Παρασκευή 29 Νοεμβρίου 2024

450. HIS MASTER'S VOICE 7PG 3600 ΜΑΝΙΑΣ ΝΙΚΟΣ- ΜΑΡΚΟΓΙΑΝΝΑΚΗΣ ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ 1966

Μανιάς Νίκος (Μανιαδάκης- Αηδόνι της Κρήτης)- Μαρκογιαννάκης Ευάγγελος (Μαρκοβαγγέλης) HIS MASTER'S VOICE 7PG 3600 Ο Κρητικός στην ξενιτειά - Δεν σ' αγαπώ και μάθε το (Ρεθυμνιώτικο συρτό) 1966- 45rpm- 7''
«Ο Νίκος Μανιάς (Μανιαδάκης) γεννήθηκε το 1931 στην Επισκοπή Ρεθύμνου.
Τελευταίο παιδί μιας επταμελούς οικογένειας με μουσική παράδοση, παίρνει στα 16 του χρόνια το 1947, δώρο από έναν θείο του μια λύρα, την οποία όμως παράτησε σύντομα για χάρη του λαούτου. Την λύρα του την είχε αποκτήσει από τον Μανώλη Σταγάκη στο Ρέθυμνο, αλλά έπειτα από παρακίνηση του λυράρη Κυριάκου Μαυράκη από τη γειτονική Φυλακή Αποκορώνου, πήγε στα Χανιά από όπου με 700 δρχ απέκτησε το πρώτο του λαούτο.
Με πρότυπο του τον Γιάννη Μαρκογιαννάκη και με την κληρονομιά του περιβόητου συντοπίτη του θρύλου-λαγουτιέρη Σταύρου Ψυλλάκη ή Ψύλλου (ο πιο παλιός καταγεγραμμένος Ρεθεμνιώτης λαγουτιέρης του 20ου αιώνα), ο Νίκος Μανιάς ξεκίνησε την καριέρα του.
Την πρώτη του δημόσια εμφάνιση την κάνει σε ηλικία 16 ετών σε γάμο στην Επισκοπή, πλάι στον Κυριάκο Μαυράκη. Η πρώτη δισκογραφική δουλειά κυκλοφορεί το 1954 σε δίσκο 78 στροφών με τον Κώστα Μουντάκη (“Σαν το ζητιάνο έρχομαι”), μια συνεργασία που στην πορεία της απέφερε μερικά από τα πιο κλασσικά κομμάτια στην ιστορία της Κρητικής μουσικής.
Ο Νίκος Μανιάς συνεργάστηκε με μεγάλα ονόματα της Κρητικής μουσικής, όπως τον Θανάση Σκορδαλό, το Βαγγέλη Μαρκογιαννάκη, το συντοπίτη του Μανώλη Κακλή, το Γιώργο Καλομοίρη, το Νίκο Σωπασή, το Βασίλη Σκουλά, το Γεράσιμο Σταματογιαννάκη, το Νίκο Τσαγκαράκη, το Γιάννη Σκαλίδη, κ.α., αλλά και με καλλιτέχνες από τη νεότερη γενιά όπως το Στέλιο Σταματογιαννάκη, το Χρήστο Στιβακτάκη, τους αδερφούς Φραγκιαδάκη, το Νίκο Ζωιδάκη, τον Κώστα Βερδινάκη.
Ερμήνευσε επίσης με ανεπανάληπτο τρόπο, σειρά κρητικών τραγουδιών, στο ύφος των λεγόμενων “αστικών” (βλ. ρεπερτόριο Φουσταλιέρη), που αποτέλεσαν σταθμό στην ιστορία της μουσικής της Κρήτης, όπως το “Αμέτεμε στην εκκλησιά”, “Πες μου και γιάιντα τη χτυπάς”.
Μεράκι και σεβασμός χαρακτήριζαν τον “άρχοντα”, το “αηδόνι” της Κρήτης, όπως κατά καιρούς είχε χαρακτηριστεί ο Νίκος Μανιάς.»
«Ο Βαγγέλης Μαρκογιαννάκης ή Μαρκοβαγγέλης γεννήθηκε το 1936 στο Σπήλι του Ρεθύμνου από οικογένεια μουσικών. Ο πατέρας του έπαιξε λύρα, τα αδέρφια του Κώστας και Στέλιος λαούτο, ο Χαράλαμπος λύρα και μπουζούκι και ο Γιάννης λαούτο. Άρχισε σε ηλικία 12 χρονών, με πολύ ζήλο και αγάπη για το λαούτο αλλά και τη σύνθεση σκοπών και τραγουδιών.
Αργότερα ερχόμενος στην Αθήνα είχε την ευκαιρία να σπουδάσει και να αποκτήσει περισσότερες γνώσεις πάνω στο αντικείμενο που αγαπούσε τόσο πολύ, δηλαδή την μουσική. Ασχολήθηκε με το κοντραμπάσο στο οποίο πήρε και δίπλωμα από το Ωδείο Αθηνών.
Εργάσθηκε στην Κρατική Ορχήστρα των Αθηνών και στην Συμφωνική της ΕΡΤ. Παράλληλα έβρισκε μεγάλη ευχαρίστηση στο λαούτο. Συνεργάστηκε με τους αξέχαστους Θανάση Σκορδαλό και Κώστα Μουντάκη. Στη δισκογραφία είχε τη μεγάλη συνεργασία με το Νίκο Μανιά, η οποία απέφερε υπέροχα τραγούδια στο ύφος των ταμπαχανιώτικων, καθώς και με το Σπύρο Σηφογιωργάκη, το Μανώλη Κακλή, τον αδερφό του Γιάννη και άλλους. Επίσης έχει γράψει δίσκο σε συνεργασία με τον Μπάμπη Γαργανουράκη με τίτλο "Παίζω με το λαούτο μου". Ακολούθησαν πολλές συνεργασίες όπως με Ζ. Μελεσσανάκη, Καλογρίδη, Ροδάμανθο Ανδρουλάκη, Μάρκο Φουρναράκη, Παντελή Κρασαδάκη, Γιώργο Παπαδάκη, Στέλιο Μπικάκη και Μανώλη Αλεξάκη. Ο Βαγγέλης Μαρκογιαννάκης θεωρείται και είναι ένας εκ των κορυφαίων δημιουργών της Κρητικής μουσικής.»
Περισσότερα βιογραφικά στοιχεία για τους δυο λαουτιέρηδες του σημερινού δίσκου σε παλαιότερες αναρτήσεις (είναι αρκετές).
Τα σκαναρίσματα του περιοδικού Κρήτη τα χρωστάμε στον Ιδομενέα και την συλλογή του.
Φωτογραφίες και το ηχητικό αρχείο …(εδώ).
 

 

Τρίτη 26 Νοεμβρίου 2024

449. ODEON GA 1125 ΘΩΜΑΪΔΗΣ ΚΩΣΤΑΣ- ΔΡΑΓΑΤΣΗΣ ΓΙΑΝΝΗΣ 1926

Θωμαΐδης Κώστας (Κ.Σ.)- Δραγάτσης Γιάννης (Ογδοντάκης- Ογδόντας) ODEON GA 1125 Εύμορφη που είναι η Λεβαδιά - Μάνα μου τα λουλούδια μου 1926- 78rpm- 10''
 
¨Εύμορφη που είναι η Λεβαδιά¨ στην πρώτη πλευρά του σημερινού δίσκου, που ανήκει στα ΑληΠασα-λίτικα, τραγούδια που μιλάνε για τον Αλή Πασά (βλέπε και ανάρτηση 172 με τον Σωφρονίου), όπως μαρτυρά και η έρευνα που θα βρείτε στο φάκελο που θα κατεβάσετε (στα Αγγλικά βέβαια αλλά αξίζει η προσπάθεια να διαβαστεί). Πρώτη καταγραφή σε γραμμοφωνικό το 1904, από τον Πέτρο Ζουναράκη κομμένο στην Κωνσταντινούπολη (το σημερινό στη Γερμανική Odeon). Έχει κοπεί σε 126 γραμμοφωνικούς δίσκους μέχρι τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο. Οι διάφοροι τίτλοι που το συναντάμε είναι: Γιαννιώτικο, Αλή Πασάς, Λειβαδιά, Τι όμορφη που είναι η Λειβαδιά, Γιαννιώτικος μανές και πολλοί άλλοι. Το έχουν τραγουδήσει οι μεγαλύτεροι ερμηνευτές/τριες και ενστουντιαντίνες και οι στίχοι σε κάθε εκτέλεση διαφέρουν. Μερικοί από τους ερμηνευτές της ¨Λειβαδιάς¨: Αμαλία Βάκα, Ρόζα Εσκενάζυ, Αντώνης Νταλγκάς, Ρίτα Αμπατζή, Κώστας Καρίπης, Σεραφείμ Γεροθεοδώρου, Γιάννης Τσανάκας, Κα Κούλα, Μαρίκα Παπαγκίκα, Γιάγκος Ψαμαθιανός, Πέτρος Ζουναράκης, Λευτέρης Μενεμενλής, Δημήτρης Αραπάκης, Κώστας Ρούκουνας, Σωτήρης Στασινόπουλος, Γιώργος Παπασιδέρης και ο Κώστας Θωμαΐδης.
Στο σημερινό δίσκο, ηχογραφημένο στην Αθήνα και κομμένο Γερμανία στα φωνητικά ο Κώστας Θωμαΐδης. Στις ετικέτες αναγράφει Κ.Σ. Θωμαΐδης. Ο Κώστας Θωμαΐδης από Κωνσταντινούπολη (για άλλους από Σμύρνη), εξαιρετικός αμανετζής. Δισκογραφικά έχει περίπου δεκαπέντε γραμμοφωνικές πλάκες. Δυστυχώς βιογραφικά στοιχεία και φωτογραφικό υλικό δεν υπάρχουν.
Από τις προσφωνήσεις στα τραγούδια, στο βιολί ο Γιάννης Δραγάτσης ή Ογδοντάκης. Θα μπορούσαμε να κάνουμε υποθέσεις για τους οργανοπαίκτες της κιθάρας και του σαντουριού, αλλά θα ήταν υποθέσεις.
 «Ο Γιάννης Δραγάτσης, γεννήθηκε στη Σμύρνη το 1886. Ανήκε σε μεγάλη οικογένεια μουσικών, γνωστή στη Σμύρνη με το ψευδώνυμο « Οι Ογδοντάκηδες». Ο πατέρας του Γιώργος έπαιζε κόντρα μπάσο, ο αδελφός του Θόδωρος έπαιζε βιολί και ο άλλος αδελφός του Χαράλαμπος έπαιζε τσέμπαλο.
Ασχολήθηκε με την μουσική πολύ μικρός (από το 1904) και ήταν περίφημος μουσικός και άριστος δεξιοτέχνης βιολιστής. Μαζί με τον Δημήτρη Σέμση θεωρούνται οι καλύτεροι λαϊκοί βιολιστές της εποχή τους. Χαρακτηριστικά αναφέρεται από μουσικούς που συνεργάστηκαν μαζί του πως ήξερε πάνω από εξήντα πέντε «δρόμους».
Πριν έρθει στην Ελλάδα είχε δουλέψει στη Σμύρνη. Το 1917 έφυγε από τη Σμύρνη και μαζί με τον Μανώλη Χρυσαφάκη έλαβε μέρος σαν εθελοντής στο Κίνημα της Εθνικής Άμυνας του Ε. Βενιζέλου. Το 1922 πιάστηκε αιχμάλωτος από τους Τούρκους αλλά επειδή ήταν γνωστός βιολιστής οι Τούρκοι δεν τον πείραξαν.
Ήρθε στην Ελλάδα το 1923 και άρχισε να δουλεύει σαν βιολιστής στις ταβέρνες της εποχής μαζί με άλλους λαϊκούς δημιουργούς. Εξ αιτίας των μουσικών του γνώσεων ανέλαβε σαν μαέστρος υπεύθυνος στις εταιρίες δίσκων της εποχής. Υπήρξε για πολλά χρόνια διευθυντής της δισκογραφικής εταιρίας Κολούμπια.
Ήταν για πολλά χρόνια σύμβουλος του συνδέσμου Μουσικών Αθηνών – Πειραιώς “Η Αλληλοβοήθεια”.
Συνέθεσε γύρω στα 100 τραγούδια. Το πιο γνωστό είναι ο "Μανώλης χασικλής" με 5 προπολεμικές εκτελέσεις.
Ο Γιάννης Δραγάτσης πέθανε το 1958 στην Αθήνα».
Φωτογραφίες και το ηχητικό αρχείο …(εδώ).
 

 

Πέμπτη 21 Νοεμβρίου 2024

448. RCA VICTOR 48g 2098 ΜΑΛΙΑΡΑΣ ΒΑΪΟΣ- ΡΟΥΚΟΥΝΑΣ ΚΩΣΤΑΣ 1960

Μαλιάρας (Μαλλιάρας) Βάϊος- Ρούκουνας Κώστας (Σαμιωτάκι) RCA VICTOR 48g 2098 Στα Σάλωνα (Μαρία Πενταγιώτισσα) - Κλέφτικο (Επιτραπέζιο) 1960- 45rpm- 7''
«Ο Βάϊος Μαλλιάρας (βλέπε και αναρτήσεις 39, 124, 156, 196 και 349) γεννήθηκε στον Πυργετό το 1907 και καταγόταν από μουσική οικογένεια. Ο πατέρας του έπαιζε βιολί, ο θείος του κλαρίνο, άλλοι συγγενείς έπαιζαν φλογέρα και γκάιντα, ενώ ο αδερφός του ασχολήθηκε με το λαούτο. Στα δώδεκα σκαρώνει μόνος του μια φλογέρα από καλάμι και ακούγοντας το κελάηδισμα των πουλιών αρχίζει σιγά – σιγά να παίζει. Έπειτα στα δεκατέσσερα μαθαίνει πάλι μόνος του λαούτο αλλά το εγκαταλείπει γρήγορα. Ο πατέρας του, εν τω μεταξύ, τον στέλνει να μάθει την τέχνη του μαραγκού. Μετά του χτίστη. Όμως αυτός ανεβαίνει στις στέγες και παίζει φλογέρα. Το σαράκι τον έτρωγε να μάθει κλαρίνο.
Τα πρώτα μαθήματα κλαρίνου τα παίρνει από δυο «Τουρκόγυφτους», τον Τζιαμαλή και Χαλιαμπά που είχαν ξεμείνει στον Πυργετό. Πήγαινε λοιπόν κοντά σ’ αυτούς και παρακολουθούσε τα «πατήματά» τους. Στην αρχή «παρτσακλά», όπως ο ίδιος έλεγε. Ο ένας απ’ αυτούς γρήγορα αντιλήφθηκε τις αρετές στο παίξιμό του και του έλεγε «εσύ θα γίνεις μεγάλος μουσικός». Στα δεκάξι του αρχίζει και παίζει σε γάμους, σε πανηγύρια και στους καφενέδες των χωριών.
Ο Μαλλιάρας αρχίζει σιγά σιγά να γίνεται γνωστός. Η φήμη του απλώνεται πέρα από τον Πυργετό και τη γύρω περιοχή και φτάνει μέχρι τα χωριά των Φαρσάλων, της Καρδίτσας, των Τρικάλων κι ακόμη πιο πέρα. Σε ηλικία 26 χρόνων, το 1933, ηχογραφεί τα πρώτα του τραγούδια «Τ’ Αρβανιτοβλάχικο» και την «Ιτιά», κάνοντας την αρχή μιας λαμπρής πορείας που θα συνεχιστεί για 45 περίπου χρόνια. Συνεργάζεται με τις πιο μεγάλες δισκογραφικές εταιρίες και αποκτά φήμη και δόξα. Παρόλα αυτά δε θα γίνει ποτέ πλούσιος.
Ηχογράφησε σε δίσκους καραγκούνικα, βλάχικα, σαρακατσάνικα, νησιώτικα, μακεδονικά, ρουμελιώτικα τραγούδια εκτελεσμένα με τον δικό του ξεχωριστό τρόπο. Υπάρχουν τρεις χιλιάδες δίσκοι περίπου, αριθμός εκπληκτικός. Παράλληλα γράφει και δικά του τραγούδια για την Αννούλα, τη Μαρία, την Όλγα. Με τον Θεοχάρη Παντίδη γράφει το πολυτραγουδισμένο «Ωραία είναι η νύφη μας» και άλλα τραγούδια γάμου. Ο Ηλίας Ερίνης είναι αυτός που έγραψε τα περισσότερα τραγούδια για τον Μαλλιάρα.
Συμμετέχει στις γνωστές δισκογραφίες «Τραγούδια του Λόγγου» και «Ελληνική Λεβεντιά». Στα πρώτα του βήματα συνεργάζεται με οργανοπαίκτες της περιοχής. Στην μεταπολεμική περίοδο ο Μαλλιάρας είναι πλέον καταξιωμένος καλλιτέχνης. Συνεργάζεται με πολύ γνωστά ονόματα μουσικών απ’ όλη την Ελλάδα: το Γιώργο Κόρο, τη Ρόζα Εσκενάζυ, τη Νίτσα Τσίτρα κ.α. Ακολουθούν ταξίδια στο εξωτερικό, όπως στον Καναδά και την Αυστραλία όπου παίζει για τους έλληνες της ξενιτιάς. Το 1965 ο μπάρμπα Βάϊος φεύγει για την Αυστραλία, στα παιδιά του, που είναι μετανάστες. Κάθεται για 9 μήνες, δεν αντέχει, του λείπει η ελληνική γη και αποφασίζει να επιστρέψει. Το 1970 παθαίνει ημιπληγία, αλλά εξακολουθεί να παίζει. Το 1975 πέφτει αναίσθητος, ενώ παίζει σε ένα γάμο. Από τότε αφήνει το κλαρίνο εντελώς, αλλά τον μαραζώνει ο καημός ότι δεν έχει ολοκληρώσει ακόμα το έργο του.
Η πρωτοχρονιά του 1988 θα είναι διαφορετική για ολόκληρο το μουσικό κόσμο. Ο Βάϊος Μαλλιάρας σβήνει στον Πυργετό. Το έργο του θα μείνει παντοτινά για να θυμίζει το μεγάλο λαϊκό καλλιτέχνη. Όλος ο Πυργετός για δυο μέρες σείεται στους ρυθμούς του κλαρίνου, θρηνεί με τις μοναδικές μελωδίες που συνέθεσε ο μπάρμπα Βάϊος.»
«Ο Κώστας Ρούκουνας (Σάμος, 1903- Αθήνα, 11 Μαρτίου 1984), γνωστός και ως «Σαμιωτάκι», υπήρξε καταξιωμένος τραγουδιστής του ρεμπέτικου και δημοτικού τραγουδιού, καθώς και τραγουδοποιός.
Ο Ρούκουνας προερχόταν από φτωχή οικογένεια και για τον λόγο αυτό αναγκάστηκε να ξεκινήσει να δουλεύει από τα οκτώ του χρόνια. Αρχικά εργάστηκε σε μια καπνοβιομηχανία και αργότερα ως ξυλουργός. Η καλλιτεχνική του καριέρα ξεκίνησε στα μέσα της δεκαετίας του '20. όταν άρχισε να τραγουδάει σε μια ταβέρνα. Ο νεαρός Ρούκουνας έγινε γρήγορα διάσημος μεταξύ των άλλων Σαμιωτών για τη φωνή του και δη τις επιδόσεις του στα Σμυρναίικα τραγούδια.
Σύντομα έφυγε για την Αθήνα (το 1927 ή το 1928). Εκεί τραγουδούσε επαγγελματικά σε γιορτές και πανηγύρια μέχρι που τον ανακάλυψε ο Παναγιώτης Τούντας, κορυφαίος συνθέτης και στέλεχος σε μεγάλη δισκογραφική εταιρεία. Υπό τον Τούντα, ο Ρούκουνας πραγματοποίησε τις πρώτες του ηχογραφήσεις για δίσκους 78 στροφών. Με την μαεστρία της φωνής του, διακρίθηκε τόσο στα παραδοσιακά όσο και στα ρεμπέτικα τραγούδια. Ιδιαίτερης μνείας χρήζουν οι επιδόσεις του στους (πλέον απαιτητικούς από τεχνικής σκοπιάς και ημι-αυτοσχεδιαστικούς) μανέδες.
Ο Ρούκουνας συνεργάστηκε με πολλούς συνθέτες κατά τη διάρκεια της μακράς καριέρας του, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγονται ο Παναγιώτης Τούντας, ο Σπύρος Περιστέρης, ο Κώστας Σκαρβέλης, ο Γρηγόρης Ασίκης και αρκετοί άλλοι.
Το 1934 παντρεύτηκε την τραγουδίστρια Άννα Παγανά (ή Άννα Πολίτισσα) η οποία όμως πέθανε το 1943 σε νεαρή ηλικία από καρδιακά προβλήματα. Ο Ρούκουνας παντρεύτηκε την δεύτερη γυναίκα του, την στιχουργό Αλεξάνδρα Κυριαζή το 1948 και πέρασε μαζί της το υπόλοιπο της ζωής του σε προάστιο των Αθηνών.» Περισσότερες πληροφορίες σε παλαιότερες αναρτήσεις.
Το κλαρίνο του Βάϊου Μαλλιάρα για σεμινάρια και δεν μιλάω μόνο για την σημερινή ανάρτηση. Για το επιτραπέζιο ¨Κλέφτικο¨ δεν έχω λόγια όπως και για την ¨Πενταγιώτισσα¨ η οποία σε συνδυασμό με την φωνή του Ρούκουνα πάει σε άλλα επίπεδα.
Παρατηρήστε τις διαφορετικές ετικέτες, RCA και RCA Victor. Μάλλον είχε περισσέψει ετικέτα της RCA πριν μετονομαστεί. Η αλήθεια είναι ότι πέρα από τα 47g και 48g που έπαιζε η συγκεκριμένη εταιρία δεν μας έχει συνηθίσει σε τέτοια λάθη.
Φωτογραφίες και το ηχητικό αρχείο …(εδώ).
 



Δευτέρα 18 Νοεμβρίου 2024

447. COLUMBIA D.G. 344 ΑΝΤΩΝΟΓΙΩΡΓΑΚΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΣ- ΜΑΥΡΟΔΗΜΗΤΡΗΣ ΣΤΑΥΡΟΣ 1933

Αντωνογιωργάκης Ελευθέριος- Μαυροδημήτρης (Μαυροδημητράκης) Σταύρος COLUMBIA D.G. 344 Ξεροστεργιανό Χανιώτικο - Σούστα Ρεθυμνιώτικη 1933- 78rpm- 10''
«Ο λυράρης Ελευθέριος Αντωνογιωργάκης (βλέπε και ανάρτηση 136), γιος του Μανούσου και της Μαρίας Αντωνογιωργάκη, γεννήθηκε στο Αστέρι Ρεθύμνης το 1907. Είχε επίσης ένα μικρότερο αδερφό, τον Γιάννη, που έπαιζε και εκείνος λύρα. Από μικρή ηλικία έδειξε μεγάλο πάθος με τη μουσική, αφού σε ηλικία περίπου δώδεκα ετών έφτιαξε μια δική του αυτοσχέδια λύρα. Τα πρώτα μουσικά ερεθίσματα τα πήρε ακούγοντας τους μεγαλύτερους λυράρηδες του χωριού του, τον Κεραμειανάκη και τον Τζανιδάκη. Όπως αναφέρει ο ανιψιός του Δημήτρης, πήγαινε στο παραθύρι ή την πόρτα των παλαιών λυράρηδων και τους άκουγε και μετά κατευθείαν έτρεχε στο σπίτι του για να παίξει αυτό που είχε ακούσει. Αυτός που τον επηρέασε σημαντικά ήταν ο μεγάλος λυράρης Ανδρέας Ροδινός, ο οποίος όποτε περνούσε από το Αστέρι του άρεσε να παίζει μουσική με τον Λευτέρη.

Γρήγορα εξελίχθηκε σε ονομαστό λυράρη και έγινε περιζήτητος. Κατατάχτηκε στη χωροφυλακή Ρεθύμνου και παντρεύτηκε την Ευαγγελία, με την οποία απέκτησαν δυο παιδιά, τον Στέλιο και την Ελένη. Μαζί με την οικογένεια του μετοίκησαν στο νέο τους σπίτι στο Ηράκλειο, όταν ήταν σε ηλικία περίπου εικοσιπέντε ετών. Εκεί άνοιξε ταβέρνα και στη συνέχεια εμπορικό κατάστημα με ψιλικά. Ο Ελβετός εθνομουσικολόγος Samuel Baud-Bovy, στο βιβλίο του ¨Μουσική καταγραφή στην Κρήτη 1953-54¨, αναφέρει: «…γνωρίσαμε κι ακούσαμε τον λυράρη Λευτέρη Αντωνογιωργάκη (45 ετών). Ο Αντωνογιωργάκης γεννήθηκε και μεγάλωσε στο Ρέθυμνο. Μετά το στρατιωτικό του, εγκαταστάθηκε στο Ηράκλειο όπου άνοιξε μπακάλικο. Ξέρει γράμματα και είναι πολιτισμένος άνθρωπος. Πολύ πρόθυμα μας δέχθηκε. Η λύρα του είναι βιολόλυρα, χωρίς τάλια (ξύλινα στριφτάλια) όμως και με τρεις χορδές. Παίζει Κρητικούς χορούς αλλά και ευρωπαϊκούς».

Ο Αντωνογιωργάκης ηχογράφησε το 1933 στην Αθήνα τέσσερα κομμάτια, στην εταιρεία Columbia, όπου παίζει και τραγουδάει, με λαουτιέρη τον Σταύρο Μαυροδημητράκη. Κάτω από τις πιέσεις της γυναίκας του, περιόρισε τον ρόλο τους ως επαγγελματία μουσικού, αλλά συνέχισε να παίζει στα πανηγύρια και κυρίως στις διάφορες φιλικές συνάξεις, τόσο του Ηρακλείου, όσο και του Ρεθύμνου.

Ήταν άνθρωπος μερακλής και του κεφιού, ενώ συνεργάστηκε με πολλούς λαουτιέρηδες, όπως ο Ιωάννης Μπερνιδάκης, ο Δρυμάκης, ο Γιάννης Μαρκογιαννάκης, ο Καλλέργης και ο Βύρωνας Ιερωνυμάκης (Ιερωνυμίδης). Πέθανε τον Φεβρουάριο του 1977 στο Ηράκλειο σε ηλικία 70 ετών.»

Όλες οι παραπάνω πληροφορίες είναι από το ερευνητικό βιβλίο-συλλογή ¨Μίλιε μου Κρήτη από τα παλιά¨.

«Ο Σταύρος Μαυροδημητράκης ήταν από τους πρώτους σολίστες λαγουτιέρηδες της κρητικής μουσικής. Γεννήθηκε το 1900 στα Μαρεδιανά Κισσσάμου. Ήταν γιός του παλιού λυράρη, του Νικηφόρου Μαυροδημητράκη. Επηρεασμένος από τον πατέρα του, ακολούθησε τα μονοπάτια της μουσικής. Όχι όμως με λύρα, αλλά με μαντολίνο στην αρχή. Δέκα χρονών ήταν σαν πρωτόπιασε το μαντολίνο με βοήθεια ενός συγχωριανού του. Γρήγορα όμως έδειξε την κλίση του στο λαγούτο και ήδη στα δεκαπέντε του ήταν ένας τεχνίτης λαγουτιέρης, παρά το νεαρό της ηλικίας του. Με τον πατέρα του στην αρχή "ζύγιασε" τις πενιές του, αλλά κατόπιν η συνεργασία του με τον Νικολή Χάρχαλη ήταν πολύ σημαντική. Μαζί ηχογράφησαν και δίσκους. Έπαιξε με πολλούς καλλιτέχνες της εποχής εκείνης, με τον Γιώργη Μαριάνο, με τον Κουνελοκωστή, με τον Νικολή Κατσούλη (Κουφιανό), με τον Ζερβό κ.α. Στην Αθήνα που ανέβηκε συνεργάστηκε με πλήθος μουσικών στην ταβέρνα "Τα Χανιά" του Ευτύχη Μπασιά.

Στην Αθήνα γνωρίστηκε με τον μεγάλο λυράρη, τον Αλέκο Καραβίτη όπου μαζί αποτέλεσαν ένα πολύ καλό δίδυμο και μαζί έγραψαν αρκετούς δίσκους. Ακόμα συνεργάστηκε με πλήθος λυράρηδων, όπως ο Γιώργης Μουζουράκης, ο Θανάσης Σκορδαλός κ.α. Σημαντική όμως η συνεργασία του με τον αείμνηστο δάσκαλο, τον Κωστή Μουντάκη. Σημαντική τόσο σαν συνεργασία, όσο και σαν φιλία.
Τα τελευταία χρόνια, αποτραβηγμένος από την ενεργό δράση, άκουγε τους νεώτερους λαγουτιέρηδες και συλλογιζόταν το μέλλον αυτού του οργάνου. Δεν του άρεσαν οι πασαδόροι, οι άτεχνοι και μονότονοι λαγουτιέρηδες που κρυβόντουσαν πίσω από τους ήχους της λύρας. Έλεγε χαρακτηριστικά "το λαγούτο παίζει πενιά, αλλιώς ανε δε θές πενιά, άμε να παίξεις κιθάρα". Βραβεύτηκε από διάφορα σωματεία, ξεχωριστό όμως το βραβείο του συλλόγου Κρητών Πειραιώς "Η Ομόνοια", το οποίο βραβείο του παρέδωσε ο φίλος και συνεργάτης του, ο Κωστής Μουντάκης. Ο Σταύρος Μαυροδημητράκης, ο κορυφαίος αυτός λαγουτιέρης, αυτή η μοναδική τέχνη, πέθανε σε ηλικία ογδόντα εννέα ετών το 1989 στον Πειραιά.»

Ολοκληρώνουμε την δισκογραφία του Αντωνογιωργάκη με την σημερινή πλάκα γραμμοφώνου. Δυο πλάκες στην Columbia, η πρώτη στην ανάρτηση 136, με τις πρώτες ετικέτες του Columbia DG 345 στο σημερινό φάκελο. Στη σημερινή ανάρτηση του Columbia DG 344 έχουμε ένα συρτό Χανιώτικο Ξεροστεργιανό όπως το αναφέρει και μια σούστα Ρεθυμνιώτικη. Όμορφα παιξίματα με την βιολόλυρα του ο Αντωνογιωργάκης και το λαούτο του ο Μαυροδημήτρης.  

Φωτογραφίες και το ηχητικό αρχείο …(εδώ).

 


 

Παρασκευή 15 Νοεμβρίου 2024

446. POPULAR AP 6155 ΘΕΟΔΩΡΑΚΗΣ ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ- ΠΟΛΥΧΡΟΝΑΚΗΣ ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ- ΜΑΝΟΥΣΑΚΗ ΡΕΝΑ 1967

Θεοδωράκης Εμμανουήλ (Θοδωρομανώλης)- Πολυχρονάκης Εμμανουήλ- Μανουσάκη Ρένα (Ρενάτα) POPULAR AP 6155 Κισσαμίτικος (Συρτός) - Θάλασσα μαύρη και αλμυρή 1967- 45rpm- 7''
¨Σημάδια αφήνουν τα φιλιά, γι’ αυτό και δε τα θέλω,
κι αν σου’ ταξα μελαχρινό, να σε γελάσω θέλω¨
Εξαιρετικός ο Κισσαμίτικος συρτός, στο σημερινό δισκάκι. Στη άλλη πλευρά η Μανουσάκη Ρένα ή Ρενάτα όπως μας μαρτυρά το εξώφυλλο του δίσκου προσφοράς του Βασίλη Χατζηαντωνίου. Βιογραφικά στοιχεία δεν κατάφερα να βρω. Στο βιολί ο αδερφός του Μιχάλη Πολυχρονάκη, Μανωλης (βλέπε κι ανάρτηση 391). Λιγοστά βιογραφικά στοιχεία, χωρίς φωτογραφικό υλικό παρακάτω.
«Ο Μανώλης Θεοδωράκης (βλέπε ανάρτηση 193 και 386) του Ευσταθίου (ή Τράικο αδελφός της συγγραφέα και ποιήτριας Βικτωρίας Θεοδώρου),  γεννήθηκε το 1923 στη γειτονιά Νησί των Τοπολίων Κισσάμου.
Ξεκίνησε να δουλεύει σε ένα κουρείο στα Χανιά, όπου ήρθε σε επαφή με διάφορους μουσικούς κι εκεί πρωτόπιασε το λαγούτο. Κουρέας στο κύριο επάγγελμα του, σταδιοδρόμησε για αρκετά χρόνια στην κρητική μουσική. Πολύ καλός στις δημόσιες σχέσεις για εκείνη την εποχή, συνεργάστηκε με τους κορυφαίους βιολιστές και λυράρηδες όπως ο Μιχ.Κουνέλης, ο Δημήτρης Χριστοφοράκης, ο Νικ.Σαριδάκης ή Μαύρος, ο Νικ.Χάρχαλης, ο Στρατής Γαλαθιανός, ο Μιχ.Παπαδάκης ή Πλακιανός Σπύρο Σηφογιωργάκη, Γιώργη Μαριάνο κ.α.
Βέβαια, δεν έπαιξε μαζί τους λόγω των καλών δημοσίων σχέσεων μόνο, αλλά και λόγω της πολύ καλής του τεχνικής πάνω στο λαγούτο. Μπορούσε να κλειστεί σε ένα δωμάτιο και να αυτοσχεδιάζει στο όργανο του με τις ώρες. Επίσης, έπαιξε με τους δύο κορυφαίους λυράρηδες του Ρεθύμνου, τον Θ.Σκορδαλό και τον Κ.Μουντάκη. Μάλιστα, με τον Μουντάκη εμφανίστηκαν από κοινού στην κινηματογραφική ταινία "Το νησί των γενναίων". Έπαιξε πολλές φορές στο ραδιόφωνο και έλαβε μέρος σε αρκετές ηχογραφήσεις με τον Δημ.Χριστοφοράκη και τον Γαλαθιανό. Απεβίωσε το 1997.»
«Από τους τελευταίους της "παλιάς σχολής" ήταν κι ο Μανώλης Πολυχρονάκης, ο οποίος έφυγε από την ζωή το 2010. Γεννημένος στα Τοπόλια Κισάμου το 1928, εξάσκησε την τέχνη του βιολιστή για πολλά χρόνια, κυρίως με τον αδελφό του, τον σημαντικό λαγουτιέρη Μιχάλη Πολυχρονάκη, αλλά και με άλλους λαγουτιέρηδες όπως ο Βενιζέλος Κορκιδάκης, Μανώλη Θεοδωράκη κ.α. Συμμετείχε στις δισκογραφικές δουλειές του αδελφού του Μιχάλη και φημιζόταν για το πραγματικά παλαιϊκό του παίξιμο.»
Φωτογραφίες και το ηχητικό αρχείο …(εδώ).
 
 


Δευτέρα 11 Νοεμβρίου 2024

445. ODEON DSOG 3312 ΚΟΥΜΙΩΤΗΣ ΓΩΡΓΙΟΣ- ΚΟΥΜΙΩΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ 1967

Κουμιώτης Γεώργιος (Καμαράτος)- Κου4μιώτης Ιωάννης. ODEON DSOG 3312 Λόγω τιμής - Σαν τη μεγάλη αποκριά 1967- 45rpm- 7''
 
«Ο Γιώργος Κουμιώτης (παλαιότερες αναρτήσεις 47, 73, 163, 219, 270, 362 και 382) γεννήθηκε στο Τεφέλι Ηρακλείου στις 10-8-1931. Πατέρας του ήταν ο Μιχάλης Κουμιωτάκης και μητέρα του η Μαρία το γένος Νουράκη. Η Καλλιτεχνική του φύση τον οδήγησε από πολύ μικρό να μάθει λαγούτο σε ηλικία 16 χρονών και να παίζει σε γλέντια στην περιοχή του Ηρακλείου με τον παλιό λυράρη Γαβρίλη Σταυρουλάκη από τα Πιτσίδια όπως και με άλλους συντοπίτες λυράρηδες.
Στις αρχές της δεκαετίας του 1950 ένας λαουτιέρης μπαίνει στα Ανώγεια ,που μέχρι τότε την λύρα την συνόδευε το μαντολίνο. Τον είχε φέρει ο αείμνηστος Νίκος Ξυλούρης. Ο Γιώργος Κουμιώτης ήταν το πρώτο λαγούτο που μπήκε στα Ανώγεια και σε αυτή την αλήθεια συναινεί ο μετέπειτα μεγάλος λαουτιέρης Γιάννης Ξυλούρης αδερφός του Νίκου.
Η συνεργασία του με τον Νίκο Ξυλούρη είχε αρχίσει. Αχώριστοι συνεργάτες και φίλοι πια εμφανίζονται σε γλέντια ,γάμους και άλλες εκδηλώσεις σε όλη την Κρήτη με πολύ μεγάλη επιτυχία.
Στα επόμενα χρόνια συνεργάζεται με όλη την τότε ανερχόμενη Ανωγειανή μουσική οικογένεια με Μανουρά, Καλομοίρη, Ψαραντώνη και Βασίλη Σκουλά .
Αρχές της δεκαετίας του 1960 γνωρίζει την σύντροφο της ζωής του Μαρία Αλεξανδράκη με την οποία απέκτησαν δύο παιδιά την Βάνα και τον Μιχάλη .
Η προσωπική καλλιτεχνική πορεία του έχει πια αρχίσει , με αγνότητα ,αυθορμητισμό και πλούσια φαντασία εμπνευσμένος από πραγματικά γεγονότα της καθημερινότητας , του έρωτα , της αγάπης ,του πόνου και της ίδιας της Κρήτης ,γράφει στίχους και τους επενδύει με το μοναδικό προσωπικό του ύφος με μουσική.
Όπως το συρτό (σημερινό δισκάκι) του με τον πολύ εύστοχο και διαχρονικό του στίχο ακόμα και σήμερα, 50 χρόνια μετά που οι ανθρώπινες σχέσεις γίνονται ακόμα πιο δύσκολες
« Σα τη μεγάλη αποκριά η εποχή μας μοιάζει
Γιατί με μάσκα ο γης τ αλλού στέκει και κουβεντιάζει »
Και να έρθουμε τώρα στην πολυσυζητημένη σάτιρα του Γιώργου Κουμιώτη.
Όταν τον ρώτησαν «Καμαράτο πώς προέκυψε η σάτιρα» αυτός απάντησε: Πηγαίναμε για εμφανίσεις στο Βέλγιο και στην διάρκεια του ταξιδιού με το τραίνο συνέθεσα το τραγούδι «Ξενιτεμένοι Κρητικοί» το οποίο όπου εμφανίστηκα και το τραγούδησα οι μετανάστες έκλαιγαν. Βρήκαν λοιπόν οι ίδιοι εταιρεία για να τα ηχογραφήσουμε και σκέφτηκα να βάλω στη άλλη πλευρά του δίσκου την «Παγώνα» την οποία και είχα συνθέσει παλαιότερα σε αντιστάθμιση του λυπητερού ύφους του πρώτου τραγουδιού όμως η αποδοχή ήταν τέτοια που όταν επιστρέψαμε η εταιρεία που συνεργαζόμουν με παρότρυνε στην επανεκτέλεση του δίσκου και στην Ελλάδα.
Η επιτυχία ήταν τεράστια, ο δίσκος αγοράστηκε και από μη Κρητικούς με αποτέλεσμα να φτάσει σε εμπορικότητα μεγάλων λαϊκών τραγουδιών.
Από εκεί και μετά με αφορμή την επικαιρότητα έγραψα και άλλα αφού ο κόσμος με παρότρυνε και μου ζητούσε όλο και κάτι καινούργιο. Πρόσεχα όμως και μελετούσα πολύ τους στίχους ώστε να έχουν συγκεκαλυμμένα υπονοούμενα χωρίς ακρότητες και χυδαιότητα.
Και πράγματι η σάτιρα του Γιώργου Κουμιώτη λόγω και του έμφυτου χιουμοριστικού του χαρακτήρα μόνο άδολη μπορεί να χαρακτηριστεί. Μόνο όσοι έζησαν μια βραδιά μαζί του είτε στο πάλκο είτε στην παρέα μπορούν να βεβαιώσουν το βάλσαμο που πρόσφερε το χιούμορ του σε κάθε πικραμένο χείλι.
Με τα χρήματα που του έφερε η επιτυχία της Παγώνας προσπαθεί να σταθεί επιχειρηματικά ανοίγοντας πρώτα κέντρο διασκεδάσεως στην Αθήνα στην Σπύρου Πάτση και αργότερα το μεταφέρει στην συμβολή της Λεωφόρου Αθηνών και Στρατοπέδου Χαϊδαρίου στο οποίο έπαιζε ο ίδιος λύρα. Όπως όμως λέει ο ίδιος σε μια μαντινάδα του:
«Ο άνθρωπος ο άτυχος όσο κι ανε σπουδάξει
τόνε γυρίζει η μοίρα του από την πρώτη τάξη»
Ο Γιώργος Κουμιώτης φύση και θέση, ανυπότακτη ψυχή αν και έφτασε πολύ ψηλά δεν υποδουλώθηκε ποτέ από τα καθώς πρέπει και το σταριλίκι και κυρίως από το χρήμα..
Έφυγε σε ηλικία 77 ετών το 2008 στο Νοσοκομείο Αττικόν του Χαϊδαρίου, από πνευμονικό οίδημα και μετά από πολύ μεγάλη μάχη με την επάρατη νόσο!»
Υπόθεση οικογένειας Κουμιώτη το σημερινό δισκάκι. Το ¨Λόγω τιμής¨  επανακυκλοφόρησε και στην Panivar με τον τίτλο ¨Λόγω τιμής να μη μιλείς¨ (θα αναρτηθεί μελλοντικά). Στο λαούτο ο Γιάννης Κουμιώτης και ο Καμαράτος; Τότε ποιος παίζει λύρα. Από τα παραπάνω και την πρώτη φωτογραφία συμπεραίνουμε ότι ο Καμαράτος έπαιζε και λύρα. Εμένα προσωπικά το παίξιμο μου θυμίζει κάποιον από τα μουσικά ταίρια του αλλά ας μείνω στα τυπωμένα στις ετικέτες  δεδομένα.
Φωτογραφίες και το ηχητικό αρχείο …(εδώ).
 

 

Πέμπτη 7 Νοεμβρίου 2024

444. HIS MASTER'S VOICE AO 2808 ΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟΥ ΓΕΩΡΓΙΑ- ΣΤΑΜΕΛΟΣ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ 1948

Βασιλοπούλου Γεωργία (Γεωργίτσα)- Σταμέλος (Λούτζας) Απόστολος HIS MASTER'S VOICE AO 2808 Μεσ' τ' αμπέλι στη σταφίδα (Συρτό) - Είσαι καμπίσια περδικούλα (Τσάμικο) 1948- 78rpm- 10''
«Η Γεωργία Βασιλοπούλου γεννήθηκε στον Λυγιά Ναυπάκτου το 1928. Οι γονείς της ήταν αγρότες και κανείς από την υπόλοιπη οικογένεια δεν ασχολήθηκε με τη μουσική. Ήρθε στην Αθήνα το 1945 και διέμενε στην αδερφή της στο Κολωνάκι. Εκεί έκανε ασκήσεις ορθοφωνίας και ερασιτεχνικά τραγουδούσε στο σπίτι δημοτικά τραγούδια.
Ένα πρωί πέρασε από το σπίτι της μια μεγάλη ηθοποιός, που ήταν γειτόνισσά της και ζήτησε να την ακούσει να τραγουδά. Εκείνη έκρινε ότι η φωνή της ήταν καλή και την πήγε στο κέντρο «Όαση». Απ’ αυτό το κέντρο ξεκίνησε την καριέρα της. Συγχρόνως μάθαινε κιθάρα. Στη συνέχεια άρχισαν να τη ζητούν οι δισκογραφικές εταιρίες Columbia και His Master’ s Voice και ξεκίνησε να ηχογραφεί δίσκους περίπου το 1946.
Έγραψε 26 τραγούδια, όλα το ένα καλύτερο από το άλλο και όλα πρωτότυπα, δηλαδή πρώτες εκτελέσεις. Ο πρώτος της δίσκος ήταν το τραγούδι με τίτλο «Ποια είναι η λυγερή» και το τελευταίο «Μια χήρα πούλαγε κρασί» το 1960. Εργάστηκε στα κέντρα «Ξενύκτης», «Πεταλούδα», «Διάνα», «Όαση», κ.ά. Το τελευταίο ήταν το κέντρο «Ζούγκλα», στην πλατεία Βάθης το 1956-58. Πήγε σε πολλά μέρη της Ελλάδας τραγουδώντας σε πανηγύρια, γάμους κλπ. Κατά τη διάρκεια της καριέρας της συνεργάστηκε με αρκετούς εκλεκτούς μουσικούς της εποχής, όπως: Νίκο Καρακώστα, Κώστα Γιαούζο, Γιώργο Ανεστόπουλο, Τάσο Χαλκιά, Βασίλη Σαλέα, Απόστολο Σταμέλο κλαρινίστες, Γιώργο Κόρο βιολιστή και τους Γιώργο Παπασιδέρη, Κώστα Ρούκουνα, Γιώργο Μεϊντανά, Κώστα Ζωγράφο και πολλούς άλλους.
Παντρεύτηκε στην Αθήνα το 1952, τον Θεόδωρο Κορδελίδη, ο οποίος είχε βιοτεχνία γυναικείων ενδυμάτων. Απέκτησε μια κόρη, τη Βαρβάρα, η οποία δεν ασχολείται με τη μουσική, πλην όμως της αρέσει πολύ και έχει μια μεγάλη συλλογή δίσκων και CD. Την καριέρα της την τερμάτισε στις αρχές της εγκυμοσύνης της, το 1961, γιατί έπρεπε να μένει κλινήρης σχεδόν καθ’ όλη τη διάρκειά της.»
«Ο Απόστολος Σταμέλος γεννήθηκε το 1901 στη Δόμβραινα της Θήβας. Σταμέλος ήταν το καλλιτεχνικό του ψευδώνυμο, Λούτζας το επίθετό του. Ο πατέρας του ήταν σιδηρουργός. Εννέα χρονών έπαιζε νταουλάκι και φλογέρα με γλωσσίδι (με στόμιο κλειστό). Δέκα χρονών έπιασε κλαρίνο και είκοσι βγήκε στα πανηγύρια. Έκανε μάθημα με το Νικήτα Κωτσόπουλο και τον Κώστα Καραγιάννη στη Λιβαδειά, με τον Αμέτη στο Βόλο. Δυο χρόνια έπαιξε με τον Γιάννη Κυριακάτη. Υπήρξε μεγάλος κλαρινίστας με χαρακτηριστικό γλυκό και απαλό παίξιμο. Έπαιξε κλαρίνο σε εκατοντάδες δίσκους, συνοδεύοντας αξιόλογους ερμηνευτές του καιρού του. Ποιος μπορεί να ξεχάσει τα «Να ήμουν στην Αράχωβα», με το Γιώργο Νάκο και «Συννέφιασε ο Παρνασσός» με το Γιώργο Παπασιδέρη. Έπαιξε για κάμποσα χρόνια και στην Αμερική. Πέθανε το 1980 σε ηλικία 79 ετών. Επίσης έχει συνεργαστεί και με: Αραπάκη Δημήτρη, Εσκενάζυ Ρόζα, Νάκο Γιώργο, Αμπατζή Ρίτα, Μπενέτο Δημήτρη, Σέμση Δημήτρη (Σαλονικιός), Βασιλοπούλου Γεωργία, Μοσχονά Οδυσσέα και άλλους πολλούς. Φυσικά συνεργάστηκε και με τον Παπασιδέρη σε αρκετά τραγούδια. Πολλά είναι και τα τραγούδια στα οποία παίζει σόλο κλαρίνο, με χαρακτηριστικό ήχο.»
Εξαιρετική φωνή της Γεωργίας Βασιλοπούλου και αντίστοιχα το παίξιμο του Σταμέλου. Κατά την γνώμη μου, το δημοτικό τραγούδι όπως θα έπρεπε να είναι. Από τις περιπτώσεις, η σημερινή πλάκα γραμμοφώνου, που το συρτό συναγωνίζεται το τσάμικο.  Ο δίσκος κυκλοφόρησε και στην Αμερικάνικη RCA Victor.
Να ευχαριστήσω τον Γιάννη Πανουτσακόπουλο και τον Βασίλη Χατζηαντωνίου για τα βιογραφικά στοιχεία και τις φωτογραφίες αντίστοιχα.
Φωτογραφίες και το ηχητικό αρχείο …(εδώ).