε: “Πες στον Στέλιο θα του δώσουμε και τρία ζεστά εκατομμυριάκια”. Πήρα το γράμμα και πήγα ξανά στη Θεσσαλονίκη να το παραδώσω στον Στέλιο. Τότε έβγαζε το ούζο “Υπάρχω”. Επέστρεψα στην Αθήνα και πήγα στους φίλους μου, τον Διονυσίου και τον Βοσκόπουλο, να τους πω για τα σχέδιά μας. Ωστόσο, για άλλη μία φορά ο Στέλιος έστησε εμένα, έστησε και ολόκληρη ΥΕΝΕΔ. Τσαντίστηκα, πήρα το αεροπλάνο και γύρισα στην Αμερική».
«Η Μαρινέλλα -η Κίτσα, όπως τη φωνάζαμε τότε- ήταν και είναι πολύ άξια. Γι’ αυτό και ανέβηκε στο υψηλότερο βάθρο και θεωρείται σήμερα κορυφαία. Δουλέψαμε πολύ μαζί με τη Μαρινέλλα και τον Καζαντζίδη. Βοηθούσε όλους όσους ήταν τριγύρω της. Δεν θα ξεχάσω στα πρώτα της βήματα, όταν ο Στέλιος είχε ήδη γίνει φίρμα, η Μαρινέλλα ήταν πολύ φτωχή κοπέλα. Ο Στέλιος δεν της είχε πάρει ούτε ένα παλτό. Και όταν ήταν να βγάλουμε αναμνηστικές φωτογραφίες για να στείλουμε σε καρτ ποστάλ, με το παλτό της γυναίκας μου έβγαζε φωτογραφίες, γιατί δεν της έπαιρνε τίποτα ο Στέλιος. Από την άλλη, εγώ είχα πικραθεί μαζί του, γιατί χωρίς να μου το πει, μου πήρε κάποια τραγούδια και τα ηχογράφησε σε στούντιο εκτός Columbia. Ένα από αυτά είναι και το τεράστιο “Μου ’βαλες μεγάλο πόνο στην καρδιά”, που έχει μόνο την υπογραφή του Στέλιου, χωρίς τότε να πάρει την έγκρισή μου. Όμως, επειδή εγώ έφευγα στην Αμερική, όπου έμεινα 60 χρόνια, ούτε έδωσα σημασία ούτε ήθελα να προχωρήσω νομικά τα πράγματα. Κάτι ανάλογο πρέπει να έγινε και με τον Νικολόπουλο».
«Αφού πικράθηκα με τον Στέλιο, πήγα στο μπαράκι των μουσικών. Ο Γιάννης Χαριτόπουλος που είχε το μαγαζί μού είπε: “Ρε Δημήτρη, ήρθε ένα παιδί από τη Θεσσαλονίκη και ψάχνει για δουλειά στο τραγούδι”. Αυτός ήταν ο Στράτος Διονυσίου, που μόλις είχε κατέβει στην Αθήνα. Το βράδυ τον πήρα και πήγαμε τσάρκα στα μαγαζιά. Με ήξεραν και τους ήξερα όλους. Η πρώτη μας στάση ήταν ο πολύ καλός μου φίλος, ο Βαγγέλης ο Περπινιάδης. Ήταν καλοκαίρι και το μαγαζί άρχιζε το πρόγραμμα εκείνη την ώρα. Τον σύστησα στον Περπινιάδη και του ζήτησα να τον δοκιμάσει σε δύο τρία τραγούδια. Ο Βαγγέλης τού έδωσε το μικρόφωνο και, μόλις τον ακούσαμε, πάθαμε σοκ με τη φωνή του… Έπιασε αμέσως δουλειά. Όμως και τον Αγγελόπουλο εγώ τον βρήκα.
Ο Μανώλης πουλούσε χαλιά στους δρόμους της Αγίας Βαρβάρας πριν γίνει τραγουδιστής. Έτσι τον γνώρισα. Ήρθε, λοιπόν, κάποια στιγμή, με βρήκε και μου είπε: “Μπαρμπα-Τζάρα, εγώ τραγουδάω και θέλω να γίνω τραγουδιστής”. Αφού μου έκαναν το τραπέζι στο τσαντίρι, τον σύστησα σε διάφορα κέντρα. Είχε ωραία φωνή και πολύ νταλκαδιάρικη. Στο σινάφι του ήταν βασιλιάς. Έτσι τον φώναζαν. Τα καλοκαίρια, όταν θέλαμε να τον βρούμε, πηγαίναμε στο Καβούρι. Ήταν παντρεμένος με την Αννούλα και κάθε καλοκαίρι έφτιαχναν εκεί ένα σαν τσαντίρι και την άραζαν. Το Καβούρι τότε δεν ήταν τίποτα… Αλάνες. Ωραίος άνθρωπος και χαμηλών τόνων».
Όμορφα παιξίματα από τον Δημήτρη Τζάρα στο σημερινό δισκάκι, που παρεμπιπτόντως αναγράφει στις ετικέτες ότι τα τραγούδια είναι διασκευές. Στο τραγούδι ο Τάσος Κατσαρός που δυστυχώς δεν έχω βιογραφικά στοιχεία παρά μόνο την παραπάνω φωτογραφία που την χρωστάω στον Βασίλη Χατζηαντωνίου (greekdiscography) και τον ευχαριστώ για την προσφορά του.
Πληροφορίες, φωτογραφίες και το ηχητικό αρχείο ….(εδώ).