Σηφογιωργάκης (Σηφογεωργάκης) Σπύρος- Μαρκογιαννάκης Ιωάννης
(Μαρκογιάννης) RCA VICTOR 51g 3706 Πότε θα κάνει ξαστεριά
- Βενιζέλε πατέρα της πατρίδος 1968- 45rpm- 7''
«Οι Κρήτες, διατήρησαν, τα τραγούδια τους, τον ήχο της πολύπαθης
ιστορίας τους και τα κράτησαν γνήσια. Τα ριζίτικα, πανάρχαια τραγούδια της
δυτικής Κρήτης, έχουν τις ρίζες στον Ακριτικό Κύκλο και φθάνουν οπωσδήποτε στον
10ο Μ.Χ αιώνα, αν όχι και παλαιότερα. Ένα χαρακτηριστικό ριζίτικο τραγούδι µε
σκοπό και περιεχόμενο επαναστατικό, σε ρυθµό εμβατηρίου, που από χρόνια πέρασε
τα όρια της Κρήτης και έγινε πανελλήνιο, είναι το «Πότε θα κάνει ξαστεριά, πότε
θα Φλεβαρίσει».
Το τραγούδι αυτό φλογούσε τις καρδιές των Κρητών στα χρόνια της
Ενετικής κυριαρχίας, στην εποχή της σκλαβιάς από τους Τούρκους, εξέφραζε µε τον
καλύτερο τρόπο τους αγώνες των Κρητών για ελευθερία και εθνική αποκατάσταση,
συντρόφευε τους μαχητές του Αρκαδίου στα 1866 και τους επαναστάτες του Θερίσου
στα 1905, τα στρατιωτικά τµήµατα των Κρητών στους εθνικούς αγώνες των ετών
1912-1922 και στον πόλεµο του 1940. Τραγουδήθηκε από τους διαδηλωτές στην Αθήνα
και σε άλλες πόλεις, κατά την διάρκεια του απελευθερωτικού, αντιαποικιοκρατικού
αγώνα του κυπριακού λαού (1955- 1959).
Τραγουδήθηκε, τέλος, µε την απαράμιλλη και αξεπέραστη φωνή του
αλησμόνητου Νίκου Ξυλούρη στα σκαλιά του Πολυτεχνείου, στην εξέγερση του
Νοέµβρη του 1973 κατά του φασιστικού καθεστώτος.
Πότε θα κάµει ξαστεριά,
πότε θα φλεβαρίσει
να πάρω το τουφέκι µου
την όµορφη πατρώνα
να κατεβώ στον Οµαλό,
στην στράτα των Μουσούρω,
να κάµω µάνες δίχως γιούς,
γυναίκες δίχως άντρες
να κάµω και µωρά παιδιά
να κλαιν δίχως µανάδες,
(ή) να κάµω και µωρά παιδιά
µαύρα σκοτεινιασµένα.
να κλαιν τη νύχτα για νερό
και το πρωί για γάλα.
πότε θα φλεβαρίσει
να πάρω το τουφέκι µου
την όµορφη πατρώνα
να κατεβώ στον Οµαλό,
στην στράτα των Μουσούρω,
να κάµω µάνες δίχως γιούς,
γυναίκες δίχως άντρες
να κάµω και µωρά παιδιά
να κλαιν δίχως µανάδες,
(ή) να κάµω και µωρά παιδιά
µαύρα σκοτεινιασµένα.
να κλαιν τη νύχτα για νερό
και το πρωί για γάλα.
Με το τραγούδι αυτό έχουν ασχοληθεί, όσοι µελέτησαν το λαογραφικό υλικό της
Κρήτης. Oρισμένοι από αυτούς, ο Αριστ. Κριάρης , ο Σ. Κελαϊδής και ο Ι.
Παπαγρηγοράκης τοποθετούν τη δηµιουργία του στα χρόνια της Τουρκοκρατίας ενώ,
οι ιστορικοί Ψιλάκης και Μουρέλλος δίνουν στο τραγούδι χαρακτήρα γενικό, το
ερµηνεύουν δηλαδή ως προϊόν του πόθου του σκλάβου, που θέλει να πάρει τα όπλα
να πολεµήσει τον τύραννο. Όµως, ο Ν. Καβρουλάκης , διατυπώνει τη γνώµη ότι οι
ρίζες του τραγουδιού αυτού βρίσκονται στη βυζαντινή εποχή και οπωσδήποτε στα
χρόνια της Ενετοκρατίας. Είναι σχεδόν βέβαιο ότι το τραγούδι αυτό είναι
µετατροπή και προσαρµογή µεταγενέστερη άλλου, πολύ παλαιότερου τραγουδιού:
Χριστέ να ζώνουµουν σπαθί
και νάπιανα κοντάρι
να πρόβαινα στον Οµαλό
στη στράτα τω Μουσούρω,
να σύρω τ’ αργυρό σπαθί
και το χρυσό κοντάρι
να κάµω µάνες δίχως γιούς,
γυναίκες δίχως άντρες.
και νάπιανα κοντάρι
να πρόβαινα στον Οµαλό
στη στράτα τω Μουσούρω,
να σύρω τ’ αργυρό σπαθί
και το χρυσό κοντάρι
να κάµω µάνες δίχως γιούς,
γυναίκες δίχως άντρες.
Οι αναφορές στο κοντάρι παραπέμπουν αναμφίβολα ευθέως στον Ακριτικό Κύκλο, στον
οποίο απαντάται συχνά ο στίχος αυτός: « να σύρω τ’ αργυρό σπαθί και το χρυσό
κοντάρι».
Οι Μουσούροι είναι από τις πιο παλαιές αριστοκρατικές και αρχοντικές οικογένειες της Κρήτης και πήγαν εκεί από το Βυζάντιο, µετά την άλωση της Πόλης. Οι Μουσούροι και άλλες πανίσχυρες οικογένειες Αρχοντορωµαίων (Σγουράφοι, Πάτεροι, Καντανολέοι) κατατυραννούσαν τον απλό λαό, κατά τρόπο θρασύ και άδικο και δημιουργούσαν σε βάρος του λαού αφόρητη κατάσταση, χειρότερη απ’ αυτή των Ενετών κατακτητών, των οποίων ήταν το μόνιµο πρόβληµα. Τα ίδια τα ριζίτικα τραγούδια, εκτός από τις ιστορικές πηγές, αναφέρονται και στα εγκλήματα των Αρχοντοµουσούρων:
Οι Μουσούροι είναι από τις πιο παλαιές αριστοκρατικές και αρχοντικές οικογένειες της Κρήτης και πήγαν εκεί από το Βυζάντιο, µετά την άλωση της Πόλης. Οι Μουσούροι και άλλες πανίσχυρες οικογένειες Αρχοντορωµαίων (Σγουράφοι, Πάτεροι, Καντανολέοι) κατατυραννούσαν τον απλό λαό, κατά τρόπο θρασύ και άδικο και δημιουργούσαν σε βάρος του λαού αφόρητη κατάσταση, χειρότερη απ’ αυτή των Ενετών κατακτητών, των οποίων ήταν το μόνιµο πρόβληµα. Τα ίδια τα ριζίτικα τραγούδια, εκτός από τις ιστορικές πηγές, αναφέρονται και στα εγκλήματα των Αρχοντοµουσούρων:
Μωρέ κοπέλια Σφακιανά,
όσα στε των αρµάτω
πιάστε τα και γλακήσετε
στον Οµαλό να πάµε
κι έκαµαν πάλι φονικό
οι γι αρχοντοµουσούροι…
Το Γιάνναρη σκοτώσασι,
το νιό τον παινεµένο.
Φωνήν και κλάηµαν άκουσα
στ’ Ορθούνι και στσι Λάκκους.
Το Γιάνναρη σκοτώσανε,
χαηµός στο παλικάρι…
όσα στε των αρµάτω
πιάστε τα και γλακήσετε
στον Οµαλό να πάµε
κι έκαµαν πάλι φονικό
οι γι αρχοντοµουσούροι…
Το Γιάνναρη σκοτώσασι,
το νιό τον παινεµένο.
Φωνήν και κλάηµαν άκουσα
στ’ Ορθούνι και στσι Λάκκους.
Το Γιάνναρη σκοτώσανε,
χαηµός στο παλικάρι…
Σήµερα «στράτα των Μουσούρων» είναι ο δρόµος που οδηγεί από το χωριό Λάκκους
στον Οµαλό. Στα χρόνια που έγινε το τραγούδι, οικογένειες Μουσούρων ζούσαν στον
Οµαλό για λόγους ασφαλείας. Επομένως, είναι αναμφίβολο ότι οι κάτοικοι της
περιοχής αυτής μετουσίωσαν το παράπονο, την οργή, το µίσος και την εκδικητική
µανία τους κατά των Ενετών και των Μουσούρων (και άλλων Αρχοντορωµαίων) στο
τραγούδι «Χριστέ να ζώνουµουν σπαθί…» το οποίο μεταμορφώθηκε αργότερα στο
υπέροχο τραγούδι «Πότε θα κάνει ξαστεριά...».»
Σπύρος Σηφογιωργάκης μαζί με Μαρκογιάννη σε δυο διασκευές, όπως σωστά αναγράφουν οι ετικέτες. ¨Πότε θα κάνε ξαστεριά¨ , ένα από τα γνωστότερα ριζίτικα τραγούδια. Το τραγούδησαν Μουντάκης (βλέπε ανάρτηση 291), Ξυλούρης, Σκορδαλός, Κουφιανός και άλλοι πολλοί. Η καλύτερη εκτέλεση (που έχει δισκογραφηθεί) είναι κάτι υποκειμενικό και ο καθένας θα βγάλει συμπέρασμα όταν ολοκληρωθούν οι αναρτήσεις με τις αντίστοιχες δισκογραφήσεις του τραγουδιού.
Πληροφορίες, φωτογραφίες και το ηχητικό αρχείο …(εδώ).