«Όταν γνωστοποιήθηκε ο θάνατος του Παύλου Βαρδινογιάννη, εκείνο τον Μάιο του 1984 ολόκληρη η Κρήτη σοκαρίστηκε. Ο αποθανών ήταν μόλις 59 ετών και παρά το νεαρό της ηλικίας του, όσοι τον γνώριζαν καλά, ήξεραν πως η κατάσταση της υγείας του ήταν εξαιρετικά επιβαρυμένη.
Όταν ρωτούσαν τον Παύλο Βαρδινογιάννη αναφορικά με τον λόγο που συνέχιζε την πολιτική του δραστηριότητα παρά τις δυσκολίες υγείας που αντιμετώπιζε ο ίδιος ανέφερε: «Καλοχαιρέτα τσι πεζούς, όντε καβαλικέψεις, για να σε χαιρετούν και αυτοί όντε θα ξεπεζέψεις». Μια άλλη αγαπημένη ρήση του Ρεθυμνιώτη πολιτικού τόνιζε: «Ποτέ σου μην περιφρονείς, τα κάτω σκαλοπάτια, γιατί σ’ αυτά πρωτοπατείς ν’ ανέβεις στα παλάτια».
Ο Παύλος Βαρδινογιάννης ήταν εξαιρετικά λαοφιλής. Είχε την φήμη πολιτικού «άλλης πάστας» ενώ δεν ήταν λίγες οι περιπτώσεις συμπολιτών του που έκανα λόγο για το μεγάλο του ανθρωπιστικό έργο.
Γεννήθηκε στις 14 Φεβρουαρίου του 1925. Πρώτο από τα δέκα παιδιά που έμελλε ν’ αποκτήσει το ζευγάρι Ιωάννης Βαρδινογιάννης και Χρυσή Θεοδωρουλάκη η καταγωγή των οποίων ήταν από τον Άη – Γιάννη και τ’ Ασφέντου των Σφακίων αντίστοιχα. Κατοικούσαν πριν από τον γάμο τους η μεν Χρυσή Θεοδωρουλάκη στο Γεράνι Ρεθύμνης, ο δε Ιωάννης Βαρδινογιάννης στην Επισκοπή Ρεθύμνης όπου και διέμειναν και μετά τον γάμο τους.
Ο Παύλος Βαρδινογιάννης, μαθήτευσε στο Γυμνάσιο Ρεθύμνης έως και την 2α Γυμνασίου οπότε και πήγε στον Πειραιά, όπου παρακολούθησε την 3η και 4η τάξη στο γυμνάσιο Πειραιώς. Ταυτόχρονα αυτά τα δύο χρόνια παρακολουθούσε και μαθήματα Γαλλικών στο Γαλλικό σχολείο. Επέστρεψε πάλι στο Ρέθυμνο όπου στο εκεί Γυμνάσιο συνέχισε κι επεράτωσε τις γυμνασιακές του σπουδές. Αποφοίτησε σε ηλικία, μόλις, 16 ετών.
Αν και έφηβος ακόμη, στη διάρκεια της κατοχής του 1940, είχε λάβει μέρος στον αντιστασιακό αγώνα. Συνελήφθη από τους Γερμανούς και με συνοπτικές διαδικασίες, καταδικάστηκε σε θάνατο. Κλείστηκε στις Φυλακές Αγυιάς Χανίων.
Τότε ο θείος του, Γεώργιος Θεοδωρουλάκης, μόλις ειδοποιήθηκε για την σύλληψη του Παύλου, φεύγει κατευθείαν από το Γεράνι και πηγαίνει στα Χανιά. Εκεί βρήκε γνωστό δικηγόρο, ο οποίος είχε μεγάλη πρόσβαση, λόγω ιδιότητας, στο Γερμανικό Στρατοδικείο Χανίων. Και του ζήτησε να μεσολαβήσει για τον Παύλο. Ο δικηγόρος συμφώνησε αλλά ζήτησε δέκα χρυσές λίρες για τη μεσολάβηση ποσόν αστρονομικό για την εποχή.
Μάταια ο θείος τον παρακαλούσε να περιοριστεί σε λάδι, είτε λάστιχα, είτε αδιάβροχα, ό,τι είχε δηλαδή ο καημένος να διαθέσει. Ανένδοτος ο Χανιώτης επέμενε στις δέκα χρυσές.
Είδε κι απόειδε ο δυστυχής και πήρε το δρόμο της επιστροφής. Περνώντας από το Βάμο κουρασμένος καθώς ήταν κτύπησε την πόρτα του Μποτωνάκη πρώτου ξαδέλφου του.
Εκεί που έπιναν το κρασί τους άφησε τον πόνο του να ξεχειλίσει. Η σκληρότητα του δικηγόρου τον είχε εξοργίσει. Μα να θέλει να βγάλει λεφτά όταν ένα παλικάρι κινδυνεύει να στηθεί στον τοίχο; Ο ξάδελφος τον καθησύχασε. Είχε ο ίδιος ένα ολόκληρο πεντόλιρο. Θα του το έδινε με χαρά προκειμένου να σωθεί ο Παύλος.
Έβγαλε φτερά ο Θεοδωρουλάκης μπροστά στη λεβέντικη χειρονομία του ξαδέλφου του. Πήγε στην Επισκοπή βρήκε άλλες τρεις λίρες και ξανά πήρε το δρόμο για Χανιά.
Αυτή τη φορά ο δικηγόρος δέχτηκε τις 8 λίρες κι έτσι ο Παύλος βρέθηκε λεύτερος. Μα δεν κάθισε ήσυχος. Είχε μάλιστα την ευκαιρία να τον καλέσουν για διερμηνέα στο Γερμανικό Φυλάκιο Μυριοκεφάλων, οπότε μπορούσε να δρα ανενόχλητος. Όχι για πολύ όμως.
Μια μέρα τον κάλεσε ο διοικητής του Φυλακίου ένας αξιοπρεπής Αυστριακός που λάτρευε τον Παύλο γιατί έβλεπε στο πρόσωπό του το γιο του που πολεμούσε στο Στάλινγκραντ.
Χωρίς περιστροφές του είπε ότι είχε εντολή από τα Ες Ες να τον συλλάβει αλλά αυτός θα του χάριζε τη ζωή για χάρη του γιου του.
Ο Παύλος τον κοίταξε με ευγνωμοσύνη κι έφυγε βιαστικά μουρμουρίζοντας ευχαριστίες.
Ο διοικητής κοίταξε στην πόρτα που μόλις είχε κλείσει πίσω του ο νεαρός διερμηνέας και είπε στενάζοντας: «Είθε ο Θεός να σας προστατεύει και τους δυό», εννοώντας τον γιο του και τον Παύλο. Κυνηγημένος ο Παύλος έφυγε για την Ασή Γωνιά. Γυρνούσε από λημέρι σε λημέρι μαζί με τους Εγγλέζους οι οποίοι κάποια στιγμή του επισήμαναν τον κίνδυνο να συλληφθεί και του ζήτησαν να φύγει στην Αθήνα, όπως κι έγινε. Σύντομα όμως αποκαλύφθηκε η φυγή του και οι ναζί άρχισαν να τον ψάχνουν αυτή τη φορά στην πρωτεύουσα. Και λίγο πριν τον πλησιάσουν κατάφερε με τη βοήθεια των Άγγλων να φύγει για την Αίγυπτο.
Εκεί έμεινε περίπου έναν χρόνο και τότε έμαθε τις πρώτες του λέξεις στην Αραβική γλώσσα, γλώσσα την οποία αργότερα μιλούσε απταίστως. Από την Αίγυπτο επέστρεψε στην Κρήτη ως Εγγλέζος Ανθυπολοχαγός και λόγω του ότι μιλούσε απταίστως και την Αγγλική και την Γερμανική γλώσσα όλοι οι Γερμανοί στο τέλος της κατοχής παρεδόθησαν σε αυτόν ή μέσω αυτού.
Με την απελευθέρωση σπούδασε Νομική Οικονομικά και Πολιτικές Επιστήμες.
Η φτώχεια που τον δυνάστευε τότε δεν τον επηρέασε στις αποφάσεις του να χορτάσει τη γνώση.
Με το Μάρκο και τον Θεόδωρο Φουντουλάκη έμεναν οι τρεις σε όλη τους τη φοιτητική ζωή σε μια καμαρούλα στο Παγκράτι.
Αυτά τα χρόνια τους ένωσαν σε στενούς δεσμούς φιλίας μέχρι το τέλος της ζωής τους.
Από το 1947 ο Παύλος αφιερώθηκε στα κοινά έχοντας την πολύτιμη στήριξη του Σοφοκλή Βενιζέλου που τον είχε ορίσει ιδιαίτερο γραμματέα στο πολιτικό του γραφείο.
Σπούδασε νομικά και πολιτικές επιστήμες στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και ασχολήθηκε με την πολιτική, ενώ σε ηλικία μόλις 25 ετών, εντάχθηκε ενεργά στο Κόμμα Φιλελευθέρων και ανέλαβε διευθυντής του Πολιτικού Γραφείου του Πρωθυπουργού Σοφοκλή Βενιζέλου.
Οι γνώσεις του και η άνεσή του στις ξένες γλώσσες τον έφεραν πολλές φορές με ελληνικές αντιπροσωπείες σε διεθνείς συναντήσεις όπως στην Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στα Ηνωμένα Έθνη.
Τότε ήταν που τον προσκάλεσε η Ελεονώρα Ρούσβελτ στην κατοικία της στο Χάυντ Παρκ. Εκεί ο Παύλος γνώρισε και συνδέθηκε με βαθειά φιλία με τον Νεχρού Γιαβαχαρλάλ (Γκάντι), τον πρώτο πρωθυπουργό της ανεξάρτητης Ινδίας και πατέρα της μετέπειτα πρωθυπουργού, της Ίντιρα Γκάντι.
Το 1952 με ψυχραιμία, ως Διευθυντής του Πολιτικού Γραφείου του Σ. Βενιζέλου, ο Παύλος Βαρδινογιάννης, παρακολούθησε τις πικρές στιγμές της συντριβής των Φιλελευθέρων και την ομαδική διαρροή των στελεχών του προ του Συναγερμό. Στιγμές που τον έκαναν ν’ αποφασίσει ν’ αναμιχθεί πλέον ενεργότερα με την πολιτική.
Το 1954, τα πολιτικά του προσόντα επιβραβεύονται με την εκλογή του, από το Πανεπιστημιακό Συνέδριο, ως Πρόεδρος της Μορφωτικής Επιτροπής Ευρώπης.
Το 1956, για πρώτη φορά θέτει υποψηφιότητα και μάλιστα ως ανεξάρτητος Βουλευτής Ρεθύμνης και εκλέγεται.
Στις εκλογές του 1958 ο Παύλος Βαρδινογιάννης εκλέγεται πρώτος βουλευτής Επικρατείας.
Από το 1956 μέχρι το 1967 ο Παύλος Βαρδινογιάννης εκλεγόταν βουλευτής Ρεθύμνου, στις κυβερνήσεις Γεωργίου Παπανδρέου (1963 - 1965) ενώ διετέλεσε υπουργός Άνευ Χαρτοφυλακίου και αναπληρωτής υπουργός Προεδρίας της Κυβερνήσεως. Η φιλία του με τον Ανδρέα Παπανδρέου ήταν μνημειώδης και έφτασε μάλιστα να τον παντρέψει με τη Λήδα Κατακουζηνού.
Η αντιστασιακή του δράση εντάθηκε και στην περίοδο της Δικτατορίας, με τη Χούντα να διατάζει τη σύλληψή του, ωστόσο εκείνος κατάφερε να διαφύγει στην Τουρκία με σκάφος που του έστειλε ο αδελφός του Νίκος.
Ο Παύλος Βαρδινογιάννης, ήταν μεταξύ των διορατικών εκείνων πολιτικών οι οποίοι είχα προβλέψει το πραξικόπημα. Στις 19 Απριλίου το 1967 είχε αναγγελθεί η προκήρυξη των εκλογών για τον Ιούνιο του ίδιου έτους, ωστόσο ο Παύλος Βαρδινογιάννης έπρεπε να παραστεί μάρτυρας σε δίκη στο Ρέθυμνο στις 21 Απριλίου. Κανόνισε να συναντηθεί με τον Γέρο της Δημοκρατίας στις 19ης Απριλίου, ενόψει των εκλογών. «Έχω την πληροφορία για δικτατορία των Στρατηγών. Πληροφορία που ανέφερα τόσο στον Γέρο όσο και στον Ανδρέα, ο οποίος ήτο παρών στην συνάντησή μας. Δεν με πίστεψαν όμως κι η απάντησις του Ανδρέα ήτο: «Έχουμε την βάση με το μέρος μας. Δεν χάνουμε τις εκλογές» κι εγώ του απήντησα: «Την βάση την έχουμε τον στρατό δεν τον ελέγχουμε».
Εν τέλει η δικτατορία πραγματοποιήθηκε, αλλά από τους συνταγματάρχες και όχι από τους στρατηγούς, όπως είχε προβλέψει ο Παύλος Βαρδινογιάννης, ο οποίος στη συνέχεια έχτισε εξαιρετικές σχέσεις με πολλούς ηγέτες του αραβικού κόσμου, από τις συντηρητικές μοναρχίες του Κόλπου μέχρι τη Λιβύη του Καντάφι και για πολλά χρόνια ήταν πρόεδρος του Ελληνοαραβικού Συνδέσμου…».
Τεράστιο το βιογραφικό του Παύλου Βαρδινογιάννη και σταματάω στη δικτατορία προσθέτοντας ακόμα ένα στοιχείο (μιας και οι Πέρδικες δε τα έχουν καλά με τους πολιτικούς), του άρεσε να τραγουδάει ριζίτικα τραγούδια.
Το σημερινό δισκάκι αφιερωμένο στον Παύλο Βαρδινογιάννη, ο οποίος συμμετέχει στο ριζίτικο ¨Ωσάν τα μάτια μου αγαπώ¨. Εξαιρετικός ο Σηφογιώργης με την Χρυσούλα και τον Μαρκογιάννη, πλέκουν το εγκώμιο στον Παύλο στο ¨Ως είναι ο ήλιος λαμπερός¨. Στο ριζίτικο, γνώμη μου είναι ότι δεν έπρεπε να βοηθά φωνητικά ο Σηφογιώργης. Καταλαβαίνω ότι προσπάθησε να καλύψει τις ατέλειες της φωνής του Παύλου αλλά το ριζίτικο δεν θέλει πρίμο σεκόντο. Κρίμα γιατί ακούγονται αξιόλογες μαντινάδες.
Μεγάλο μέρος των φωτογραφιών τις χρωστάμε στον Γιώργο Λινοξυλάκη και την έρευνα του στις Κρητικές εφημερίδες, περιοδικά και βιβλία της εποχής.