Λιαπάκης Αρχοντής-
Κοτζαμπασάκης Μίνως- Πετσετάκη Ελένη- Πετσετάκη Σταυρούλα LYRALS 1221
Φεύγω μανούλα μου μακρυά (Σούστα Κρήτης) - Σαν το νερό στην αυλακιά (Μαντινάδες
Ηρακλειώτικες) 1967- 45rpm- 7''
Ο Αρχοντής Λιαπάκης (βλέπε και ανάρτηση 98) ξεκίνησε να δισκογραφεί
αρχές της δεκαετίας του '50 και έχει συνεργαστεί με τους: Μίνωα Κοτζαμπασάκη,
Ελένη και Σταυρούά Πετσετάκη, Λευτέρη Φουκάκη, Μανώλη Χαριτάκη, Νίκο
Πατενταλάκη, Ε. Κουτάλα, Αντώνη Παυλάκη, Κ. Τσακαλάκη, Αλέξη Κοκαράκη και Κώστα
Καμάρη. Επίσης είχε δισκοπωλείο στο Ηράκλειο.
Ο Λιαπάκης, έχει δίσκους στις 78 στροφές, αρκετά 45-άρια και αρκετά LP
στο ενεργητικό του. Δυστυχώς βιογραφικά στοιχεία δεν κατάφερα να βρω.
Στο λαούτο μαζί με τον Αρχοντή Λιαπάκη, στο σημερινό δισκάκι, ο Μίνως
Κοτζαμπασάκης. Οι συνεργασίες και οι εμφανίσεις του Μίνωα πάρα πολλές. Ενδεικτικά
θα αναφέρω: Θανάση Σκορδαλό, Κώστα Μουντάκη, Λεωνίδα Κλάδο, Νίκο Μανιά, Νίκο
Σταυρακάκη, Μανώλη Κακλή, Νίκο Σωπασή, Αρχοντή Λιαπάκη, Κώστα Παπουτσάκη,
Δημήτρη Καμάρη, Μανώλη Καρπουζάκη, Μανώλη Μανουρά, Δημήτρη Πασπαράκη, Νίκο
Κολιακουδάκη και πάρα πολλούς ακόμα.
Τόσο για τον Ρεθυμνιώτη Μίνω όσο και για την Ελένη και Σταυρούλα
Πετσετάκη δεν βρήκα βιογραφικά στοιχεία.
Ο Νικόλαος Χάρχαλης (το πραγματικό του όνομα Νικόλαος Χαρχαλάκης)
γεννήθηκε το 1884 στα Χαρχαλιανά Κισσάμου του νομού Χανίων, περιοχή με μεγάλη
με μεγάλη μουσική παράδοση, που είχε αναδείξει πολλούς και σπουδαίους
μουσικούς.
Υπήρξε ένας από τους μεγαλύτερους σολίστες του βιολιού στη δυτική Κρήτη και η
καλλιτεχνική παρουσία του σφράγισε έντονα και για πολλές δεκαετίες τη μουσική
συνείδηση του λαού της περιοχής των Χανίων.
Η πιο πλούσια και καρποφόρα από πλευράς καλλιτεχνικής δραστηριότητας περίοδος
για το Χάρχαλη ήταν από το 1910 έως το 1940. Την περίοδο αυτή, και συγκεκριμένα
το 1928, με συνεργάτη το σπουδαίο λαουτιέρη της εποχής εκείνης Σταύρο
Μαυροδημητράκη ηχογράφησε τον πρώτο του δίσκο, που περιείχε δύο
περίφημα συρτά: τον "Χανιώτικο" και τον "Αποκορωνιώτικο
συρτό", που σήμερα θεωρούνται κλασικά και οι συγκεκριμένες δισκογραφικές
τους εκτελέσεις θεωρούνται από τις πιο αξιόλογες εμπεριέχουν δε και το σπουδαίο
και ιδιόμορφο τραγούδι του Χάρχαλη.
Υπάρχει η άποψη ότι το ταλέντο είναι μια μορφή κληρονομιάς. Όπως και
μια άλλη άποψη ότι είναι αποτέλεσμα παιδείας και καλλιέργειας. Ο Νικολής
Χάρχαλης είχε κληρονομήσει το μουσικό ταλέντο από τους προγόνους του, αλλά και
το καλλιέργησε στην πορεία.
Από τους λίγους μουσικούς που το όνομα τους σήμερα παραπέμπει σε ιερό
ευαγγέλιο. Τον είπαν πρωτομάστορα, δάσκαλο, θεμέλιο λίθο, θρύλο. Ίσως όλα αυτά
μαζί. Το ψεγάδι στο παίξιμο του ήταν μια λέξη ανύπαρκτη. Ο ίδιος, ποτέ με
έπαρση, φρόντιζε να χαμηλώνει τους τόνους και τις οξείες που συνόδευαν το όνομα
του.
Ο πατέρας του ήταν από τους καλύτερους τραγουδιστές και χορευτές της
εποχής του. Ίσως από εκεί να κληρονόμησε την ομορφιά της φωνής του. Η μητέρα
του καταγόταν από τον Αερινό
Κισσάμου και ήταν αδελφή του μεγάλου βιολάτορα, του Φελεσογιάννη.
Η μουσική όπως καταλαβαίνουμε ήταν ριζωμένη βαθειά στο σπιτικό του Χάρχαλη. Τα
ακούσματα, την εποχή που ήταν παιδί, ήσαν γνήσια και καθαρά. Οι μουσικοί της
περιοχής, ένας κι ένας: Ματζουράνας,
Κιόρος Γ',
Μανιατογιάννης, Καναρίνης, Βουρογιάννης, Φελεσογιάννης, Νικηφόρος
Μαυροδημητράκης, Ανδρέας Μαριάνος, Μπαλαμπός, Παλιμέτης, Καραγκιουλές
κ.α.
Όλοι αυτοί ώθησαν τον Χάρχαλη ώστε να ασχοληθεί ενεργά με την
παραδοσιακή μουσική. Πρωτόπιασε, μαθητής ακόμα του δημοτικού, μια αυτοσχέδια
λύρα και την σκάλιζε ώστε να μάθει τους πρώτους σκοπούς. Γρήγορα όμως πήρε ένα
βιολί.
Οι βάσεις του γερές. Ο Φελεσογιάννης και κατόπιν ο Παλιμετάκης ήταν
οι πρώτοι του δάσκαλοι. Μαζί τους έμαθε την τέχνη του βιολιού και τους παλιούς
αθάνατους σκοπούς. Αλλά και τα ακουστικά παραδείγματα από τους άλλους
βιολάτορες ήταν επίσης σημαντικά. Όλα αυτά τα επεξεργαζόταν με μεγάλη
λεπτομέρεια και σιγά σιγά άρχιζε να βγάζει και να σχεδιάζει τον δικό του
προσωπικό ήχο, το δικό του παίξιμο.
Δεν άργησε να βγει στα γλέντια. Το όνομα του μαθεύτηκε πολύ γρήγορα από τον
κόσμο.
Τα καλέσματα πύκνωσαν και ο ίδιος άρχισε πλέον να καταλαβαίνει ότι ο
κόσμος τον ήθελε. Η Κίσσαμος πλέον ήταν πολύ μικρή για να χωρέσει το ταλέντο
του. Έπαιξε και στις άλλες επαρχίες του νομού Χανίων και η απήχηση ήταν και
εκεί η ίδια. Τα κύρια χαρακτηριστικά του ήταν τα εξής: Ποτέ δεν βγήκε έξω από
τα μέτρα (χρόνος) του συρτού.
Οι μαντινάδες του ταίριαζαν με τον χορευτή και με τον σκοπό που
έπαιζε. Χώριζε την μαντινάδα και στο τελείωμα του σκοπού έλεγε την επόμενη
χωρίς να βγει από τα μέτρα.
Ήταν λαρυγγόφωνος, τραγουδούσε πολύ δυνατά και ψηλά έτσι ώστε να
ακούγεται σε όλους, ιδιαίτερα τότε που τα μηχανήματα και τα μικρόφωνα ήταν
ανύπαρκτα. Ποτέ δεν παρεκτράπηκε, δεν μέθυσε, δεν παρεξηγήθηκε με κανέναν κατά
την διάρκεια του γλεντιού του. Αποχωριζόταν το πάλκο μόνο για να κατέβει στην
τάβλα να τραγουδήσει με τον κόσμο ή όταν ήθελε να χορέψει με την συνοδεία 8μόνο
του λαγούτου. Και ένα λαμπρό χαρακτηριστικό ακόμα . Ποτέ δεν έπαιζε τον ίδιο
σκοπό δεύτερη φορά, το ρεπερτόριο του άλλωστε ήταν πλουσιότατο.
Ποτέ δεν ονόμαζε τον εαυτό του συνθέτη, συνθέτες θεωρούσε όλους τους
παλαιότερους.
Όμως με την σειρά του και αυτός άφησε στην μουσική μας δύο
κλασσικότατους συρτούς, τον Συρτό του Χάρχαλη ή Χαρχαλιανό το 1914 και τον
Θερισσιανό ή Χαρχαλίστικο το 1923, συρτό αφιερωμένο στους Θερισσιανούς
πολεμιστές της επανάστασης του 1905.
Όταν δεν είχε γλέντια, η αυλή του γέμιζε από μικρά παιδιά που ήθελαν
να μάθουν βιολί κοντά στον λαμπρό μουσικό. Σπάνιες όμως αυτές οι ανάπαυλες, ο
Χάρχαλης έλειπε συνεχώς στα γλέντια, από την Κίσσαμο και το Σέλινο, μέχρι τα
Κερεμειά και τα Σφακιά, μέρες ολόκληρες, εβδομάδες. Η περιουσία που απέκτησε
ήταν σημαντική, την οποία και διαχειρίζονταν η γυναίκα του και τα παιδιά του.
Στα γλέντια του τον συντρόφευσαν με τις πενιές τους ο Σταύρος Μαυροδημητράκης,
ο Γιώργης
Κουτσουρέλης, ο Βασίλης Σκευάκης, ο Αντώνης Κλεινάκης, ο Στεφανής
Λιονάκης, ο Λέφας κ.α.
Η παρουσία του στην δισκογραφία ξεκινά το 1928, μαζί με τον Σταύρο
Μαυροδημητράκη, όπου ηχογραφεί και τραγουδά τον Χανιώτικο συρτό σημειώνοντας
τότε μεγάλη επιτυχία.
Ο Χάρχαλης
στην κορυφή της δόξας του όμως θα βιώσει μια μεγάλη στενοχώρια. Οι κοινωνικές
καταστάσεις και η κουλτούρα τότε του κόσμου ήταν αυστηρά εμπόδια στις ερωτικές
σχέσεις των ανθρώπων. Αυτή την νοοτροπία την πλήρωσε με την ζωή του ο
μονάκριβος γιός του Χάρχαλη.
(Η παραπάνω φωτογραφία από το προσωπικό αρχείο του Ευτύχη Κουβαράκη, που μας την παραχώρησε πριν τη δημοσίευση της στο βιβλίο που ετοιμάζει και περιμένουμε με ανυπομονησία)
Από τότε σταμάτησαν τα γλέντια, το βιολί βουβάθηκε, ο Χάρχαλης έπεσε
με μελαγχολία. Πολλά χρόνια πέρασαν ώσπου να το ξαναπιάσει. Οι παρακλήσεις ήταν
πολλές, αλλά ακόμα μεγαλύτερη η δίψα του Χάρχαλη για την μουσική. Ξανάπιασε το
βιολί, όχι όμως για να παίζει στα μεγάλα γλέντια, μόνο για τα φιλικά του
πρόσωπα, για τους συγγενείς και πιο πολύ για τον ίδιο του τον εαυτό.
Ασχολήθηκε πολύ με την έρευνα των παλιών συρτών. Τα μάζεψε, τα έβαλε σε σειρές,
διατήρησε τις γνήσιες πατρότητες τους και τα διέδωσε στους νεώτερους του
μουσικούς. Ποτέ δεν κατηγόρησε κάποιον καλλιτέχνη, πάντα είχε κάποιο καλό λόγο
να πει για όλους. Την εποχή που ο ίδιος μεσουρανούσε, ο Γιώργης
Μαριάνος ήταν το άλλο μεγάλο όνομα. Πολλά ειπώθηκαν για τις σχέσεις
τους, ο Χάρχαλης όμως πάντα παραδεχόταν την αξία του Μαριάνου
χωρίς ποτέ να τον κατηγορήσει.
Στο καφενείο του Γιώργη Κουτσουρέλη ο Χάρχαλης έπαιζε αρκετά συχνά για τις
φιλικές παρέες μέχρι τα γεράματα του που αποτραβήχτηκε στο χωριό του.
Στις αρχές της δεκαετίας του '70, λίγο καιρό πριν φύγει από την ζωή, ηχογράφησε
μαζί με τον Γιώργη Κουτσουρέλη και τον Μανώλη Γαλάνη μια σειρά από
ερασιτεχνικές μπομπίνες με παλιά κισσαμίτικα συρτά.
Ο Χάρχαλης έδωσε μια σωστή και άριστη γραμμή τόσο στο παίξιμο του βιολιού, όσο
και στην απόδοση των τοπικών μουσικών μοτίβων (συρτά/πεντοζάλι/ρουμαθιανή
σούστα). Οι Χανιώτες καλλιτέχνες, βαθειά αισθανόμενοι την προσφορά του, έδωσαν
στον σύλλογο τους το όνομα του μεγάλου μουσικού.
Ο Χάρχαλης παρόλο τις ταλαιπωρίες και τις στενοχώριες, έζησε πολλά χρόνια, στα
ενενήντα του αποχαιρέτησε τον κόσμο, εκεί που τον γνώρισε, εκεί τον άφησε, στα
Χαρχαλιανά, όπου και αναπαύεται. Μια μεγάλη μορφή, ένας καλλιτέχνης υψηλού
επιπέδου και ήθους, μια κολόνα της κρητικής μουσικής. Ο Χάρχαλης έζησε όλα τα
χρόνια στο χωριό του, μέχρι τα βαθιά γεράματα που πέθανε σε ηλικία 90 χρονών το
1974.
Στο σημερινό δισκάκι, μαζί με τον δεξιοτέχνη του βιολιού Χαρχαλονικολή,
ο Σταύρος Μαυροδημητράκης (βλέπε και αναρτήσεις 30, 43, 106 και 254) ή
Μακροδημήτρης (Μαυροδημήτρης πιθανότατα ήθελαν να γράψουν στις ετικέτες), στο
λαούτο. Ο δίσκος αρκετά ταλαιπωρημένος και σε διάφορα σημεία επισκευασμένος από
τον Κύριο Αποστόλη (Τσιτσανικός γραμμοφωνάς που κρατάει Θερμοπύλες ενάντια στην
αισχροκέρδεια των καιρών) που μου χάρισε τον δίσκο και τον ευχαριστώ πολύ. Παρόλα
αυτά το παίξιμο του Χάρχαλη πραγματικά το θαυμάζεις. Για τις φωνητικές του
ικανότητες, παραπάνω διαβάζουμε ότι αναγκαζόταν να τραγουδάει έτσι (ψηλά και
δυνατά). Στο στούντιο τώρα οι συνθήκες ηχογράφησης ήταν τελείως διαφορετικές
οπότε το αποτέλεσμα στα φωνητικά είναι ¨ξενικό¨.
Πρόσφατα αναρτήθηκε και ερασιτεχνικό βίντεο με τον Χάρχαλη (πόσο μου
θύμισε τον παππού μου έτσι όπως κατεβαίνει με τα στιβάνια του).
Πληροφορίες, φωτογραφίες και το ηχητικό αρχείο …(εδώ).
ΜουντάκηςΚώστας (Μουντόκωστας)- Μανιαδάκης (Μανιάς) ΝίκοςPSILORITIS RECORDS
113 SONGS AND DANCES FROM KRETA Ρεθυμνιώτικοςσυρτός - Μαλεβιζιώτικοςχορός - Ώρακαλή (Καλαματιανός) - Πισκοπιανόςσυρτός 1963- 45rpm- 7''
Ο Κώστας Μουντάκης γύρισε όλον τον κόσμο και έπαιξε για τους
Κρητικούς, όπου γης.
Η καταξίωση και η φήμη του Μουντάκη εξαπλώθηκε σε όλη την Κρήτη και
στους ξενιτεμένους Κρητικούς και Έλληνες της διασποράς τους οποίους είχε
επισκεφτεί πολλές φορές. Για πρώτη φορά πήγε στην Αμερική το 1960 και από τότε στον
Καναδά, την Αυστραλία την Νότιο Αφρική και άλλες χώρες με ελληνική ομογένεια.
«Ακολουθώντας το δόγμα μην
περιμένεις τη δουλειά να έρθει να σε βρει , πήγαινε εσύ να την βρεις, κι αν δεν
τη βρεις δημιούργησε την, βρίσκει την άκρη. Καθοδηγούμενος από Έλληνες φίλους
σχετικά με την επιχειρηματική νομοθεσία των ΗΠΑ, ο Μουντάκης δημιουργεί την
φωνογραφική εταιρεία Psiloritis Records, στην οποία ηχογραφεί και κυκλοφορεί με
τον Νίκο Μανιά δυο δίσκους 45 στροφών, για να τους δίνουν δώρο σε αυτούς που τους
φιλοξενούν και στους καλεσμένους τους, καθώς και για να τους μοιράζουν στις εκδηλώσεις
των συλλόγων, προσβλέποντας σε περισσότερες προσκλήσεις. Σε μαγνητόφωνο που
βρέθηκε σε ένα από τα σπίτια όπου φιλοξενούνται, ηχογραφεί με τον Νίκο Μανιά
κάποιες παραδοσιακές μελωδίες, όχι μόνο της Κρήτης, αλλά και άλλων
διαμερισμάτων της Ελλάδας. Οι δίσκοι αυτοί τυπώνονται ως Extended Play, δηλαδή
δίσκοι 45 στροφών με δύο τραγούδια ανά πλευρά (τέσσερα συνολικά).
Η ιδέα του Μουντόκωστα για έκδοση δίσκων αποδείχθηκε ορθότατη. Αφενός
μεν έτυχε μιας απίστευτης αποδοχής από τους Κρητικούς των ΗΠΑ, αφετέρου δε
άρχισαν οι προτάσεις από άλλους συλλόγους να έρχονται η μία μετά την άλλη.
Εκτιμήθηκε ιδιαίτερα το γεγονός ότι οι δίσκοι δεν πωλούνταν, αλλά δίδονταν σαν
ευχαριστήριο δώρο…».
Το παραπάνω απόσπασμα από το βιβλίο του Μάνου Μουντάκη ¨Το χρονικό της
πορείας του Κώστα Μουντάκη¨ εκδόσεις Μετρονόμος.
Τα δύο πρώτα δισκάκια στην Psiloritis Records είναι με ηχογραφήσεις που
πραγματοποιήθηκαν στις ΗΠΑ. Αργότερα κυκλοφορεί άλλα τέσσερα με τίτλο ¨Songs
and dances from Kreta¨ με ηχογραφήσεις που πραγματοποιήθηκαν στον Καναδά. Το
ένα από τα τέσσερα είναι και το σημερινό δισκάκι.
Την δεκαετία του ΄90 κυκλοφορεί ο δίσκος ¨Κώστας Μουντάκης για πάντα-
Ανέκδοτες ηχογραφήσεις του ΄60 στην Αμερική¨. Το κόψιμο του δίσκου και η χάραξη
της μήτρας κρίνεται απαράδεκτη. Προβληματική μήτρα (β πλευρά- ψάξε και τον δικό
σου δίσκο) και απόδοση των τραγουδιών όχι από τα master tapes αλλά πιθανότατα
από τα δισκάκια, σε όποια κατάσταση τα βρήκαν ή από κασέτες.
Το Καλαματιανό ¨Ώρα καλή¨ εμπεριέχεται στην παραπάνω συλλογή. Το
¨Ρεθυμνιώτικο συρτό¨ το συναντάμε στην κασετίνα του Αεράκη ως ¨Συρτός του Ροδινού¨.
Τα άλλα δυο τα ακούμε (αν δεν κάνω λάθος- διορθώστε με αν ναι) πρώτη φορά. Από
εκεί και η μαντινάδα στην πρώτη φωτογραφία, δανεισμένη από τον ¨Πισκοπιανό
συρτό¨.
Τέλος το παίξιμο και των δύο καλλιτεχνών ¨γαζώνει¨ την ψυχοσύνθεση μας.
Πληροφορίες, φωτογραφίες και το ηχητικό αρχείο …(εδώ).
Ο Κίτσος Χαρισιάδης γεννιέται
στις 15 Οκτωβρίου του 1889 (1885-1889) στη Βήσσανη του Πωγωνίου και βαφτίζεται
Χριστόδουλος. Σε ηλικία 10 ετών μετακομίζει στην κωμόπολη της Ζίτσας για να
μάθει τα παραδοσιακά τσιγγάνικα επαγγέλματα του χαλκωματά και του μουσικού.
Εκεί μαθητεύει στο πλευρό του Θανάση
Γιαννόπουλου (γεννημένου το 1857), σπουδαίου μουσικού που έπαιζε λαούτο,
κλαρίνο και φλογέρα. Στην αρχή έπαιζε φλογέρα και μετά πήρε στα χέρια του το
κλαρίνο.
Στις αρχές του 20ου αιώνα, την εποχή που ο Κίτσος μαθαίνει κλαρίνο,
το όργανο υπολογίζεται ότι δεν έχει πάνω από 70 χρόνια παρουσίας στη Ήπειρο.
Στις 25 Αυγούστου του 1910 ο Χαρισιάδης παντρεύεται την Λεμονιά Ευθυμίου στην Βελτσίτσα (Κληματιά) όπου μετακομίζει και
ζει πλέον την υπόλοιπη ζωή του. Μαζί με την γυναίκα του απέκτησαν 6 παιδιά από
τα οποία ενηλικιώθηκαν τα τέσσερα, η Σοφία, ο Γιάννης, η Ουρανία και η
Λαμπρινή. Τα δύο άλλα, ο Βαγγέλης και η Διόχνω πέθαναν μωρά. Για 55 περίπου
χρόνια ο Κίτσος ζει στην Κληματιά και παίζει σε αμέτρητα πανηγύρια, γάμους και
γλέντια. Μεταξύ 1929 και 1931 ταξιδεύει στη Αθήνα όπου ηχογραφεί 24 κομμάτια
για 3 διαφορετικές δισκογραφικές εταιρείες.
Ο ίδιος συνήθιζε να λέει, “Παίζω για να γιατρέψω τις ψυχές των
ανθρώπων”. Στον Χαρισιάδη είναι διάχυτη «η γαλήνη και μια μουσική που
γιατρεύει» ηχογραφημένη τη δεκαετία του ‘30 σε δίσκους γραμμοφώνου. Ο γιος του
Γιάννης Χαρισιάδης έγινε κι αυτός αξιόλογος κλαριντζής και έπαιζε μαζί με τον
πατέρα του.
Υπήρξε δάσκαλος και του Πέτρου Λούκα Χαλκιά. Στο πόδι τους και στην
παράδοση στην ηπειρώτικη μουσική ακολουθούν οι νεότεροι: Ο Τάσος Χαλκιάς, ο
Γρηγόρης Καψάλης, ο Ναπολέων Ζούμπας, ο Χαράλαμπος Μπούρμπος, γαμπρός του
Χαρισιάδη, ο Γιάννης Χαλδούπης, ο Θωμάς Χαλιγιάννης, ο Κώστας Καραπάνος κ.ά.
Πεθαίνει στη Κληματιά, στα Ζιτσοχώρια στις 8 Ιανουαρίου 1968.
Το σημερινό δισκάκι είναι επανακυκλοφορία του γραμμοφωνικού δίσκου
του 1931 στην His Master’sVoiceAO
1001. Πληροφορίες που μας δίνει το greekdiscography για την ορχήστρα: στο
λαούτο ο Καλκανάκης Χρήστος, στο ντέφι ο Μπάλας, στο σαντούρι ο Λειβαδίτης
Ιωάννης και τέλος στον Σκάρο ακούγεται ¨Γεια σου Χαλκιά¨ πιθανότατα να είναι ο
Κυριάκος Χαλκιάς στο βιολί.
Πληροφορίες, φωτογραφίες και το ηχητικό αρχείο …(εδώ).
Εσκενάζι (Εσκενάζυ- Εσκινάζι- Σκινάζι- Τουρκατζού- Ζαρντινίδη) Ρόζα (Ροζίτα- Σάρα- Ροζαλία)- ΟικονομίδουΛέλα- ΠαπασιδέρηςΓιώργος (Κουλουριώτης)- ΓούναρηςΝίκος- ΜαρούδαςΤόνυ- ΣτρατηγοπούλουΔανάη- ΧρυσούληςΑπόστολος- ΚάβουραςΓιώργος- ΚαρύβαληΣοφία SONGS AND DANCES OF GREECE- FOLKWAYS RECORDS & SERVICE CORP.N.Y. FP
814 1953- 33rpm- 10''
Ο σημερινός LP δίσκος, από τους πρώτους που κόπηκαν στην Αμερική το
1953, στις 10 ίντσες και 33 στροφές, προπομπός των 12ιντσων LP. Μια συλλογή από
εξαιρετικούς Έλληνες καλλιτέχνες. Στη συλλογή δεν αναφέρονται τα ονόματα των
καλλιτεχνών. Εσκεμμένα; Μπορεί, αφού τα τραγούδια που απαρτίζουν το δίσκο
πραγματικά αποτυπώνουν το κλίμα περίπου μιας δεκαπενταετίας, από το 1936 έως το
1951.
Ας δούμε όμως τα τραγούδια αναλυτικά. Στην πρώτη πλευρά ξεκινάμε με
Ρόζα Εσκενάζυ και το ¨Ο Μήτρος κι Μαρίνα¨, ένα συρτό του 1951 που κυκλοφόρησε
πρώτα στο δίσκο Odeon
GA 7616. Δεύτερο τραγούδι από τη Λέλα Οικονομίδου στο ¨Αγάπησα μια ορφανή¨ σε
καλαματιανό ρυθμό, του 1938 που κυκλοφόρησε πρώτα στο δίσκο Odeon GA 7148.
Τρίτο τραγούδι (στις ετικέτες λανθασμένα το δείχνει πέμπτο) από την Δανάη
Στρατηγοπούλου και τον Τόνυ Μαρούδα η γνωστή ¨Γερακίνα¨, του 1948 εδώ, που
πρωτοκυκλοφόρησε σε δίσκο Columbia DG 6729.
Τέταρτο τραγούδι, ένα τσάμικο από
Γιώργο Παπασιδέρη το ¨Στης Λεβαδειάς τη ρεματιά¨, που πρωτοκυκλοφόρησε το 1938
σε δίσκο His Master’sVoiceAO
2487. Τέλος στην πρώτη πλευρά (πέμπτο τραγούδι) κλείνει με μαντινάδες σε
κρητικό ρυθμό με ελαφρού τραγουδιού ηχόχρωμα και τραγουδάνε Νίκος Γούναρης ,
Τόνυ Μαρούδας και πρωτοκυκλοφόρησε στο δίσκο His Masrer’sVoiceAO2712
το 1946.
Δεύτερη πλευρά ξεκινάει πάλι με Ρόζα και τη δεύτερη πλευρά του δίσκου
της Odeon GA 7616το ¨Έλα
Δημητρούλα¨.Δεύτερο τραγούδι από τον
Χρυσούλη Απόστολο το ¨Από τον καημό μου πίνω¨ του 1938 που πρωτοκυκλοφόρησε στο
δίσκο Parlophone B-21969. Τρίτο τραγούδι πάλι από τη Λέλα Οικονομίδου το ¨Γιατί
μου κρύβεις τον καημό¨, η δεύτερη πλευρά από τον δίσκο Odeon GA 7148 του 1938.
Τέταρτο τραγούδι, ένα από τα ομορφότερα ρεμπέτικα από τον Γιώργο Κάβουρα το
¨Δεν θα ρθω πια στην Κοκκινιά¨ του 1939 που πρωτοκυκλοφόρησε στο δίσκο Odeon GA
7215. Τελευταίο τραγούδι από την Καρύβαλη Σοφία (αδερφή της Ρίτα Αμπατζή), το
¨Πάντα το βράδυ έρχομαι¨ του 1936 που πρωτοκυκλοφόρησε το 1937 στο δίσκο
Parlophone B-21918.
Kalamatiano,
Gerakina, Tsamiko, Love songs, Drinking songs, Sailor songs. Έτσι γράφει
στο εξώφυλλο. Αν απορείτε για τα Sailor songs μέσα στο ένθετο με τους στίχους
αναφέρει τα ρεμπέτικα ως τραγούδια του Πειραιά. Από τις συλλογές που σε δέκα
μόνο τραγούδια δίνει το ύφος της εποχής και πιάνει μεγάλη γκάμα ακροατών. Στο
εξώφυλλο εκτός από τις φωτογραφίες με τους ελληνικούς χορούς εικονίζεται και η
Κρητικοπούλα (Η Μόνα Λίζα της Κρήτης) της γνωστής
φωτογράφουNellys
(Έλλη Σουγιουλτζόγλου-Σεραϊδάρη) (1899-1998).
Βιογραφικά στοιχεία στα LP’sέχω πει δεν βάζω λόγω του τεράστιου όγκου της ανάρτησης. Για
τα βιογραφικά έχουμε τα 45άρια. Φωτογραφικό υλικό στο φάκελο που θα κατεβάσετε.
Να ευχαριστήσω τον Ιδομενέα από Ρέθυμνο για το
φωτομοντάζ και το καθάρισμα από τα στέφανα και τα καντήλια.