Παρασκευή 25 Ιουλίου 2025

517. ODEON DSOG 3452 ΜΟΥΝΤΑΚΗΣ ΚΩΣΤΑΣ- ΜΑΡΚΟΓΙΑΝΝΑΚΗΣ ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ- ΔΙΑΚΟΓΙΩΡΓΗΣ ΤΑΣΟΣ 1968

Μουντάκης Κώστας (Μουντόκωστας)- Μαρκογιαννάκης Ευάγγελος (Μαρκοβαγγέλης)- Διακογιώργης Τάσος ODEON DSOG 3452 Συρτός Ρεθυμνιώτικος - Αποχαιρετισμός 1968- 45rpm -7''
«Ο κορυφαίος Κρητικός λυράρης Κώστας Μουντάκης, γνήσιος εκφραστής της Κρητικής παράδοσης, ο οποίος άφησε ανεξίτηλη τη σφραγίδα του από την προσωπική του τεχνική στη λύρα, γεννήθηκε το 1926 στο χωριό Αλφά Μυλοποτάμου στο Ρέθυμνο και μεγάλωσε σε πολυμελή ορφανή οικογένεια. Ήδη σε ηλικία 15 ετών έπαιζε λύρα και τραγουδούσε στο καφενείο του χωριού του. Το 1943 απόκτησε την πρώτη του λύρα και μάθαινε τα μυστικά της από αξιόλογους καλλιτέχνες, τραγουδιστές και λυράρηδες, οι οποίοι βρίσκονταν στο χωριό του ενώ παράλληλα έκανε πολλές δουλειές για τα προς το ζην.
Στην Αθήνα ο Μουντάκης έκανε στέκι του την Κρητική ταβέρνα τα “ΧΑΝΙΑ”, όπου έπαιζε τα Σαββατοκύριακα. Στην ταβέρνα αυτή, έμεινε για δεκαοκτώ χρόνια περίπου, με συνεργάτες του τον Νίκο Μανιά, και αργότερα τον Γιάννη Ξυλούρη (Ψαρογιάννη) και τον Βαγγέλη Μαρκογιαννάκη (Μαρκοβαγγέλη). Κατόρθωσε να καθιερωθεί ως ένας από τους περισσότερο ηχογραφημένους λυράρηδες της Κρητικής μουσικής.
Δίσκοι και τραγούδια όπως: «Ένα ματσάκι γιασεμιά», «Αργαλειός», «Μυλωνάδες και μαζώχτρες», «Κρητικός γάμος», «Η Μάχη της Κρήτης», «Κρητικά νάκλια», «Αναφορά στον Καζαντζάκη», είναι μόνο μερικά δείγματα της τεράστιας δισκογραφίας του. Η καταξίωση και η φήμη του εξαπλώθηκε σε όλη την Κρήτη και στους ξενιτεμένους Κρητικούς και Έλληνες της διασποράς τους οποίους είχε επισκεφτεί πολλές φορές. Για πρώτη φορά πήγε στην Αμερική σε ηλικία 34 ετών το 1960 και το 1971 επισκέφθηκε τον Καναδά, την Αυστραλία την Νότιο Αφρική και άλλες χώρες στις οποίες έμεναν Έλληνες και Κρητικοί μετανάστες.
Σημαντική ήταν, επίσης, η πρωτοβουλία του στην οργάνωση της κρητικής μουσικής διδασκαλίας, δηλωτική της συμβολής του στη διατήρηση της λαϊκής μουσικής παράδοσης του τόπου του. Ιδρύει την πρώτη σχολή λύρας στο Ηράκλειο στο «Ωδείο Απόλλων», το 1979, οπότε ξεκίνησε να διδάσκει σε ηλικία 53 ετών, μετά στο Ρέθυμνο (1980), έπειτα στα Χανιά το 1981 και στον Άγιο Νικόλαο Λασιθίου (1983). Τέλος ιδρύει το «Ελληνικό Ωδείο» στην Αθήνα το 1985.
Ο Κώστας Μουντάκης πέθανε την 31η Ιανουαρίου 1991».
«Ο ΒαγγέληςΜαρκογιαννάκης γεννήθηκε το 1936 στο Σπήλι του Ρεθύμνου από οικογένεια μουσικών. Ο πατέρας του έπαιξε λύρα, τα αδέρφια του Κώστας και Στέλιος λαούτο, ο Χαράλαμπος λύρα και μπουζούκι και ο Γιάννης λαούτο. Άρχισε σε ηλικία 12 χρονών, με πολύ ζήλο και αγάπη για το λαούτο αλλά και τη σύνθεση σκοπών και τραγουδιών.
Αργότερα ερχόμενος στην Αθήνα είχε την ευκαιρία να σπουδάσει και να αποκτήσει περισσότερες γνώσεις πάνω στο αντικείμενο που αγαπούσε τόσο πολύ, δηλαδή την μουσική. Ασχολήθηκε με το κοντραμπάσο στο οποίο πήρε και δίπλωμα από το Ωδείο Αθηνών.
Εργάσθηκε στην Κρατική Ορχήστρα των Αθηνών και στην Συμφωνική της ΕΡΤ. Παράλληλα έβρισκε μεγάλη ευχαρίστηση στο λαούτο. Συνεργάστηκε με τους αξέχαστους Θανάση Σκορδαλό και Κώστα Μουντάκη. Στη δισκογραφία είχε τη μεγάλη συνεργασία με το Νίκο Μανιά, η οποία απέφερε υπέροχα τραγούδια στο ύφος των ταμπαχανιώτικων, καθώς και με το Σπύρο Σηφογιωργάκη, το Μανώλη Κακλή, τον αδερφό του Γιάννη και άλλους. Επίσης έχει γράψει δίσκο σε συνεργασία με τον Μπάμπη Γαργανουράκη με τίτλο "Παίζω με το λαούτο μου". Ακολούθησαν πολλές συνεργασίες όπως με Ζ. Μελεσσανάκη, Καλογρίδη, Ροδάμανθο Ανδρουλάκη, Μάρκο Φουρναράκη, Παντελή Κρασαδάκη, Γιώργο Παπαδάκη, Στέλιο Μπικάκη και Μανώλη Αλεξάκη. Ο Βαγγέλης Μαρκογιαννάκης θεωρείται και είναι ένας εκ των κορυφαίων δημιουργών της Κρητικής μουσικής.»
«Ο Αναστάσιος (Τάσος) Διακογιώργης γεννήθηκε στα Μαριτσά της Ρόδου το 1924. Σε ηλικία δέκα ετών πήρε τα πρώτα μαθήματα σαντουριού. Δυο χρόνια αργότερα άρχισε να  παίζει επαγγελματικά σε λαϊκές εκδηλώσεις (γάμους, πανηγύρια κ. λ. π.). Δέκα πέντε ετών και για έξι χρόνια σπουδάζει βιολί. Το 1954 έρχεται στην Αθήνα και συνεργάζεται με το συγκρότημα της Δόρας Στράτου και παράλληλα σπουδάζει ανώτερα θεωρητικά με τους καθηγητές Μανώλη Καλομοίρη και Λεωνίδα Ζώρα. Η συνεργασία του με τον Μάνο Χατζιδάκι σηματοδότησε την είσοδό του στην ονομαζόμενη «έντεχνη» μουσική. Παράλληλα με το σαντούρι ασχολήθηκε με το ξυλόφωνο, το μεταλλόφωνο, αλλά και με όλη σχεδόν την οικογένεια των κρουστών. Το 1964 έγινε μέλος της ελαφράς ορχήστρας του Ε.Ι.Ρ. και αργότερα μετατάχθηκε στη συμφωνική ορχήστρα της ΕΡΤ όπου και παρέμεινε μέχρι τον Αύγουστο του 1989. Ακολούθησαν ηχογραφήσεις μουσικής για το θέατρο, τον κινηματογράφο και την δισκογραφία Ερμήνευσε έργα του Νίκου Μαμαγκάκη και του Δημήτρη Τερζάκη και υπήρξε σολίστ στο έργο του Δημήτρη Δραγατάκη «κοντσερτίνο για σαντούρι», το 1988. Το «Άξιον Εστί», αποτέλεσε την απαρχή της συνεργασίας του με τον Μίκη Θεοδωράκη.
Ο Γιάννης Μαρκόπουλος τον γνωρίζει απ’ το Νίκο Κούνδουρο όταν του ανέθεσε να γράψει τη μουσική για τις «Μικρές Αφροδίτες» το 1962 (σολίστ Τ.Διακογιώργης). Αμέσως μετά έπαιξε στο χορόδραμα «Θησέας», «Ιθαγένεια», «Χρονικό», «Ελεύθεροι Πολιορκημένοι» (1969-1972). Ακολούθησαν συναυλίες στην Ελλάδα και το εξωτερικό και δίδαξε την τέχνη του σαντουριού σε νέους ανθρώπους.     
Ήταν «άριστα μορφωμένος μουσικά και καταρτισμένος για τις σύγχρονες τάσεις της μουσικής, αποτελεί την πρώτη ίσως προσωπικότητα δεξιοτέχνη ενός ελληνικού οργάνου (που η προέλευσή του βυθίζεται στα πανάρχαια χρόνια) που μπόρεσε να συνδυάσει το παίξιμο με τη γνώση των θεωρητικών της μουσικής παιδείας και τη φυσικότητα και γνησιότητα του οργανοπαίχτη της δημοτικής μουσικής. Του ανήκει η τιμή του πρώτου μουσικού άρχοντα ερμηνευτή στο τιμόνι της ηχοδύναμης του σαντουριού. Σπουδαίος δάσκαλός, ευαίσθητος και εξαιρετικά απλός και ταπεινός» (Γιάννης Μαρκόπουλος 14/3/2007, Ελευθεροτυπία). 
Τα τελευταία χρόνια παρέδιδε μαθήματα σαντουριού στην Αθήνα και από το 1987 δίδασκε σαντούρι και διηύθυνε το «Εργαστήρι Εθνικής Μουσικής Του Πολιτιστικού Οργανισμού Δήμου Ρόδου».
Ο Τάσος Διακογιώργης πέθανε στις 12 Μαρτίου 2007 σε ηλικία 83 ετών.»
Φωτογραφίες και το ηχητικό αρχείο ….(εδώ).
 



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου