Γκαλμάνη, Κόρος, Σαλέας στο σημερινό δισκάκι με την Μαρία Γκαλμάνη σε ένα εξαιρετικό τσάμικο (το οποίο το έβαλα πρώτο). Για Κόρο και Σαλέα (τον παλιό) δεν χρειάζονται συστάσεις. Ακολουθούν βιογραφικά στοιχεία για τους καλλιτέχνες (για τους οποίους περισσότερα θα βρείτε σε παλαιότερες αναρτήσεις).
«Άγνωστα τα βιογραφικά στοιχεία για την Μαρία Γκαλμάνη (Παπαδοπούλου). Δισκογραφικά έχει αρκετά 45άρια (περίπου 20) και αρκετές ηχογραφήσεις, που σύμφωνα με το Greekdiscography (Βασίλη Χατζηαντωνίου) δεν κόπηκαν ποτέ σε δίσκους 45 στροφών.
Συνεργάστηκε με τους καλύτερους κλαριντζήδες της εποχής Βασίλη Σούκα, Αθανάσιο Χαλιγιάννη, Κώστα Κοντογιώργο, Βασίλειο Σαλέα, Βασίλη Μπεσίρη, Δημήτρη Μπροδήμα, Γιώργο Μπαλάτσο, Κυριάκο Κώστουλα και Αντώνη Λεονταρίτση. Επίσης με τους Αλέκο Αραπάκη, Γιώργο Κόρο, Γιώργο Φλώρο, Δημήτρη Λαβίδα και άλλους.
Ο Γιώργος Κόρος γεννήθηκε στις 19 Μαρτίου 1923 στους Ανδρωνιάνους Εύβοιας, από πατέρα ιεροψάλτη, ο οποίος τον μύησε από μικρό στα μυστικά της βυζαντινής μουσικής. Σε ηλικία 9 ετών άρχισε να μαθαίνει βιολί μόνος τους και στα 12 του έπαιξε για πρώτη φορά σε πανηγύρι. Συνέχιζε να παίζει σε γάμους, γλέντια και ταβέρνες μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του '50, οπότε ξεκίνησε η καθαυτό επαγγελματική του καριέρα στη μουσική.
Αυτός που τον επέβαλε στη δισκογραφία ήταν ο συνθέτης και ερμηνευτής του δημοτικού τραγουδιού Γιώργος Παπασιδέρης. Το 1953 τον άκουσε σ’ ένα κέντρο της Αθήνας και εντυπωσιάστηκε από τον τρόπο που έπαιζε το βιολί, σε μια εποχή που το όργανο αυτό ήταν περιθωριακό στη δημοτική μουσική.
Από τότε, ο Γιώργος Κόρος συνεργάστηκε με καλλιτέχνες από όλο το φάσμα της λαϊκοδημοτικής μουσικής: Γιώργο Παπασιδέρη, Ρόζα Εσκενάζυ, Ρίτα Αμπατζή, Μήτσο Αραπάκη, Στέλιο Καζαντζίδη, Καίτη Γκρέι, Γιώτα Λύδια, Πάνο Γαβαλά, Μανώλη Αγγελόπουλο, Χάρις Αλεξίου, Γιώργο Νταλάρα, Γλυκερία, Ελένη Βιτάλη, Δημήτρη Ζάχο, Αλέκο Κιτσάκη, Σοφία Κολλητήρη, Στάθη Κάβουρα, Τασία Βέρρα, Μάκη Χριστοδουλόπουλο, Σοφία Εμφιετζή και πολλούς άλλους.
Ο Γιώργος Κόρος πέθανε στις 8 Ιανουαρίου 2014, σε ηλικία 90 ετών. Είπε...¨Αν το δοξάρι του βιολιού μου ήταν πριόνι, με τις δοξαριές μου θα είχα κόψει όλα τα δέντρα και τα δάση της Ρωσίας.¨
¨Τα ταξίμια στο βιολί είναι σαν να μιλάμε, και ο ένας να λέει στον άλλον το παράπονό του, το αίσθημά του, την ιστορία του, κάτι που του έτυχε και ο άλλος πάλι να του λέει, τι λες βρε παιδί μου, αυτά έπαθες;
Ο Βασίλης Παναγιωτόπουλος-Σαλέας, ήταν από τους καλύτερους λαϊκούς κλαρινοπαίχτες της Ελληνικής παραδοσιακής μας μουσικής. Γεννήθηκε το 1929 σε κάποιο από τα καμποχώρια του κάτω Αχελώου, αλλά ήταν εγγεγραμμένος στα μητρώα αρρένων του δήμου Μεσολογγίου.
Υπήρξε ίσως η μεγαλύτερη μουσική ιδιοφυία στο χώρο της παραδοσιακής μουσικής.
Γεννήθηκε μουσικός. Παιδί έπαιζε φλογέρα κ αναδείχτηκε στο μεγαλύτερο δεξιοτέχνη του κλαρίνου. Τα πρώτα του βήματα τα πήρε απ' τον πατέρα του Κώστα Σαλέα που έπαιζε ζουρνά. Αργότερα μαθαίνει τα μυστικά του κλαρίνου απ' τον Χαράλαμπο Μαργέλη (1895-1954) απ' το Μεσολόγγι.
Τα παιδικά του χρόνια τα χαρακτηρίζει η φτώχεια κ η μιζέρια. Κι όμως αυτό το μικρό "γυφτάκι" έμελλε αργότερα να γίνει γνωστός και εκτός Ελλάδος.
Είχε ταλέντο και δημιουργική μαγιά. Στα πανηγύρια, γιατί εκεί γεννιέται, αναπτύσσεται και διατηρείται το δημοτικό μας τραγούδι, δοξάστηκε περισσότερο απ' όλους ο Σαλέας.
Γνώστης όλων των μουσικών σκοπών του λαού μας, αγαπήθηκε όσο λίγοι καλλιτέχνες.
Τον αποκαλούσαν "στρατάρχη του κλαρίνου". Έπαιζε με πάθος και μεράκι σουφρώνοντας χαρακτηριστικά τα φρύδια του. Σώμα και ψυχή ήταν απόλυτα συνδεδεμένα με το κλαρίνο.
Ανέδειξε το κλαρίνο όχι μόνο σαν δημοτικό όργανο, αλλά σαν όργανο που μπορεί να σταθεί σε κάθε ορχήστρα και φωνοληψία. Στην εποχή του επισκίαζε τους πάντες, που του είχαν σεβασμό αλλά και φόβο!
Στο μεταξύ ήταν και "υπερήφανος", μόλις έβλεπε στο χώρο που έπαιζε ότι βρίσκονταν μεγάλοι μουσικοί, έδινε τον καλύτερο εαυτό του, για να δικαιολογήσει το όνομα του και να εισπράξει τις καλύτερες κριτικές των έγκριτων. Κάτι που έκαναν και οι Γιώργος Κόρος, Βαγγέλης Σούκας, Γιάννης Βασιλόπουλος. Έτσι ήταν ο Σαλέας, όταν ήθελε δεν τον έφτανε κανένας!!! Εκτιμήθηκε από όλους τους χώρους του ελληνικού τραγουδιού. Εμφανίστηκε σε πολλά μεγάλα κέντρα των Αθηνών της χρυσής εκείνης εποχής, αλλά και στην επαρχία όπου περνούσε χάλαγε κόσμο! "Ένας ήταν ο Σαλέας στην Ελλάδα βρε παιδιά...." που λέει και το τραγούδι! Εκτός από δεξιοτέχνης, ήταν και επιβλητικός ως άνθρωπος. Ιδιαίτερα καλοντυμένος, μερακλής με χαρακτηριστικά τα χρυσά του δαχτυλίδια! Σαν άνθρωπος, ήταν πάντα περιποιημένος με αδυναμία στις όμορφες γυναίκες για τις οποίες ξόδεψε όλα του σχεδόν τα χρήματα που κέρδισε επί οκτώ χρόνια στην Αμερική!
Σαν μουσικός μπορεί να ήταν εγωιστής αλλά σαν άνθρωπος ήταν πονόψυχος και καλόκαρδος, υποστηρίζοντας με όποιον τρόπο μπορούσε τη τσιγγάνικη γενιά του. Ανέβαζε στο πάλκο τους θαμώνες ή κατέβαινε αυτός κοντά τους. Ξημέρωνε στο πάλκο παίζοντας με το στόμιο σκοτεινές, παράξενες μουσικές που μόνο αυτός ήξερε, που δεν ξανακούστηκαν ποτέ πια, ύστερα από εκείνη τη συγκεκριμένη νύχτα. Η ζωή του Σαλέα υπήρξε περιπετειώδης και συνταρακτική, κλυδωνιζόμενη πάντα από μεγάλα πάθη, ανταρσίες και γενναιοφροσύνες: τα λεφτά του τα έπινε, τα γλεντούσε, τα μοίραζε: στη γυφτιά, στους αναξιοπαθείς συναδέλφους του. Ήταν ο αναγνωρισμένος "βασιλιάς" της φάρας, δια της λαϊκής βουής- επανειλημμένα του προτάθηκε ο επίσημος τίτλος. Δεν τον δέχτηκε, τι να τον έκανε, διατηρούσε τον ίδιο στον κόσμο των κλαρινοπαικτών ως το θάνατό του.
Στην κατοχή είχε λάβει μέρος και στην Εθνική Αντίσταση.
Η δισκογραφία του μεγάλη αφού συνεργάστηκε με όλους τους Έλληνες τραγουδιστές του δημοτικού αλλά και του λαϊκού τραγουδιού!
Πέθανε στις 17 Νοεμβρίου 1972 και «από το σπίτι του στην εκκλησία τον πήγανε παίζοντας πέντε κλαρίνα. Όλα φημισμένα. Όλα της φάρας του. Το ίδιο και στο νεκροταφείο. Πέντε κλαρίνα έπαιζαν πάνω στον τάφο του!».
Φωτογραφίες και το ηχητικό αρχείο …(εδώ).