Κυριακή 9 Μαΐου 2021

66. ORTHOPHONIC S-437 ΜΠΕΡΝΙΔΑΚΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ- ΦΟΥΣΤΑΛΙΕΡΑΚΗΣ ΣΤΕΛΙΟΣ 1938

 Μπερνιδάκης Ιωάννης (Μπαξεβάνης- Μπαξές- Αηδόνι της Κρήτης)- Φουσταλιεράκης Στέλιος (Φουσταλιέρης- Το Στελάκι από την Κρήτη)  ORTHOPHONIC S-437 Χανιώτικος Σταφιδιανός (Κρητικό τραγούδι)- Το μερακλήδικο πουλί (Κρητικό τραγούδι της ταβέρνας) 1938- 78rpm- 10''

Ο Γιάννης Μπερνιδάκης ή «Μπαξεβάνης» ή απλά «Μπαξές» γεννήθηκε το 1910 στο Ρέθυμνο και καταγόταν από το Άνω Μαλάκι του νομού Ρεθύμνου. Η μητέρα του Στέλλα Βογιατζάκη, συγχωριανές με την Χρυσούλα Μαμαγκάκη, μητέρα του θρυλικού Ροδινού, από τα Φρατζεσκιανά Μετόχια. Λέγεται ότι ο πατέρας του ήταν κηπουρός στο τσιφλίκι κάποιου Τούρκου και γι' αυτό αποκαλούνταν και «Μπαξεβάνης» (μπαξές=κήπος). Στα 12 του χρόνια άρχισε να παίζει μαντολίνο και μπουλγαρί, αλλά τον κέρδισε τελικά το λαούτο.
Η καταπληκτική φωνή του ήταν εκείνη που έκανε όλη την Κρήτη να τον αποκαλεί "το αηδόνι της Κρήτης" και εξαιτίας αυτής έχει μείνει στην ιστορία σαν ένας από τους κορυφαίους τραγουδιστές που έχει βγάλει η Κρήτη. Εμφανίζεται στη δισκογραφία το 1928 με την ηχογράφηση ενός δίσκου με το λυράρη Αλέκο Καραβίτη, ενώ ακολούθησαν συνεργασίες με το Στέλιο Φουσταλιέρη ,το Μανώλη Λαγό, το Ανδρέα Ροδινό ,τον Καρεκλά και το Θανάση Σκορδαλό.

Ο Μπαξεβάνης την εποχή εκείνη, με την ασύγκριτη φωνή του είχε ξεπεράσει τα στενά όρια της Κρήτης και είχε γίνει γνωστός και στην υπόλοιπη Ελλάδα καθώς τραγούδησε , εκτός από Κρητικά τραγούδια, νησιώτικα αλλά και μικρασιάτικα. Λένε ακόμη ότι οι λυράρηδες της εποχής φιλονικούσαν μεταξύ τους για το ποιός θα τον πάρει στα πανηγύρια και στις ηχογραφήσεις των δίσκων.
Η αδερφή του Λαυρεντία, επίσης ταλαντούχα στο τραγούδι ήταν η πρώτη γυναίκα που καταγράφηκε δισκογραφικά στην ιστορία της κρητικής μουσικής. Γύρω στο 1940 ηχογράφησαν παρέα με το Μανώλη Λαγό στη λύρα το κλασσικό πλέον: «Τη μάνα μου την αγαπώ».
Το 1947 παντρεύτηκε με την Ελευθερία Κατσιμπράκη και απέκτησε μια κόρη. Αυτή ήταν και η αρχή μιας νέας εποχής στη ζωή του που συνοδεύτηκε από την αλλαγή επαγγέλματος. Ο
Γιάννης Μπερνιδάκης άνοιξε φαρμακείο και παρά τις παρακλήσεις των φίλων του δεν επέστρεψε ξανά στην μουσική. Χαρακτηριστικό το υπέροχο ποίημα του φίλου του Γιώργου Καλομενόπουλου με τίτλο «Γράμμα στο Μπαξέ», που μελοποίησε το 1999 ο γνωστός μουσικοσυνθέτης Νίκος Μαμαγκάκης σε ερμηνεία του Μανώλη Λιδάκη:
Γιάννη, τα «ξύλα» τα ‘κρυψες και γίνηκες σπετσέρης
και τους γλεντζέδες τους παλιούς κάνεις πως δεν τους ξέρεις.
Γιάννη, σκίσε τις συνταγές και κάψε το κινίνο
και πιάσε στα χρυσόχερα λαούτο, μαντολίνο.
Μ’ αυτά τον πιο καλό γιατρό εσύ τον παραβγαίνεις
γιατί ανθρώπινες πληγές μ’ αυτά τα δυό τις γιαίνεις.
Κι αν τύχει κι έρθω άρρωστος, μη μου συστήσεις χάπι
μα πιάσε το λαούτο σου και μίλα μου γι’ αγάπη.
Τότε θα δεις από ψηλά δυο αστέρια να κυλήσουν
δυο πεθαμένων οι ψυχές να σε γλυκοφιλήσουν.
Ψυχές δυο φίλων που ‘φυγαν σ’ αγύριστο ταξίδι
η μία θα ‘ναι του Ροδινού κι η άλλη τα’ Αριστείδη.
Μια μαντινάδα μοναχή, Γιάννη, να πω μαζί σου
και να θαρρώ πως τα κλειδιά κρατώ του παραδείσου.
Να ίντα θα πω: «Ανάθεμα απού μπορεί κι αφήσει
τούτο το ψεύτικο ντουνιά μην τόνε γλεντήσει».
Όσον αφορά τη δισκογραφία, ο Γιάννης Μπερνιδάκης τραγούδησε κρητικά, νησιώτικα αλλά και σμυρναίικα τραγούδια. Συντροφιά με τον Παναγιώτη Τούντα ηχογράφησαν στην Αθήνα το τραγούδι "Άσπρο Περιστέρι Μου" και το "Αμάν Μαριώ" το 1938 (δίσκος 78" - Columbia DG6395), το "Θε να σε κάμω μενεξέ" και το "Ωχ Μικρό Μελαχρινό" το Φλεβάρη του 1940 (δίσκος 78" Columbia DG6520). Για τη δισκογραφία του με το Στέλιο Φουσταλιέρη. Το 1949 ηχογράφησε συνολικά 6 τραγούδια με το Θανάση Σκορδαλό, εκ των οποίων είναι και το "Βαρύς Πισκοπιανός", "Το Ξεροστερνιανό Νερό", κ.α.
Ο αγαπητός σε όλους «Μπαξεβάνης», πέθανε στο Ρέθυμνο τον Ιούλιο του 1972.
 
 
Ο Φουσταλιέρης γεννήθηκε το 1911 στο Ρέθυμνο. Από τα 11 του χρόνια, το 1922, άρχισε να μαθαίνει την τέχνη του ρολογά, κάτι που ήταν το δεύτερο μεγάλο πάθος του μετά το «μπουλγαρί». Σε ηλικία δεκατριών χρόνων το 1924, αγοράζει με τον πρώτο του μισθό το πρώτο του μπουλγαρί, ένα μικρό σε όγκο, μεταχειρισμένο, ξεχασμένο από κάποιον πελάτη σε μια ταβέρνα.
Το όργανο αυτό ασκούσε στο μικρό Φουσταλιέρη μια ιδιαίτερη επιρροή. Ο αδερφός της μητέρας του έπαιζε αυτό το όργανο, αλλά όπως είχε πει και ο ίδιος, εκείνη την εποχή το μπουλγαρί είχε «γεμίσει» το Ρέθυμνο. Τότε βοηθοί της λύρας (όργανα συνοδείας) ήταν κυρίως το μπουλγαρί και το μαντολίνο. Το λαούτο, ο Φουσταλιέρης το θυμάται στο Ρέθυμνο μετά το 1930.
Να τι λέει ο ίδιος: «Όσο μεγάλωνα, τόσο έμπαινα στον νταλγκά του οργάνου!» Έχοντας μάθει αρκετά κοντά στο θείο του, τον Καρεκλά για το μπουλγαρί, άρχισε να πηγαίνει μαζί του σε γάμους και άλλα γλέντια και να τον συνοδεύει σαν «πασαδόρος». «Στα χωριά ζητούσαν τότε χωραΐτικα όργανα από το Ρέθυμνο δηλαδή. Όμως οι γάμοι ήτανε σκληροί, ζόρικοι. Με τα δάχτυλα μετρούσα το πότε είχα κοιμηθεί στο σπίτι μου. Το γαμήλιο γλέντι κρατούσε 5-6 νύχτες. Στα Σφακιά έφτανε και τις 15! Έπαιζα και μ’ έπαιρνε ο ύπνος επάνω στο όργανο».
Έτσι, με τα πρώτα ακούσματα από τις ταβέρνες του Ρεθύμνου και τη συνεργασία του με τον Αντώνη Παπαδάκη (Καρεκλά) ο οποίος ήταν και θείος του, ο Φουσταλιέρης αρχίζει να παίζει όλους τους Κρητικούς ρυθμούς, ακόμα και ρεμπέτικα! Παρόλο που ο Φουσταλιέρης δεν ήταν επαγγελματίας μουσικός (και κρατούσε την τέχνη του ρολογά) ήταν δεξιοτέχνης και δεν άργησε να δημιουργήσει τη δική του σχολή. Ταυτόχρονα, ανέδειξε το μπουλγαρί, από συνοδευτικό όργανο της λύρας και σε σολιστικό, πετυχαίνοντας την καθιέρωσή του στο χώρο της δισκογραφίας των 78 στροφών.
Συνεργάστηκε δισκογραφικά με πολλούς μεγάλους μουσικούς της εποχής. Παράλληλα, στις Ρεθυμνιώτικες συντροφιές έπαιζε συχνά με μικρασιάτες μουσικούς, οι οποίοι είχαν βρεθεί στην Κρήτη μετά τη μικρασιατική καταστροφή. Ιδιαίτερο ρόλο στη διαμόρφωση της μουσικής προσωπικότητας του Φουσταλιέρη έπαιξε η παραμονή του στον Πειραιά (1933-1937).
Από το 1937 έως και το 1992 που πέθανε, ο Στέλιος Φουσταλιεράκης – Φουσταλιέρης ζούσε στο Ρέθυμνο, ασχολούμενος με τις δύο μεγάλες αγάπες του. Την τέχνη του ρολογά και το μπουλγαρί! «Γιατί και οι δυο αυτές τέχνες έχουν μεγάλη σχέση μεταξύ τους, είναι λεπτή δουλειά, όπως παλιά κάναμε τα εξαρτήματα των ρολογιών στο χέρι και τα δουλεύαμε με το φακό, έτσι και στη μουσική χρειάζεται σημασία στη λεπτομέρεια, στην πενιά. Χρειάζεται αξιοπρέπεια τόσο πίσω από τον πάγκο, όσο και όταν παίζω το όργανο.»
Ο Φουσταλιέρης με την ίδια αξιοπρέπεια και το ίδιο αμείωτο μεράκι παρέμεινε ως το θάνατό του, όχι μόνο στην Κρήτη, αλλά και σ’ ολόκληρη την Ελλάδα ένας από τους τελευταίους εκπροσώπους της παράδοσης του ελληνικού ταμπουρά. Γιατί δυστυχώς, στις μέρες μας, η μακραίωνη αυτή παράδοση κινδυνεύει να εξαφανιστεί. Το λαγούτο και το μπουζούκι, εκτόπισαν του μπουλγαρί. Η μουσική του Φουσταλιέρη αποτελεί ένα ξεχωριστό και ιδιαίτερα σημαντικό κεφάλαιο στην ιστορία της Κρητικής μουσικής.
Τα λόγια του περιγράφουν κρυστάλλινα τη σχέση του με την κρητική μουσική: «Το μπουλγαρί το αγάπησα και το αγαπώ. Παίζω πάνω του όποιον σκοπό θέλω: βάλε ζεϊμπέκικο, τσιφτετέλια, νησιωτικά κρητικά, ό,τι θέλεις παίζω. Αλλά ή αγαπημένη μου μουσική είναι η κρητική. Την στέριωσα, την τίμησα, την πλούτισα και τη διατηρώ ακόμη. Πολλά συρτά που παίζονται σήμερα είναι δικά μου».

Δίσκος γραμμοφώνου ο σημερινός. Ηχογραφημένος στην Αθήνα και κομμένος στην Αμερική από την Orthophonic. Τώρα αν ταξίδεψαν οι μαγνητοταινίες (mastertapes) ή ο γραμμοφωνικός δίσκος  που είχε ήδη κοπεί Ελλάδα από την HIS MASTER VOICE (AO-2488) μαζί με το φύλλο φωνοληψίας, είναι άγνωστο. Αυτό γιατί στις ετικέτες του δίσκου εμφανίζεται μόνο ο Μπερνιδάκης και θα ήταν άδικο να ασχοληθώ μόνο με αυτόν, όταν στο μπουλγαρί είναι ο Φουσταλιέρης και ντύνει πανέμορφα την φωνή του Μπαξέ. Στο φάκελο θα βρείτε τις ετικέτες του δίσκου και σε διαφορετική μορφή. Παρακάτω το διαφημιστικό έντυπο της Orthophonic, με τον S-437 και το όνομα του Φουσταλιέρη να λείπει και από εδώ.
Πληροφορίες, φωτογραφίες και το ηχητικό αρχείο ….(εδώ)
 

 

 

 
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου