Τετάρτη 26 Ιουνίου 2024

412. ODEON GA 1337 ΛΑΖΑΡΙΔΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ή ΣΠΑΝΟΣ 1928

Λαζαρίδης Γεώργιος ή Σπανός ODEON GA 1337 Κονδυλιές Καστρινιώτικες - Συρτός Κισσανιώτικος (Κισσαμιώτικος) 1928-78rpm -10''
 
«Άγνωστα παραμένουν τα βιογραφικά στοιχεία για τον τραγουδιστή Γιώργο Λαζαρίδη, με την υπέροχη φωνή και τη μικρή παρουσία στη δισκογραφία γραμμοφώνου. Πρόκειται για Μικρασιάτη στην καταγωγή τραγουδιστή, ο οποίος πρέπει να έζησε για κάποιο διάστημα στην Κρήτη, πιθανόν στο Ηράκλειο. Υποδειγματικός αμανετζής, με ιδιαίτερη φωνή υψηλής τεχνικής, εντοπίζεται μεταξύ 1928-1930 σε δεκατέσσερις συνολικά ηχογραφήσεις κρητικών τραγουδιών και αμανέδων στις εταιρίες Pathe, Odeon και Parlophone. Στις ηχογραφήσεις του τον συνοδεύει μικρασιάτικου τύπου ορχήστρα με μουσικούς όπως ο Δημήτρης Σέμσης ή Σαλονικιός και Γιάννης Δραγάτσης ή Ογδοντάκης στο βιολί, ο Χρήστος Μαρίνος στο σαντούρι και ο Κώστας Καρίπης στην κιθάρα.
Μετά το '22 (μικρασιατική καταστροφή- ανταλλαγή πληθυσμών- νωρίτερα ένωση Κρήτης 1913) ήρθαν στην κυρίως Ελλάδα ενάμισι εκατομμύριο πρόσφυγες. Ανάμεσά τους τα μεγαλύτερα ονόματα της μουσικής: δημιουργοί, τραγουδιστές, οργανοπαίχτες. Οι πρόσφυγες αναζητούσαν τόσο διασκέδαση όσο και έκφραση, ώστε να ξεφύγουν για λίγο από τα βάσανα. Έτσι, στην Αθήνα έσμιξαν οι κομπανίες που έπαιζαν στη Σμύρνη και στην Πόλη. Δημιουργήθηκε πάλι η "σμυρναίικη σχολή" που την απετέλεσαν μεταξύ άλλων οι συνθέτες Βαγγέλης Παπάζογλου, Παναγιώτης Τούντας, Σταύρος Παντελίδης, Γιάννης Δραγάτσης (Ογδοντάκης), Δημήτρης Σέμσης (Σαλονικιός), Σπύρος Περιστέρης. Και οι τραγουδιστές Κώστας Νούρος, Γιώργος Βιδάλης, Στελλάκης Περπινιάδης, Λευτέρης Μενεμενλής.
Έχουμε όμως και την "Πολίτικη σχολή" με τους συνθέτες Κ. Σκαρβέλη, Αντώνη Διαμαντίδη, Γρηγόρη Ασίκη, Κώστα Καρίπη και Μαρίκα Πολίτισσα. Τα σμυρναίικα τραγούδια είναι οι προπομποί των κατοπινών ρεμπέτικων της Πειραιώτικης σχολής, αλλά και ένα γερό θεμέλιο για ολόκληρη τη νεότερη ελληνική μουσική.
Το ίδιο συνέβη και στην Κρήτη. Υπήρξε πάντρεμα μουσικών ¨στοιχείων¨ και τεχνικών εκατέρωθεν. Αυτό βέβαια συνέβη κυρίως στις μεγάλες πόλεις Χανιά, Ρέθυμνο, Ηράκλειο και όχι στα χωριά. Το ίδιο υποστήριζε και ο Φουσταλιέρης.»
Η δεύτερη γραμμοφωνική πλάκα του Λαζαρίδη στη Γερμανική Odeon η σημερινή ανάρτηση. Στην πρώτη ανάρτηση 240, πάλι με τον Λαζαρίδη (στο 1336), έχουν προστεθεί κάποια ενδιαφέροντα ερευνητικά στοιχεία που αφορούν τα τραγούδια.
Ο Συρτός Κισσανιώτικος φυσικά είναι Κισσαμιώτικος, κάτι είχαν με την Κίσσαμο από παλιά δεν εξηγείται αλλιώς, το ότι σε αρκετούς δίσκους δεν αναφέρεται σωστά (δες την ανάρτηση του Ροδινού 178 – Κυσσανιώτικος). Στις φωτογραφίες εικόνες από την ανταλλαγή πληθυσμών και την ένωση της Κρήτης. Στην πρώτη εικονίζονται πρόσφυγες με έναν λυράρη ανάμεσα τους.  
Φωτογραφίες και το ηχητικό αρχείο …(εδώ).
 

 

Κυριακή 23 Ιουνίου 2024

411. MUSIC BOX MB 720 ΒΕΝΙΑΝΑΚΗΣ ΝΙΚΟΣ- ΞΥΛΟΥΡΗΣ ΓΙΑΝΝΗΣ 1967

Βενιανάκης Νίκος (Βενιανός)- Ξυλούρης Γιάννης (Ψαρογιάννης) MUSIC BOX MB 720 Κρασουνιανός συρτός - Πάρε με να καλαμίζω (Καλαματιανός) 1967- 45rpm- 7''
«Ο Νίκος Βενιανάκης (Βενιανός) γεννήθηκε στο Μυλοπόταμο Ρεθύμνου. Όταν τελείωσε τον στρατό έπιασε δουλειά σε έναν εργολάβο στην Αθήνα, δούλευε πλακάς. Αλλά το μεράκι ντου ήτανε η λύρα. Και άφησε και την οικοδομή μετά και πιάστηκε στην λύρα. Αλλά είχανε όμως δουλειά πολύ, γιατί παίζανε σχεδόν κάθε βράδυ. Επαγγελματικά έπαιζε Παρασκευοσαββατοκύριακο. Αλλά όταν τύχαινε μια παρέα σε ένα καφενείο σε ένα αυτό… «Ποιος θα ‘ρθει;» «Ο Βενιανός», «Ποιος θα ‘ρθει;», «Ο Βενιανός». Αλλά σου λέω έπαιζε καλή λύρα και τον συνοριζότανε στα κέντρα ποιος θα τον πρωτοπάρει, διηγείται η γυναίκα του Μαρία Βεννινάκη.
Η Μαρία Βεννιανάκη, το γένος Τρούλη, γεννήθηκε στον Άγιο Ιωάννη Μυλοποτάμου. Σε νεαρή ηλικία μετακομίσει στον Κρασούνα Μυλοποτάμου λόγω ενός φονικού που αποδόθηκε στην οικογένειά της, ενώ αργότερα βρέθηκε στην Αθήνα, όπου εργάστηκε σε εργοστάσιο με αργαλειά και αργότερα στην Εθνική Τράπεζα. Από μικρή είχε πάθος με την κρητική μουσική και τον χορό, και το 1965 παντρεύεται τον Νίκο Βενιανάκη, γνωστό λυράρη της εποχής. Μαζί ζουν αξέχαστα γλέντια με παρέες τον Κώστα Μουντάκη, τον Νίκο Ξυλούρη, τον Μανώλη Κακλή, τους Κατσαμάδες και άλλους. Μέσα από τις περιγραφές της (βλέπε στις πληροφορίες ολόκληρη την συνέντευξη) βλέπουμε την θέση της γυναίκας στο κρητικό γλέντι αλλά και τις επιλογές που έκανε η ίδια, ούσα στο πλευρό ενός καταξιωμένου οργανοπαίχτη.
Πρώτη μαντινάδα που της αφιέρωσε:
«Εκέρδισα την, την φιλιά και την αγάπη που ‘χα,
και φαίνεται μου πως φορώ του βασιλιά τα ρούχα».
Για το τραγούδι της δεύτερης πλευράς, το ¨Πάρε με να καλαμίζω¨ αναφέρει:
«Το θυμάμαι το έχει βγάλει με τον Γιάννη τον Ξυλούρη, δίσκο για να σου πω για τον Ξυλούρη πώς τον εγνώρισα. Και λέει:
«Έμαθα κυρά πως ‘φαίνεις κι όμορφη δουλειά μαθαίνεις
κι ήρθα να σου μασουρίζω για να σ΄ανακαθαρίζω».
Αυτά είναι του αργαλειού δεν ξέρω αν τα ξέρεις αυτά… τις λέξεις δηλαδή. Και πρόσθεσε και ο Νίκος τότε: «Να σου βάλω και τον σφίχτη άπου σάικα σου λείπει». Αυτοί στο πονηρό το βάλανε αυτοί αλλά αυτό ταιριάζει, γιατί όντως το αργαλειό έχει σφίχτη που σφίγγει το νήμα για να μην φεύγει. Και το γράψανε με τον Γιάννη τον Ξυλούρη ερχότανε σπίτι ο Γιάννης και κάνανε πρόβες. Το τραγουδούσα εγώ της μικρής και το άκουσε ο Νίκος και μου λέει: «Ξαναπές μου το και ξαναπές μου το και ξανάπες μου το» και το έγραψε στην λύρα το… το αποτύπωσε στο μυαλό του. Και είπε του Γιάννη του Ξυλούρη: «Θα ‘ρθεις να γράψουμε ένα τραγούδι που μου το έμαθε η γυναίκα μου;». Και ήρθε ο Γιάννης στο σπίτι κάνανε πρόβα και το γράψανε. Μετά όμως το άκουσε ο Ξυλούρης ο Νίκος και λέει του Γιάννη πες του Βενιανού αν εθέλει να ξαναγράψουμε το Αργαλειό. Και το αργαλειό πολλοί τώρα νομίζουν ότι είναι του Ξυλούρη αλλά δεν είναι του Ξυλούρη είναι του Νίκου. Έχω και το δίσκο του και συγκεκριμένα ήθελε να με βάλει εμένα σαν... Επειδή ήτανε το τραγούδι δικό μου αλλά εγώ δεν ήθελα.
Του λέω βάλε το εξ ολοκλήρου στο όνομα σου. Και ήρθε που λες ο Νίκος ο Ξυλούρης στο σπίτι και γνωριστήκαμε. Γίναμε φίλοι, πηγαίναμε στο μαγαζί που έπαιζε ερχόντανε αυτός ξέρω γω με την Ουρανία την γυναίκα του. Κάποια στιγμή αρρώστησε ο Ξυλούρης, αρρώστησε ο Ξυλούρης. Και στην κηδεία του είχα πάει. Εχάσαμε τον Ξυλούρη και ρωτήσαμε τον Γιάννη: «Πού είναι ο Νίκος; Πού βρίσκεται; να πάμε να τον εδούμε» και λέει: «Τον έχει πάρει ένας κουμπάρος του, ένας φίλος του και τον έχει πάει στο εξοχικό του. Δεν θέλει να βλέπει κανένα γιατί είναι στα τελευταία του.» Και λέει ο Νίκος: «Εγώ θα πάω να τον εδώ κι ας μην μ’ αφήσουνε να μπω μέσα.» Και πήγαμε με το μηχανάκι. Είχαμε μηχανάκι τότε δεν είχαμε αμάξι. Και πήγαμε με το μηχανάκι και το... εγώ δεν πήγα μέσα να τον εδώ. Μου λέει η Ουρανία: «Καλύτερα να μην τον εδείς να θυμάσαι τον Νίκο που ήξερες.» Και μπήκε ο Νίκος και τον είδενε και βγήκε ο Νίκος έξω με τα δάκρυα. Και μου λέει: «Άμα δεις ένα Ξυλούρη.» «Καλύτερα να μην τον εδώ.» Και έτσι γνωριστήκαμε και έτσι ήτανε το τέλος του Ξυλούρη.»
Ο Δημήτρης Βεργαδής από τις Μέλαμπες της Κρήτης σε ακόμα μια συνέντευξη αφηγείται: «Ναι, στον Λόφο Αξιωματικών ήταν πάρα πολλοί Κρητικοί. Εκεί έπαιζεν ο… πώς τον λένε μωρέ; Ο Βενιανός ο Νίκος, Βενιανάκης. Καλός λυράρης και καλός άνθρωπος. Καλός φίλος. Ναι! Τον Βενιανό, βέβαια. Αυτός ήτανε σύντεκνοι με τον Μουντάκη. Του είχε βαφτίσει ο Μουντάκης ένα κοπέλι. Κι έπαιζε τα μουντακίστικα, σαν και τον Μουντάκη τα ’παιζε. Επήγα μια φορά στον «Πατούχα» που επαίζενε και ήταν κι ο Τζανιδάκης ο Κωστής. Κι ο Αποστόλης ο αδερφός του κι αυτός παίζει λύρα, έπαιζε κι αυτός, στου «Προβιά» θαρρώ πως έπαιζε. Και θυμάμαι κι εβάλαν τη ρακή στο παπούτσι, στο παπούτσι, και την πίναν απ’ το παπούτσι τη ρακή. «Για όνομα του Θεού ίντα κάνετε επαέ;».
Εξαιρετικός ο Ψαρογιάννης στον Κρασουνιανό συρτό. Ο καλαματιανός, που δεν θυμίζει τον αργαλειό του Μουντόκωστα, ούτε την διασκευή του Ψαρονίκου, τα έχει μπερδέψει λίγο η Μαρία Βεννιανάκη. Ο Βενιανός δισκογραφικά έχει δυο 45άρια (το δεύτερο στην ανάρτηση 25) και τέσσερις συμμετοχές σε LP δίσκους.
Πληροφορίες, φωτογραφίες και το ηχητικό αρχείο …(εδώ).
 

 

Πέμπτη 20 Ιουνίου 2024

410. ODEON DSOG 3291 ΚΑΡΑΜΠΕΣΙΝΗ ΑΝΝΑ- ΣΑΡΡΗ ΕΦΗ 1966

Καραμπεσίνη Άννα- Σαρρή Έφη (Ευτυχία) ODEON DSOG 3291 Έφυγες κι' είμαι μόνη μου (Μανωλιός) - Στ' ορκίζουμαι περιβολαριά 1966- 45rpm- 7''
Η Άννα και η Έφη Σαρρή (Ευτυχία) ήταν αδελφές (βλέπε και ανάρτηση 25) που γεννήθηκαν από μουσική οικογένεια στην Αντιμάχεια της Κω το 1923 και το 1933 αντίστοιχα και ασχολήθηκαν από κοριτσάκια με το παραδοσιακό τραγούδι των Δωδεκανήσων κατακτώντας εξέχουσα θέση.
Η Άννα Σαρρή-Καραμπεσίνη είχε από ηλικία ταλέντο στο τραγούδι, καθώς οι γονείς της ασχολούνταν με τη μουσική και το τραγούδι.
Μαζί με την αδερφή της Έφη Σαρρή, τραγούδησαν για πολλά χρόνια παραδοσιακά τραγούδια και συνέβαλλαν σημαντικά στην ανάδειξη της μουσικής παράδοσης της Κω και των Δωδεκανήσων.
Στην Αθήνα στις αρχές του ΄50 η συνάντησή της με τον Σίμωνα Καρά ήταν καθοριστική για την μετέπειτα καλλιτεχνική πορεία της Άννας.
Η Άννα με την συνοδεία της αδερφής της Ευτυχίας, που είχε ωραία και μελωδική φωνή, ηχογράφησαν 23 δίσκους των 33 στροφών, πράγμα σπάνια για την εποχή και μάλιστα για καλλιτέχνες της παραδοσιακής μουσικής, λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι δεν ζούσαν στην Αθήνα ούτε δούλεψαν ποτέ σε νυχτερινά κέντρα.
Τραγούδια της ξενιτιάς, της αγάπης, της θάλασσας με κορυφαία τα ¨ΑΡΓΑ¨ που ανεπανάληπτα έχει τραγουδήσει η Άννα, μιας και η ερμηνεία της σε αυτά είναι συγκλονιστική.  Η Άννα και η Ευτυχία εκτός των δίσκων πήραν μέρος σε πολλές τηλεοπτικές εκπομπές καθώς και σε προγράμματα της Ελληνικής Ραδιοφωνίας με τον Όμιλο: Άννας Σαρρή-Καραμπεσίνη.
Στο εξωτερικό Αμερική, Καναδά και Αυστραλία η παρουσία της Άννας σε εκδηλώσεις της ομογένειας ήταν και παραμένει μία αξέχαστη εμπειρία για τους ξενιτεμένους μας.
Η Άννα Σαρρή-Καραμπεσίνη διέσωσε ηχογραφώντας πολλούς παλιούς σκοπούς και τραγούδια που σίγουρα θα είχαν χαθεί. Επίσης έγραψε τους στίχους σε πολλά τραγούδια της εκφράζοντας τους καημούς, τα βάσανα αλλά και τις χαρές των ανθρώπων γνήσια, αυθεντικά και απλά έτσι όπως συμβαίνουν στην ζωή μας.
Η Έφη (Ευτυχία) Σαρρή ήταν και αυτή τραγουδίστρια της δημοτικής και παραδοσιακής μουσικής. Με την αδερφή της Άννα Καραμπεσίνη τραγούδησε παραδοσιακά και δημοτικά τραγούδια. Πέθανε αιφνιδίως σε ηλικία 68 ετών και ενώ η αδερφή της βρισκόταν στην Αυστραλία για να τραγουδήσει στους εκεί Δωδεκανήσιους.
Φωτογραφίες και το ηχητικό αρχείο …(εδώ).
 

 

Δευτέρα 17 Ιουνίου 2024

409. COLUMBIA SCDG 2917 ΚΟΛΛΗΤΗΡΗ ΣΟΦΙΑ- ΚΟΝΤΟΓΙΩΡΓΟΣ ΚΩΣΤΑΣ- ΚΟΡΟΣ ΓΙΩΡΓΟΣ 1961

Κολλητήρη Σοφία (Αηδόνι της Ρούμελης- θηλυκός Καζαντζίδης)- Κοντογιώργος Κώστας- Κόρος Γιώργος COLUMBIA SCDG 2917 Μένα μου τώπαν δυο λουλούδια (Τσάμικο) - Τ' άσπρα να βάλεις σήμερα (Συρτό) 1961- 45rpm- 7''
«Η Σοφία Κολλητήρη (βλέπε και ανάρτηση 45) γεννήθηκε το 1944 στο Βελενίκο της Φωκίδας. Εκεί μεγάλωσε με τα έξι αδέρφια της και τους γονείς τους. Η κλίση της για το τραγούδι ήταν φανερή από τότε που ήταν μαθήτρια του δημοτικού. Ένα από τα άτομα που της ενίσχυσαν το ταλέντο της αυτό, ήταν η δασκάλα που είχε στο δημοτικό, η οποία είχε σπουδάσει και μουσική. Αυτή μίλησε στους γονείς της λέγοντάς τους πως θα ήταν άδικο να χαθεί και να μην αξιοποιηθεί ένα τέτοιο ταλέντο και να μην γίνει επαγγελματίας τραγουδίστρια. Επικαλέσθηκε μάλιστα τις καλές αμοιβές που θα είχε, συγκρίνοντας με τις δικές της που είχε κάτσει τόσα χρόνια στα θρανία. Από «πιτσιρίκι» άρχισε να συμμετέχει στα πανηγύρια και να κερδίζει τις εντυπώσεις .
«Πήγαινα έκτη δημοτικού, όταν ήρθε η δασκάλα μου στο σπίτι και είπε στον πατέρα μου ότι έχω μεγάλο ταλέντο και ότι, αν με στείλει να γίνω τραγουδίστρια, θα κάνω μεγάλη καριέρα. Εκείνος δεν το καταδέχτηκε. Δεν επιθυμούσε η κόρη του να ανέβει στο παλκοσένικο. “Μην της σηκώνεις τα μυαλά” της απάντησε. Κι εκείνη φεύγοντας του ανταπάντησε ότι μια ημέρα θα γινόμουν μεγάλη και σπουδαία».
Τον Ιούνιο του 1957 η Σοφία τελειώνοντας την έκτη τάξη ερμηνεύει το δημοτικό τραγούδι «Γεροδήμος» στην καλοκαιρινή σχολική γιορτή, αποσπώντας το παρατεταμένο χειροκρότημα των συμμαθητών της. Χαμογελούσε και η καρδιά της χτυπούσε δυνατά. Ονειρευόταν τη στιγμή που θα τραγουδούσε μπροστά σε κοινό και η τύχη δεν άργησε να έρθει με το μέρος της.
Έξι μήνες μετά στη γιορτή του Αγίου Σπυρίδωνα εμφανίστηκε σε πανηγύρι διπλανού χωριού με την ορχήστρα του θείου της Κώστα Κούτρα, που έπαιζε σαντούρι. Ο κόσμος την αποθέωσε! Εκείνο το βράδυ η 13χρονη Σοφία έβγαλε τα πρώτα της χρήματα: 370 δραχμές. «Ηταν παραμονή Χριστουγέννων. Κρατούσα τα χρήματα στη χούφτα μου και, όπως γύρισα πίσω το πρωί, τα έδωσα στον μπαμπά μου. Μεγάλες χαρές στο σπίτι μας. Αγοράσαμε παπούτσια για τα αδέλφια μου και φαγητά για το γιορταστικό τραπέζι. Ο θείος μου κατόπιν με πήρε υπό την προστασία του και ξεκίνησα να τραγουδάω και να πληρώνομαι» λέει η δημοτική αοιδός.
Είναι η εποχή που ο τρόπος αυτός της διασκέδασης ανθεί στην ελληνική επαρχία ενώ το δημοτικό τραγούδι παράλληλα γνωρίζει δόξες και στα περίφημα «στέκια» γύρω από την περιοχή της πλατείας Ομονοίας και όχι μόνο . Μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα η φήμη της μικρής Σοφίας εξαπλώνεται σε όλη τη Φωκίδα ενώ ταυτόχρονα αρχίζει να αγκαλιάζει και τους γειτονικούς νομούς. Δουλεύει πλέον συστηματικά στα πανηγύρια και σε διάφορα γλέντια, σε γάμους, σε βαφτίσια και γιορτές. Στις αρχές του 1958 τραγουδάει τον «Σελίμπεη» σε ταβέρνα της Ακράτας με το συγκρότημα του Νίκου Καλτσά χαλώντας κόσμο. Εκεί εμφανίζεται και ο Μέγας Γιώργος Παπασιδέρης με το συγκρότημά του και που ως γνωστόν πάντα αποτελούνταν από εξαίρετους οργανοπαίκτες.
Η Σοφία Κολλητήρη παρά την παιδική της ηλικία κατάφερε να ξεχωρίσει και να συγκεντρώσει πάνω της όλα τα βλέμματα . Είναι χαρακτηριστικό ότι ακόμα κι αυτός ο μεγάλος κι έμπειρος Γιώργος Παπασιδέρης δεν έμεινε ασυγκίνητος μπροστά στο ταλέντο της και έδειξε προθυμία να την γνωρίσει καλύτερα. Την φωνή του άκουγε και μελετούσε μέσα από δίσκους γραμμοφώνου αλλά και το ραδιόφωνο και διαμόρφωνε κι εκείνη το ρεπερτόριο της. Έτσι όταν τον συνάντησε στο πανηγύρι της Ακράτας ντρεπόταν ακόμα και να του μιλήσει .Με ευχαρίστηση όμως δέχτηκε τα καλά του λόγια σχετικά με το ταλέντο και τις δυνατότητες που είχε. Δεν είναι μικρό πράγμα σε ηλικία μόλις δεκατεσσάρων ετών να σου προτείνει ο Παπασιδέρης να συνεργαστείς μαζί του στο πάλκο και στην δισκογραφία.
Η Κολλητήρη όμως αρνείται τις δελεαστικές του προτάσεις παρ ότι στην ουσία είναι αυτό που επιθυμεί η ίδια καθώς γνωρίζει την αντίδραση των γονιών της. Η αντίθεση της οικογένειάς της κάμπτεται μερικούς μήνες αργότερα όταν ο ίδιος ο Παπασιδέρης αλλά και ο διευθυντής της Κολούμπια Τάκης Λαμπρόπουλος την καλούν να ηχογραφήσει στο εργοστάσιο της εταιρείας στην Ριζούπολη. Η Σοφία μπαίνει για πρώτη φορά σε στούντιο ηχογράφησης αλλά αυτό δεν την εμποδίζει να ηχογραφήσει σε μία μόλις μέρα δώδεκα τραγούδια τα οποία καλύπτουν τις όψεις έξι μικρών δίσκων σαράντα πέντε στροφών οι οποίοι και κυκλοφόρησαν σταδιακά στην αγορά. Λίγες μέρες αργότερα η φωνή της ακούγεται στο ραδιόφωνο και μαγεύει τους ακροατές.
Οι έξι αυτοί οι μικροί δίσκοι σαράντα πέντε στροφών έγιναν ανάρπαστοι κι έτσι η Σοφία με το ντεμπούτο της στη δισκογραφία και παρά τη μικρή της ηλικία καθιερώνεται ως λαοφιλής ερμηνεύτρια του παραδοσιακού ρεπερτορίου. Η μεγάλη αυτή επιτυχία είχε σαν αποτέλεσμα την αναγκαστική πλέον παραμονή της στην Αθήνα. Δουλεύει στα καλύτερα δημοτικά κέντρα συνεργαζόμενη με όλους τους κορυφαίους ερμηνευτές και οργανοπαίκτες . Ιστορική θα μείνει η συνεργασία της με τον Γιώργο Κόρο τόσο στην νυχτερινή διασκέδαση όσο και στην δισκογραφία αλλά και το Στάθη Κάβουρα. Μεγάλες δόξες θα γνωρίσει και στο πλευρό του Δημήτρη Ζάχου.
Στα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του εξήντα βρέθηκε να δουλεύει μαζί με τον Στέλιο Καζαντζίδη και τη Μαρινέλλα -που εκείνη την περίοδο μεσουρανούσαν- στο κέντρο «Κουλουριώτης» στις Τζιτζιφιές. Η ίδια προτίμησε να ασχοληθεί στενότερα με το δημοτικό τραγούδι που την εκφράζει τόσο σαν ρεπερτόριο όσο και σαν τρόπος διασκέδασης αντί να περάσει στο λαϊκό. Βέβαια στην πολύχρονη καριέρα της η Κολλητήρη ερμήνευσε και λαϊκοδημοτικά και τσιφτετέλια που όμως όλα στη βάση τους είχαν στοιχεία από την παραδοσιακή μουσική. Πάνω σε αυτό το ύφος η συνεργασία της με τον Κώστα Σούκα απέφερε μεγάλους δίσκους τριάντα τριών στροφών που περιείχαν μεγάλα σουξέ .Άλλες σημαντικές συνεργασίες που η ίδια ξεχωρίζει είναι αυτές με τον «πολύ» Στάθη Κάβουρα και τον δεξιοτέχνη κλαρινίστα Γιάννη Βασιλόπουλο. Παράλληλα η Κολλητήρη ταξίδεψε σε όλα τα μήκη και πλάτη της γης, όπου υπάρχει Ελληνισμός, όπου και αποθεώθηκε από την ομογένεια και όχι μόνο.»
Πληροφορίες και βιογραφικά στοιχεία για τον Κόρο και τον Κοντογιώργο σε παλαιότερες αναρτήσεις. Εξαιρετική η φωνή της Κολλητήρη και το παίξιμο του Κόρου στο σημερινό δισκάκι.
Φωτογραφίες και το ηχητικό αρχείο …(εδώ).
 

 
 

Παρασκευή 14 Ιουνίου 2024

408. PANIVAR PA-361 ΠΕΡΙΣΤΕΡΗΣ ΑΝΤΩΝΙΟΣ- ΝΕΝΕΔΑΚΗΣ ΜΑΡΚΟΣ 1971

Περιστέρης Αντώνιος- Νενεδάκης Μάρκος PANIVAR PA-361 Άπονη καρδιά (Συρτός) - Η χήρα (Καλαματιανός) 1971- 45rpm- 7''
«Ο Αντώνης Περιστέρης (βλέπε αναρτήσεις 25 και 157) γεννήθηκε στο χωριό Γέργερη, Ηρακλείου Κρήτης. Αυτοδίδακτος λυράρης και πατέρας του λυράρη Μανώλη Περιστέρη.
Ήταν το 1962 όταν ο Αντώνης Περιστέρης εγκατέλειπε την Κρήτη για να εγκατασταθεί, οικογενειακά, μόνιμα στην Αθήνα. Καταξιωμένος, ήδη λυράρης ο Αντώνης Περιστέρης ήταν από τους πρώτους πού έπαιξαν και διέδωσαν την κρητική μουσική στην Αθήνα παίζοντας στα πιο γνωστά, τότε κρητικά μαγαζιά της πρωτεύουσας.
Ταυτόχρονα είχε συνεργασίες με γνωστά συγκροτήματα της εποχής όπως το Λύκειο Ελληνίδων, τα συγκροτήματα Δημόγλου, τη Δώρα Στράτου κλπ.
Όμως, κρυφός του πόθος ήταν να δημιουργήσει ένα κρητικό στέκι όπως εκείνος το φαντάζονταν πως πρέπει να είναι. Καθαρά Κρητικό και παραδοσιακό. Η πρώτη του απόπειρα είχε σαν αποτέλεσμα να δημιουργηθεί το ¨Μητάτο¨, ένα μικρό μαγαζί με κρητικά προϊόντα που γρήγορα έγινε τόπος συνάντησης των Γεριανών και όχι μόνο, της Αθήνας. Το μεγάλο όμως όνειρο του Αντώνη Περιστέρη έγινε πραγματικότητα το Νοέμβρη του 1974 χρονιά κατά την οποία εγκαινίασε ¨ΤΟ ΚΑΣΤΡΟ¨, το κρητικό κέντρο διασκέδασης που έμελε να γίνει ο ναός της κρητικής παράδοσης στην Αθήνα.
Όσα και να πει κανένας για αυτό το μαγαζί θα είναι λίγα. Τα ατελείωτα γλέντια με τη λύρα του Αντώνη πρώτα και αργότερα του Μανώλη, τα παραδοσιακά πιάτα της κυρίας Μαρίας, τις Πέμπτες με το ΚΕΛΑΡΙΚΟ. Τελειωμό δεν έχουν οι όμορφες αναμνήσεις από το Κάστρο των Περιστέρηδων και της παράδοσης.
Για τους νεώτερους να θυμίσουμε ότι το κάστρο των Περιστέρηδων είχε τις ιδιαιτερότητές του σε σχέση με τα άλλα κρητικά κέντρα διασκέδασης. Μια από αυτές ήταν ότι δεν άλλαζε κάθε εβδομάδα συγκρότημα. Για παράδειγμα οι λαουτιέρηδες που κατά καιρούς έπαιξαν με τον Αντώνη και τον Μανώλη στο Κάστρο έμεναν όσα χρόνια ήθελαν στο μαγαζί και μόνοι τους, πάντα, αποφάσιζαν πότε θα αποχωρήσουν. Με τον τρόπο αυτό υπήρχε πάντα ένα "δέσιμο" ανάμεσα στους πελάτες και τους καλλιτέχνες που δεν συναντούσε κανείς στα άλλα κρητικά μαγαζιά της Αθήνας. Αυτός, ίσως, να είναι και ο κυριότερος από τους λόγους που το ΚΑΣΤΡΟ είχε πάντα σταθερή και καλή πελατεία που εμπιστεύονταν τους Περιστέρηδες και ήξερε γιατί πήγαινε φανατικά στο συγκεκριμένο μαγαζί.
Συνεργάτες των Περιστέρηδων : Καρμπαδάκης Πέτρος-Νικηφοράκης Ηλίας ήταν στο ξεκίνημα και ακολούθησαν οι : Μιχάλης Ρουσσάκης, Ζαχάρης Φασουλάς, Βασίλης Κατσαμάς, Σαλούστρος Αντώνης, Καμπουράκης Κώστας, Δελιδάκης Στέλιος, Πυθαρούλης Βαγγέλης (στο ΚΑΣΤΡΟ "βαπτίστηκε" κρητικός καλλιτέχνης-λαουτιέρης), Σηφάκης Παύλος, Δημήτρης και Μανώλης Σκουλάς, Κουτεντάκης (κιθάρα) Μανώλης Κουμιώτης, Νταγιαντάς Γιώργης, Αποστολάκης Δημήτρης, Τσαγρής Άγγελος, Παπαδάκης Μιχάλης και Μάρκος Νενεδάκης.
Τελευταίος συνεργάτης των Περιστέρηδων στο Κάστρο για πολλά χρόνια ήταν ο Ανδρέας Βαρβατάκης που στο τελευταίο διάστημα της αρρώστιας του Μανώλη έπαιζε με τον Γιώργο το Σκορδαλό στη λύρα και τον Λευτέρη Φραγκιουδάκη στο λαούτο. Τελευταίος ο φίλος κατ' αρχήν και μόνιμος συνεργάτης του Μανώλη Περιστέρη, ο Στάθης Μελεούνης, που μπήκε νεαρός με την κιθάρα του στο ΚΑΣΤΡΟ, όταν απολύθηκε από το στρατό και έμεινε μέχρι το αναπάντεχο τέλος, στις 20 Δεκέμβρη του 2005, πού χάθηκε ο Μάνος.
Επτά μήνες αργότερα, 7 Ιουλίου του 2006, έσμιγαν Αντώνης και Μανώλης.»
Φωτογραφίες και το ηχητικό αρχείο …(εδώ).
 

 

Τρίτη 11 Ιουνίου 2024

407. LYRA LS 1199 ΝΤΟΥΡΟΥΝΤΑΚΗΣ ΛΕΥΤΕΡΗΣ- ΤΖΙΜΑΚΗΣ ΓΙΩΡΓΟΣ 1966

Ντουρουντάκης (Δουρουντάκης) Λευτέρης- Τζιμάκης (Τσαγκαράκης) Γεώργιος LYRA LS 1199 Αν μ' αρνηθείς καμιά φορά (Συρτός Βουκολιανός) - Για την αγάπη σουδωσα (Συρτός Παραπονιάρικος) 1966-45rpm- 7''
«Ο Λευτέρης Ντουρουντάκης γεννήθηκε το 1917 στο Γεράνι, Κυδωνίας, Χανίων. Πολύ καλός τραγουδιστής και λαγουτιέρης. Μια ζωή αφιερωμένη στη μουσική. Δεν έκανε οικογένεια.
Κύριο επάγγελμα η μουσική καλλιτεχνική του ενασχόληση. Λεβέντης, λιγόλογος, ταπεινός και γλεντζές.
Ξεκίνησε με μαντολίνο. Στη δισκογραφία τον συναντάμε στο σημερινό δισκάκι παρόλο που τον θέλουν να έχει συμμετοχή και σε πλάκες γραμμοφώνου. Αργότερα και σε κασέτες.
Φωνή μοναδική, μόνιμος συνεργάτης ¨Ραδιοφωνικού Σταθμού Αθηνών¨ γράφει η κάρτα του. Το ίδιο αναγράφεται και στην πλάκα του τάφου του, στο νεκροταφείο του χωριού του. Εκπομπές έκανε και στην τοπική ραδιοφωνία στα Χανιά. Όταν το τότε Ε.Ι.Ρ. στεγαζόταν πρόχειρα κοντά στην αγορά.
Έζησε πολλά χρόνια στην Αθήνα, όπου συνεργάστηκε με τον Κώστα Μουντάκη. Τα τελευταία χρόνια έζησε στην Κρήτη, όπου συνεργάστηκε με τον Γαλαθιανό, τον Μαύρο, τον Τζιμάκη, τον Γ.Αναγνωστάκη, τον Νταντινάκη, τον Χαραλάμπη Παπουτσάκη κ.α.
Γύρισε όλη την Κρήτη και κυρίως στα Σφακιά (στους Καλούς Λάκκους χωριό ερειπωμένο σήμερα) που τον καλούσαν τακτικά γιατί είχε συγγενείς.
Ο Λευτέρης Ντουρουντάκης απεβίωσε το 1982.»
«Ο Γιώργος Τζαγκαράκης (Τζιμάκης- βλέπε ανάρτηση 3, 72, 209 και 352) γεννήθηκε στο Ρέθεμνος το 1913 από πατέρα Ρεθεμνιώτη και μητέρα Xανιώτισσα και συγκεκριμένα από το Σέλινο. Δεν θα προλάβει να χαρεί την ξεγνοιασιά της παιδικής του ηλικίας καθώς ο πατέρας του πέθανε νωρίς και ο Γιώργης έπρεπε να δουλέψει για να βοηθήσει τη μάνα του και τις τρεις αδερφές του. Σε ηλικία 9 ετών το 1922, δούλευε σε ένα καφενείο, δίπλα στη Χωροφυλακή Ρεθύμνης σερβίροντας καφέδες. Στο καφενείο αυτό σύχναζαν παρέες που έπαιζαν μαντολίνο και τραγουδούσαν. Εκεί θα πάρει τα πρώτα του ερεθίσματα για να ασχοληθεί μετέπειτα με την μουσική και το τραγούδι.
Με τις οικονομίες που μάζεψε από την δουλεία του στο καφενείο απέκτησε το πρώτο του όργανο, ένα μαντολίνο που το διάλεξε μαζί με τον παιδικό του φίλο Ανδρέα Ροδινό. Κάποιος Καραμπέτης που ζούσε στο Ρέθυμνο και έπαιζε ούτι, θα τον βοηθήσει να κάνει τα πρώτα του μουσικά βήματα. Ο Τζιμάκης παρόλα αυτά ήταν ένας αυτοδίδακτος καλλιτέχνης, όχι μόνο στο μαντολίνο, αλλά και σε όλα τα άλλα όργανα με τα οποία ασχολήθηκε στην ζωή του.
Στα 14 του χρόνια το 1927, όχι μόνο έπαιζε πολύ καλά μαντολίνο, αλλά κάνει και μαθήματα σε άλλους νεαρούς του Ρεθύμνου. Σ' αυτή την ηλικία, "με κοντά παντελονάκια" όπως λέει ο ίδιος, παίζει σε γάμους και πανηγύρια, πότε μόνος του με το μαντολίνο και πότε με το νεαρό τότε λυράρη Αντώνη Παπαδάκη (Καρεκλά).
Σε ηλικία 16 ετών το 1929, γνωρίζει στο Ηράκλειο τον μεγάλο βιολάτορα της Ανατολικής Κρήτης, Στρατή Καλογερίδη και μάλιστα θα τον συνοδεύσει μερικές φορές με το μαντολίνο. Ο Καλογερίδης εντυπωσιάζεται από το παίξιμο του Τζιμάκη και τον παρακινεί να συνεχίσει με το ίδιο ζήλο.
Ο Γιώργης Τζιμάκης παρέμεινε ακμαίος και πνευματικά διαυγής μέχρι το τέλος της ζωής του. Έπαιζε, χόρευε και τραγουδούσε με το ίδιο κέφι, υπηρετώντας με το ίδιο πάθος την μουσική μας Παράδοση. Του οφείλουμε ένα μεγάλο ευχαριστώ για τα πάρα πολλά χρόνια αδιάκοπης προσφοράς του στην Κρητική Μουσική Παράδοση. Ο πραγματικά αξιόλογος αυτός άνθρωπος και μουσικός έφυγε από την ζωή το 2004 σε ηλικία 91 ετών.»
Δύο συρτά από τον αξιόλογο Λευτέρη Ντουρουντάκη στο σημερινό δισκάκι, μαζί με τον Γιώργο Τζιμάκη στη λύρα.
Φωτογραφίες και το ηχητικό αρχείο …(εδώ).