Βενιανάκης
Νίκος (Βενιανός)- Ξυλούρης Γιάννης (Ψαρογιάννης) MUSIC BOX MB 720 Κρασουνιανός συρτός - Πάρε με να καλαμίζω (Καλαματιανός)
1967- 45rpm- 7''
«Ο Νίκος Βενιανάκης (Βενιανός) γεννήθηκε στο
Μυλοπόταμο Ρεθύμνου. Όταν τελείωσε τον στρατό έπιασε δουλειά σε έναν εργολάβο
στην Αθήνα, δούλευε πλακάς. Αλλά το μεράκι ντου ήτανε η λύρα. Και άφησε και την
οικοδομή μετά και πιάστηκε στην λύρα. Αλλά είχανε όμως δουλειά πολύ, γιατί
παίζανε σχεδόν κάθε βράδυ. Επαγγελματικά έπαιζε Παρασκευοσαββατοκύριακο. Αλλά
όταν τύχαινε μια παρέα σε ένα καφενείο σε ένα αυτό… «Ποιος θα ‘ρθει;» «Ο
Βενιανός», «Ποιος θα ‘ρθει;», «Ο Βενιανός». Αλλά σου λέω έπαιζε καλή λύρα και
τον συνοριζότανε στα κέντρα ποιος θα τον πρωτοπάρει, διηγείται η γυναίκα του
Μαρία Βεννινάκη.
Η Μαρία Βεννιανάκη, το γένος Τρούλη, γεννήθηκε στον
Άγιο Ιωάννη Μυλοποτάμου. Σε νεαρή ηλικία μετακομίσει στον Κρασούνα Μυλοποτάμου
λόγω ενός φονικού που αποδόθηκε στην οικογένειά της, ενώ αργότερα βρέθηκε στην
Αθήνα, όπου εργάστηκε σε εργοστάσιο με αργαλειά και αργότερα στην Εθνική
Τράπεζα. Από μικρή είχε πάθος με την κρητική μουσική και τον χορό, και το 1965
παντρεύεται τον Νίκο Βενιανάκη, γνωστό λυράρη της εποχής. Μαζί ζουν αξέχαστα
γλέντια με παρέες τον Κώστα Μουντάκη, τον Νίκο Ξυλούρη, τον Μανώλη Κακλή, τους
Κατσαμάδες και άλλους. Μέσα από τις περιγραφές της (βλέπε στις πληροφορίες
ολόκληρη την συνέντευξη) βλέπουμε την θέση της γυναίκας στο κρητικό γλέντι αλλά
και τις επιλογές που έκανε η ίδια, ούσα στο πλευρό ενός καταξιωμένου
οργανοπαίχτη.
Πρώτη μαντινάδα που της αφιέρωσε:
«Εκέρδισα την, την
φιλιά και την αγάπη που ‘χα,
και φαίνεται μου
πως φορώ του βασιλιά τα ρούχα».
Για το τραγούδι της δεύτερης πλευράς, το ¨Πάρε με να
καλαμίζω¨ αναφέρει:
«Το θυμάμαι το έχει βγάλει με τον Γιάννη τον Ξυλούρη,
δίσκο για να σου πω για τον Ξυλούρη πώς τον εγνώρισα. Και λέει:
«Έμαθα κυρά πως
‘φαίνεις κι όμορφη δουλειά μαθαίνεις
Αυτά είναι του αργαλειού δεν ξέρω αν τα ξέρεις αυτά…
τις λέξεις δηλαδή. Και πρόσθεσε και ο Νίκος τότε: «Να σου βάλω και τον σφίχτη
άπου σάικα σου λείπει». Αυτοί στο πονηρό το βάλανε αυτοί αλλά αυτό ταιριάζει,
γιατί όντως το αργαλειό έχει σφίχτη που σφίγγει το νήμα για να μην φεύγει. Και
το γράψανε με τον Γιάννη τον Ξυλούρη ερχότανε σπίτι ο Γιάννης και κάνανε
πρόβες. Το τραγουδούσα εγώ της μικρής και το άκουσε ο Νίκος και μου λέει:
«Ξαναπές μου το και ξαναπές μου το και ξανάπες μου το» και το έγραψε στην λύρα
το… το αποτύπωσε στο μυαλό του. Και είπε του Γιάννη του Ξυλούρη: «Θα ‘ρθεις να
γράψουμε ένα τραγούδι που μου το έμαθε η γυναίκα μου;». Και ήρθε ο Γιάννης στο
σπίτι κάνανε πρόβα και το γράψανε. Μετά όμως το άκουσε ο Ξυλούρης ο Νίκος και
λέει του Γιάννη πες του Βενιανού αν εθέλει να ξαναγράψουμε το Αργαλειό. Και το
αργαλειό πολλοί τώρα νομίζουν ότι είναι του Ξυλούρη αλλά δεν είναι του Ξυλούρη
είναι του Νίκου. Έχω και το δίσκο του και συγκεκριμένα ήθελε να με βάλει εμένα
σαν... Επειδή ήτανε το τραγούδι δικό μου αλλά εγώ δεν ήθελα. Του λέω βάλε το εξ
ολοκλήρου στο όνομα σου. Και ήρθε που λες ο Νίκος ο Ξυλούρης στο σπίτι και
γνωριστήκαμε. Γίναμε φίλοι, πηγαίναμε στο μαγαζί που έπαιζε ερχόντανε αυτός
ξέρω γω με την Ουρανία την γυναίκα του. Κάποια στιγμή αρρώστησε ο Ξυλούρης,
αρρώστησε ο Ξυλούρης. Και στην κηδεία του είχα πάει. Εχάσαμε τον Ξυλούρη και
ρωτήσαμε τον Γιάννη: «Πού είναι ο Νίκος; Πού βρίσκεται; να πάμε να τον εδούμε»
και λέει: «Τον έχει πάρει ένας κουμπάρος του, ένας φίλος του και τον έχει πάει
στο εξοχικό του. Δεν θέλει να βλέπει κανένα γιατί είναι στα τελευταία του.» Και
λέει ο Νίκος: «Εγώ θα πάω να τον εδώ κι ας μην μ’ αφήσουνε να μπω μέσα.» Και
πήγαμε με το μηχανάκι. Είχαμε μηχανάκι τότε δεν είχαμε αμάξι. Και πήγαμε με το
μηχανάκι και το... εγώ δεν πήγα μέσα να τον εδώ. Μου λέει η Ουρανία: «Καλύτερα
να μην τον εδείς να θυμάσαι τον Νίκο που ήξερες.» Και μπήκε ο Νίκος και τον
είδενε και βγήκε ο Νίκος έξω με τα δάκρυα. Και μου λέει: «Άμα δεις ένα Ξυλούρη.»
«Καλύτερα να μην τον εδώ.» Και έτσι γνωριστήκαμε και έτσι ήτανε το τέλος του
Ξυλούρη.»
Ο Δημήτρης Βεργαδής από τις Μέλαμπες της Κρήτης σε
ακόμα μια συνέντευξη αφηγείται: «Ναι, στον Λόφο Αξιωματικών ήταν πάρα πολλοί
Κρητικοί. Εκεί έπαιζεν ο… πώς τον λένε μωρέ; Ο Βενιανός ο Νίκος, Βενιανάκης.
Καλός λυράρης και καλός άνθρωπος. Καλός φίλος. Ναι! Τον Βενιανό, βέβαια. Αυτός
ήτανε σύντεκνοι με τον Μουντάκη. Του είχε βαφτίσει ο Μουντάκης ένα κοπέλι. Κι έπαιζε
τα μουντακίστικα, σαν και τον Μουντάκη τα ’παιζε. Επήγα μια φορά στον «Πατούχα»
που επαίζενε και ήταν κι ο Τζανιδάκης ο Κωστής. Κι ο Αποστόλης ο αδερφός του κι
αυτός παίζει λύρα, έπαιζε κι αυτός, στου «Προβιά» θαρρώ πως έπαιζε. Και θυμάμαι
κι εβάλαν τη ρακή στο παπούτσι, στο παπούτσι, και την πίναν απ’ το παπούτσι τη
ρακή. «Για όνομα του Θεού ίντα κάνετε επαέ;».
Εξαιρετικός ο Ψαρογιάννης στον Κρασουνιανό συρτό. Ο
καλαματιανός, που δεν θυμίζει τον αργαλειό του Μουντόκωστα, ούτε την διασκευή
του Ψαρονίκου, τα έχει μπερδέψει λίγο η Μαρία Βεννιανάκη. Ο Βενιανός δισκογραφικά έχει δυο 45άρια (το δεύτερο στην ανάρτηση 25) και πέντε συμμετοχές σε LP δίσκους.
Πληροφορίες, φωτογραφίες και το ηχητικό αρχείο …(εδώ).