Καλλίνικος Δημήτρης (Τσαούσης-Αραπάκης Μήτσος)- Κυριακάτης
Γιάννης- Σέμσης Δημήτρης (Σαλονικιός) ODEON GA 1326 Εύγα
ήλιε εύγα (Καλαματιανός) - Σήκω Διαμάντω (Τσάμικος) 1928- 78rpm- 10''
Στο σημερινό γραμμοφωνικό δίσκο, τρεις ογκόλιθοι της Ελληνικής δισκογραφίας,
Αραπάκης, Κυριακάτης και Σαλονικιός σε δυο κλασσικά δημοτικά τραγούδια
(τραγουδισμένα και από την ΚαΚούλα στην ανάρτηση 16).
«Ο Δημήτρης Καλλίνικος-Τσούσης ή Αραπάκης (βλέπε και αναρτήσεις 44,
197) , γεννήθηκε την Πρέβεζα (ανάμεσα στα χρόνια 1890-1895), μια πόλη που στις
αρχές του αιώνα συνδυάζει μουσικά το παραδοσιακό τραγούδι της περιοχής, το
αστικό ηπειρώτικο τραγούδι (όπως και τα Γιάννενα εξάλλου), αλλά παράλληλα
ακούγεται και το αστικό τραγούδι της Πόλης και της Σμύρνης. Σε ένα τέτοιο
περιβάλλον, η χαρισματική φωνή του Aραπάκη ωριμάζει και βρίσκει δημιουργική
διέξοδο στη δισκογραφία του παραδοσιακού, αλλά και του σμυρναίικου και
ρεμπέτικου τραγουδιού. Ιδιαίτερες οι επιδόσεις του στα αργά και δύσκολα
καθιστικά τραγούδια, που τον αναδεικνύουν σε έναν από τους σημαντικότερους
ερμηνευτές του αιώνα μας στο είδος του.
Έζησε στην Αθήνα. Παντρεύτηκε τη Μαρία ή Μαρίκα «την καλύτερη
μοδίστρα των Αθηνών». Η γυναίκα του πέθανε γύρω στο 1960. Ως τότε έμεναν στα
Σεπόλια. Μετά το θάνατο της γυναίκας του, ο Αραπάκης, έμεινε στα Εξάρχεια. Τα
ίχνη του χάνονται το 1966. Κάποιοι άκουσαν ότι, τον βάλανε στο γηροκομείο, όπου
πέθανε (ανάμεσα στα χρόνια 1967-1970), χωρίς να το μάθει κανείς.
«Ο Μήτσος Αραπάκης, ήταν ο αγαπημένος τραγουδιστής όλων των λεφτάδων
και των γλεντζέδων της εποχής. Ο ιχθυέμποροι, οι χασάπηδες με τις καδένες και
οι έμποροι από τις αγορές Αθήνας και Πειραιά, τον λάτρευαν. Ουρές τα
αυτοκίνητα, έξω από το μαγαζί, που τραγουδούσε προπολεμικά ο Αραπάκης, στην
Κηφισιά, μαζί με άλλους δυο Μήτσους: τον Μήτσο Σαλονικιό και τον Μήτσο
Κυριακίδη (κιθάρα και ούτι- στο σημερινό δίσκο κλαρίνο Κυριακάτης). Όταν δε,
τραγουδούσε, απόλυτη ησυχία. Δε μιλούσε κανείς».»
«Ο Δημήτριος Σέμσης ή Σαλονικιός (1883 - 1950)(βλέπε και
αναρτήσεις 44, 201), βιρτουόζος παραδοσιακός βιολιστής. Ο πατέρας του και ο
παππούς ήταν Ομπρελάδες και επίσης βιολιστές. Γεννήθηκε Κουκουδέας Δημήτριος το
1883 στη Στρώμνιτσα. Στο τέλος του 1919 η οικογένεια του Δημήτριου Σέμση
μετανάστευσε στη Θεσσαλονίκη. Το 1923 παντρεύτηκε τη Δήμητρα Κανούλα και
απέκτησε 4 παιδιά. Στις αρχές του 1927 εγκαθίσταται μόνιμα στην Αθήνα.
Αυτή την εποχή έλαβε το προσωνύμιο Σαλονικιός, μάλλον επειδή κάποιοι
παράγοντες των δισκογραφικών εταιρειών νόμιζαν ότι καταγόταν από τη
Θεσσαλονίκη. Είναι ο πρώτος οργανοπαίκτης που το όνομά του αναγράφεται στις
ετικέτες δίσκων. Στα τέλη της δεκαετίας του 1920, ο Δημήτρης Σέμσης ήταν
Διευθυντής Ηχογράφησης στην ΗΜV και στην Columbia, θέσεις με μεγάλη επιρροή,
τις οποίες και διατήρησε και στις δεκαετίες του 1930 και 1940.
Συμμετείχε σε εκατοντάδες ηχογραφήσεις παραδοσιακών, σμυρναϊκών
και ρεμπέτικων τραγουδιών στο διάστημα 1924 - 1931, παρουσίασε γύρω στο 1928 τα
πρώτα του τραγούδια και το 1931 ανέλαβε την καλλιτεχνική διεύθυνση της His
Master's Voice, θέση που κράτησε μέχρι το θάνατό του. Τη δεκαετία του 1930, ο
Δημήτρης ηχογραφούσε με τη Ρόζα Εσκενάζι γνωρίζοντας μεγάλες επιτυχίες. Συχνά,
την συνόδευε στις ταβέρνες μαζί με τους Τομπούλη, Λάμπρο Σαββαΐδη και Λάμπρο
Λεοναρίδη. Οι συνθέσεις του ηχογραφούνταν από τους μεγαλύτερους καλλιτέχνες της
εποχής εκείνης, όπως η Ρίτα Αμπατζή, ο Στελλάκης Περπινιάδης και ο Στράτος
Παγιουμτζής. Έγραψε ρεμπέτικα και δημοτικά τραγούδια, καθώς και σμυρνέικα και
αμανέδες. Όπως φαίνεται από τις ηχογραφήσεις, ο Δημήτρης ήταν, χωρίς αμφιβολία,
ο μεγαλύτερος βιολιστής που ηχογράφησε στο χώρο του ρεμπέτικου- σμυρνέικου.
Ηχογράφησε πολλές εκατοντάδες δίσκους και πολλοί από αυτούς επανακυκλοφόρησαν
τα τελευταία χρόνια. Το 1972, σε μια συνέντευξή της, η Ρόζα Εσκενάζι είπε ότι ο
Δημήτρης έπαιζε "το καλύτερο βιολί του κόσμου".
Μετά από μια σύντομη νοσηλεία, ο Δημήτρης Σέμσης πέθανε από καρκίνο
στην Αθήνα, στις 13 Ιανουαρίου του 1950.»
«Ο Γιάννης Κυριακάτης (βλέπε και αναρτήση 312) γεννήθηκε το 1884 στην Παπαρούγια (Λεύκα)
Βοιωτίας.Ως νέος έπαιζε καραμούζα. Ένας από τους σημαντικότερους οργανοπαίκτες
του κλαρίνου και ίσως ο πρώτος που απέκτησε μουσική παιδεία.
Το 1906 μετανάστευσε στην Αμερική, όπου η γνωριμία του με τον σμυρνιό
βιολονίστα Γ. Θεολόγο και μέσω αυτού με τον Νικολό Ζάμπο, Ούγγρο κλαρινετίστα
του Ωδείου της Νέας Υόρκης, άλλαξαν τη ζωή του. Σπούδασε μαζί τους μουσική για
επτά χρόνια διαμορφώνοντας ένα πλούσιο ρεπερτόριο με «χόρες» και «ντόϊνες» και
ένα μοναδικό ύφος παιξίματος που τον έκανε περιζήτητο στην ελληνική ομογένεια
και όχι μόνον. Ξεκίνησε από τη Jazz μουσική και αργότερα ασχολήθηκε με την
Ελληνική. Εκτός από κλαρίνο έπαιζε και άλλα όργανα.
Αργότερα ίδρυσε με την κυρία Κούλα την δισκογραφική εταιρεία
«Πανελλήνιον». Επέστρεψε στα Βάγια και παντρεύτηκε την Ευαγγελία το 1928.
Δίδαξε (δωρεάν;) διαμορφώνοντας τη «σχολή Κυριακάτη» (μαθητές του ο ανιψιός του
Συμεών Κυριακάτης και ο Γιάννης Μελισσάρης).
Στην Αθήνα βρέθηκε το 1925 και έπαιξε στο αθηναϊκό κέντρο «Έλατος».
Ταυτόχρονα δημιούργησε δισκογραφία και διετέλεσε παραγωγός της Columbia,
αναβαθμίζοντας τη θέση του κλαρίνου στην αθηναϊκή ελίτ. «Το ύφος, η χροιά της
ερμηνείας του και τα μελωδικά ποικίλματά του είχαν μεγάλη επιρροή στους νεότερους
καλλιτέχνες στην Ελλάδα».
Ήταν της σειράς Καρακώστα-Γιαούζου και στην εποχή του ήταν ο πλέον
επώνυμος. Ήταν αυτός που έμαθε τους Αθηναίους να ακούνε κλαρίνο! Αυτός και ο
Γιαούζος θεωρούνταν καλύτεροι του Καρακώστα στο ότι έπαιζαν από όλους τους
τόνους και είχαν μεγαλύτερο ρεπερτόριο.
Άνθρωπος ευγενής και επιβλητικός, με ιδιαίτερο κύρος, δεν έμοιαζε με
κανέναν από τους μουσικούς της εποχής του. Απεβίωσε το 1957 στα Βάγια Θηβών.»
Φωτογραφίες και το ηχητικό αρχείο …(εδώ).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου