Δευτέρα 3 Φεβρουαρίου 2025

470. ΧΡΥΣΟ ΜΙΚΡΟΦΩΝΟ GMC-1011 ΖΑΧΑΡΟΠΟΥΛΟΣ ΖΑΧΑΡΙΑΣ- ΣΑΛΕΑΣ ΝΙΚΟΣ- ΑΡΑΠΑΚΗΣ ΑΛΕΚΟΣ 1969

Ζαχαρόπουλος  Ζαχαρίας- Σαλέας (Παναγιωτόπουλος) Νίκος- Αραπάκης (Παύλου) Αλέκος ΧΡΥΣΟ ΜΙΚΡΟΦΩΝΟ GMC-1011 Ιτιά - Λιβανατέϊκο 1969- 45rpm- 7''

«Ο Νίκος Σαλέας (Παναγιωτόπουλος- βλέπε και ανάρτηση 186 και 263) γεννήθηκε στο Μεσολόγγι. Τα πρώτα του βήματα τα πήρε απ' τον πατέρα του Κώστα Σαλέα που έπαιζε ζουρνά. Την εποχή που το άστρο του Χαραλάμπου Μαργέλη, Νίκου Καρακώστα, Βάϊου Μαλλιαρά, Κώστα Γιαούζου κ.α. κορυφαίων σολίστ του κλαρίνου έδυε, δυο άλλα, του ιδίου τουλάχιστον διαμετρήματος, δίνουν στο κλαρίνο νέα υπόσταση. Δεν ήταν άλλα από αυτά του Βασίλη Σαλέα (αδερφός του Νίκου) και του Βαγγέλη Σούκα.

Εμφανίστηκε σε πολλά μεγάλα κέντρα των Αθηνών της χρυσής εκείνης εποχής, αλλά και στην επαρχία. Αδελφοί του ήταν οι επίσης κλαρινίστες Γεράσιμος και Βασίλης (ο Μεγάλος). Ο τωρινός Βασιλάκης Σαλέας (ο νεότερος) είναι γιος του.»

«Ο Αλέξανδρος Παύλου ή Αραπάκης (βλέπε και ανάρτηση 110, 263 και 405), όπως ακριβώς αναγραφόταν το όνομά του στο δελτίο της αστυνομικής του ταυτότητας, ανήκε στην πέμπτη γενιά μιας οικογένειας παραδοσιακών μουσικών με καταγωγή από τη Σούρπη του Αλμυρού Βόλου. Το πραγματικό του επώνυμο ήταν Παύλου, αλλά στον κόσμο ήταν γνωστός με το παρωνύμιο Αραπάκης, το οποίο κληρονόμησε από τον πατέρα του και οφειλόταν προφανώς στο μελαψό τους χρώμα.

Πατέρας του ήταν o επίσης ξακουστός βιολιτζής Γιώργος Παύλου-Αραπάκης, που έφυγε από τη Σούρπη σε ηλικία 18 χρονών και ο δρόμος του τον έφερε στα Ψαχνά της Εύβοιας. Εκεί παντρεύτηκε με τη Βασιλική Ντάβου γύρω στα 1915, με την οποία απέκτησαν επτά παιδιά, τέσσερα κορίτσια και τρία αγόρια. Το τέταρτο κατά σειρά παιδί ήταν ο Αλέκος, που γεννήθηκε το 1921.

Το μουσικό ταλέντο του Αλέκου Αραπάκη εκδηλώθηκε από πολύ νωρίς. Πριν καλά-καλά πάει στο Δημοτικό σχολείο, έπαιζε μαντολίνο, αλλά πολύ σύντομα άφησε το μαντολίνο κι έπιασε το βιολί, ακολουθώντας τα βήματα του πατέρα και του παππού του, που ήταν και οι δάσκαλοί του. Τελειώνοντας το Δημοτικό, ήταν κιόλας ένας επαγγελματίας βιολιτζής και τον καλούσαν να παίζει σε γάμους και πανηγύρια με διάφορες μουσικές κομπανίες.
Η εξέλιξή του υπήρξε εντυπωσιακή και, πριν ακόμη κλείσει την τρίτη δεκαετία της ζωής του, το όνομά του συγκαταλεγόταν ανάμεσα στα ονόματα των δημοφιλών οργανοπαιχτών της εποχής. Την περίοδο αυτή και συγκεκριμένα το 1948, έχοντας φτάσει σε ηλικία 27 ετών, παντρεύτηκε τη Ζαχαρού Μποϊντά από την Αμάρυνθο (Βάθια) της Εύβοιας και μετοίκησε από τα Ψαχνά στο χωριό της γυναίκας του. Καρπός του γάμου του ήταν οι δύο γιοι του, ο Γιώργος και ο Βασίλης.

Ιδιαίτερα δημιουργική ήταν στη συνέχεια η επί σειρά πολλών ετών συνεργασία του με τη Δόμνα Σαμίου, την οποία συνόδευε και στη δισκογραφία και σε πλήθος συναυλιών εντός και εκτός Ελλάδας.

Αξίζει, επίσης, να αναφερθεί ότι είχε παίξει τόσο στο Ηρώδειο όσο και στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών. Ενδεικτικό της μεγάλης του αναγνώρισης είναι και το γεγονός ότι προσκλήθηκε να παίξει μαζί με τον θρυλικό βιολιστή Jehudi Menuhin (Γιεχούντι Μενουχίν) σε μια διαφημιστική ηχογράφηση στη Γαλλία.
Ο Αλέκος Αραπάκης δεν άφησε στιγμή το αγαπημένο του βιολί έως το τέλος της ζωής του. Απεβίωσε στις 12 Ιανουαρίου 2006 στην Αθήνα, σε ηλικία 85 ετών.»

Φωτογραφίες και το ηχητικό αρχείο ….(εδώ).

 


 


Παρασκευή 31 Ιανουαρίου 2025

469. RECOR BK-019 ΜΑΪΚΑΝΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ- ΑΡΒΑΝΙΤΗΣ ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΣ 1962

Μαϊκαντής (Μαηκαρτής) Ιωάννης- Αρβανίτης Χριστόφορος RECOR BK-019 Που είσαι Λενιό δεν φαίνεσαι (Καλαματιανό) - Στη Ρούμελη (Τσάμικος) 1962- 45rpm- 7''
«Ο Γιάννης Μαϊκαντής γεννήθηκε το 1921 στη Σπολαϊτα Αγρινίου. Διέπρεψε σαν τραγουδιστής στα πανηγύρια του Αγρινιώτικου κάμπου, που ήταν πολύ απαιτητικά, λόγω της ιδιορρυθμίας των χορευτών. Στη συνέχεια ανέβηκε στην Αθήνα όπου γραμμοφώνησε με τον Βασίλη Μπεσίρη μερικά τραγούδια. Ήταν ο συνεχιστής του Σεραφείμ Γεροθεοδώρου ειδικά στα καθιστικά και στα κλέφτικα. Τολμώ να πω ότι τα απέδιδε ίσως και καλύτερα, γιατί δεν έβαζε μέσα το ψαλτικό στοιχείο που πέρναγε ο Γεροθόδωρος. Η βροντώδης φωνή του έσπαγε κυριολεκτικά τζάμια! Ήταν χωρίς αμφιβολία ένας σπουδαίος τραγουδιστής.
Γραμμοφώνησε 3 τραγούδια στις 78 στροφές το 1950 και πολύ αργότερα 4 στις 45 στροφές.»
Ο Χριστόφορος Αρβανίτης, με καταγωγή από την Ναύπακτο, στο κλαρίνο, Λίγα τα βιογραφικά στοιχεία και το φωτογραφικό υλικό στη σημερινή ανάρτηση, με τη βοήθεια του καναλιού του Γιώργου Υφαντή και το greekdiscography του Χατζηαντωνίου. Να σημειωθεί ότι η εταιρία Recor του Κουτσοθανάση εξαγόρασε τις μήτρες της Αμερικάνικης Nina και έκοβε ως Phono Recor (βλέπε τα σχόλια της ανάρτησης από τον φίλο Angelo Lymp). Επίσης τα λάθη στις ετικέτες είναι του Μαϊκαντή που τον αναφέρουν Μαηκαρτή και τη Ρούμελη που βγάζει μάτι.
Φωτογραφίες και το ηχητικό αρχείο …(εδώ).
 

 

Δευτέρα 27 Ιανουαρίου 2025

468. PARLOPHON B.21683 ΡΟΔΙΝΟΣ ΑΝΔΡΕΑΣ- ΜΠΕΡΝΙΔΑΚΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ 1933

Ροδινός Ανδρέας- Μπερνιδάκης (Μπαξεβάνης- Μπαξές) Ιωάννης PARLOPHON B.21683 Ρεθυμιώτικη Πεντοζάλη - Ρεθυμιώτικο Συρτό 1933- 78rpm- 10''
Ο Ανδρέας Ροδινός (βλέπε και ανάρτηση 178) γεννήθηκε στο Ρέθυμνο το 1912. Ο πατέρας του, φούρναρης στο επάγγελμα, καταγόταν από το Ατσιπόπουλο, ενώ η μητέρα του Χρυσούλα το γένος Μαμαγκάκη καταγόταν από τα γειτονικά Φραντζεσκιανά Μετόχια.
Άρχισε να μαθαίνει λύρα στην ηλικία των 14 χρονών από ένα συγγενή της μητέρας του (πιθανόν τον λυράρη από τα Φραντζεσκιανά Μετόχια Βαγγέλη Καλαϊτζάκη), ενώ η μαρτυρία του αδερφού του ότι ο μικρός Ανδρέας κάθονταν και έπαιζε ώρες λύρα με τους συνομήλικους Τουρκοκρητικούς γείτονες του μαρτυράει το ζήλο του για τη μουσική.
Η επιθυμία του για ζωή ήταν έντονη. Όπως και για τη λύρα. Ένα περιστατικό διηγείται ο Ρεθεμνιώτης γιατρός Nίκος Λυράκης με κείμενό του στο περ. «Προμηθεύς Πυρόφορος» (Δεκέμβριος 1980), που αναδημοσιεύθηκε στην εφημ. «Eλευθερία» του Pεθύμνου, φ. της 21/22-3-98, σελ. 12:
“…το έτος 1917-18 που τελείωσα το Γυμνάσιο βρέθηκα στο δώμα του πατρικού σπιτιού ένα πρωινό και συνάντησα στο διπλανό δώμα της γιαγιάς τον Ανδρέα, παιδί 10 χρόνων, γεροδεμένο και καλόκαρδο, που κρατούσε μια λύρα μικρού μεγέθους χωρίς χορδές και δοξάρι και την περιεργαζόταν. Είχα ακούσει από καιρό πως προσπαθούσε να μάθει λύρα και για να τον αστειευθώ τον ρώτησα: Πότε επιτέλους θα την μάθεις αυτή τη λύρα; Να την, μου απαντά, την αγόρασα 5 δραχμές. Εγώ, Νίκο, συνεχίζει, θα την μάθω τη λύρα. Δεν φοβούμαι και θα πάω στο φαράγγι τα μεσάνυχτα να παίξω χωρίς να μιλώ· όταν θα έρθουν οι διαόλοι να με κουτουλούν με τα κέρατά τους, εγώ θα παίζω και θα τη μάθω… Εγώ κατόπιν τα διηγήθην και στη συνέχεια προήλθε μία σύγχυση στο ιστορικό αυτό”.
Ο Ροδινός από τα 16 του χρόνια, γύριζε τα χωριά του Ρεθύμνου αρχικά, αλλά και του Αποκόρωνα και των Σφακίων αργότερα, προς αναζήτηση παλιών σκοπών και μελωδιών. Διδάχτηκε επίσης, από παλιούς και έμπειρους λυράρηδες της πόλης του Ρεθύμνου, όπως το Νικήστρατο (για λίγο καιρό γιατί πέθανε στα πρώτα του βήματα του Ανδρέα) και το Γέρο-Πισκόπη.
Στα 17 του δημιούργησε το δικό του συγκρότημα (“ζυγιά”) με τον λαουτιέρη Σταύρο Ψυλλάκη ή Ψύλο από την Επισκοπή Ρεθύμνου. Ήταν πλέον ένας εκπληκτικός και καταξιωμένος λυράρης. Λέγεται επίσης ότι ήταν ιδιαίτερα ευφυής και άριστος μαθητής.
Ο Ανδρέας Ροδινός ήταν ερασιτέχνης αλλά και εύπορος οικονομικά και αυτό ήταν από τα χαρακτηριστικά του καθώς ποτέ δεν είδε τη λύρα ως επάγγελμα και αποστρεφόταν τους φιλάργυρους συναδέλφους του. Χαρακτηριστικά αναφέρεται ότι στο μοναδικό γλέντι που δέχτηκε χρήματα (8 Σεπτέμβρη του 1932) στο μεγάλο πανηγύρι της Παναγιάς στα Μυριοκέφαλα Ρεθύμνου και στο οποίο μαζεύτηκαν 6-7 χιλιάδες δραχμές, έσπευσε να τα δωρίσει στην εκκλησία και με τα οποία χτίστηκε εικονοστάσι που σώζεται ως σήμερα.
Θρυλική έχει μείνει η εμφάνιση του μαζί με τον Χαρίλαο Πιπεράκη τον ξακουστό λυράρη της εποχής που ζούσε στην Αμερική και καταγόταν από το Ξεροστέρνι Αποκορώνου και το γέρο-Καντέρη επίσης από τον Αποκορώνα στην προκυμαία του Ρεθύμνου το καλοκαίρι του 1930. Βραδιά κατά την οποία μετά τους δύο μεγάλους λυράρηδες, ο Ροδινός με τη συνοδεία του Ψίλλου (Σταύρου Ψιλλάκη) στο λαούτο, “έδωσε εξετάσεις” και ενθουσίασε τα πλήθη παίζοντας λύρα μέχρι τα ξημερώματα.
Αφού λοιπόν τελείωσε το γυμνάσιο συνέχισε να ασχολείται με πάθος με τη μουσική, έχοντας πλέον ως συνεργάτη τον λαουτιέρη με τη καταπληκτική φωνή Γιάννη Μπερνιδάκη (Μπαξεβάνη). Ο Ροδινός δε σταματά να καλλιεργεί την τέχνη του, να ερευνά, να χώνεται όλο και πιο βαθιά στη μελέτη της κρητικής μουσικής παράδοσης. Γυρνούσε στα χωριά, συναναστρεφόταν με τους γεροντότερους, ρωτούσε για παλιούς σκοπούς, μελωδίες, τραγούδια. Με τις ώρες κλεισμένος στο δωμάτιο του δοκιμάζει παλιές και νέες μελωδίες και σκοπούς τους οποίους προσφέρει άμεσα στο ακροατήριο του.
Κάποια στιγμή ο Ανδρέας Ροδινός θα πρέπει να ασχολήθηκε και με την οργανοποιία. Όχι τόσο άμεσα, όσο συμβουλευτικά. Πολλοί μιλούν για την επιρροή του στη μορφή της σύγχρονης λύρας που όχι άδικα έχει αποδοθεί κυρίως στο Μανώλη Σταγάκη. Ο Μανώλης Σταγάκης μας παρέδωσε αυτό που οι σύγχρονοι λέμε Κρητική λύρα, αλλά σίγουρα οι επιρροές του από τις παρεμβάσεις του Ανδρέα Ροδινού, του οργανοποιού Γιάννη Παπαδάκη ή Καρεκλά και του μαραγκού και οργανοποιού Αντώνη Μαράκη ή Μαραντώνη από την Κοξαρέ Αγίου Βασιλείου (για τον οποίο θρυλείται ότι είναι ο κατασκευαστής της κύριας  λύρας του Ροδινού) ήταν καθοριστικές.
Το 1933 κατατάχθηκε στο στρατό όπου καθηλώθηκε για 6 μήνες στο νοσοκομείο, εξαιτίας μιας πλευρίτιδας που τελικά αποδείχτηκε μοιραία καθώς επιβάρυνε την ήδη άσχημη ψυχολογική του κατάσταση. Ο θρύλος μιλάει για τον αδιέξοδο έρωτα του για μία “ξένη ξανθιά γυναίκα, μεγαλύτερη σε ηλικία από τον ίδιο, αλλά και παντρεμένη”.
Στη διάρκεια μιας μικρής καλυτέρευσης που παρουσίασε, ύστερα από επιμονή των φίλων του, ανέβηκε στην Αθήνα και ηχογράφησε δύο δίσκους 78 στροφών (ο σημερινός και αυτός στην ανάρτηση 178) με συνοδεία στο λαούτο από το τον Γιάννη Μπερνιδάκη.
Πήρε το απολυτήριο του και μεταφέρεται στους Νίππους, ένα ύψωμα στα δυτικά του Ρεθύμνου ψάχνοντας για τον καθαρό αέρα που θα βοηθούσε στην αρρώστια του.
Ο Νίκος Αγγελής σε μια όμορφη αναφορά του στον Ανδρεά Ροδινό περιγράφει:
“…Υπάρχει στο δυτικό Ρέθεμνο ένα ύψωμα γεμάτο αμπέλια και δέντρα. Οι Νίπποι. Πάνω απ’ τη «βίγλα», εφτακόσια μέτρα ψηλά, βγορίζουν εβδομήντα χωριά Χανιά και Ρέθεμνος. Εκεί ψηλά ήταν η καλύβα του Ροδινού μονάχη. Εκεί ψηλά ο πληγωμένος νέος προσπαθούσε να νικήσει την αρρώστια που τού ’τρωγε τα στήθεια. Περνούσαν δραγάτες και τού ’φερναν τα νέα του κόσμου. Περνούσαν ακόμη φίλοι και ξένοι να του πουν «περαστικά».
Κάθε βράδυ έβλεπαν οι ζευγάδες απ’ τα γυροχώρια τις φωτιές του κι’ οι πιο κοντινοί άκουαν την πονεμένη λύρα του να γεμίζει παράπονο τα σκοτάδια. Έβλεπε κι’ εκείνος κάτω τον τόπο που αγάπησε. Ήταν κάτω τα χωριά. Κάτω γλεντούσαν και χόρευαν. Θυμόταν τη μικρή του ιστορία. Όταν τον κοίταζαν χιλιάδες μάτια να παίζει…”.
Τέλη του 1933 μεταφέρεται σε σανατόριο στα Μελίσσια Αττικής. Μετά από μήνες χωρίς βελτίωση, το Γενάρη του 1934 επιστρέφει στο Ρέθυμνο και στις 9 Φεβρουαρίου 1934, “φεύγει” σε ηλικία μόλις 22 χρονών. Την ημέρα της κηδείας του φάνηκε πόσο αγαπητός ήταν καθώς έκλεισαν όλοι τα μαγαζιά τους και όλο το Ρέθυμνο ακολούθησε την νεκρική πομπή. Ο μύθος του όμως έμεινε για πάντα.
«Αύριο φεύγω Πλάτανε και μάδησε τα φύλλα,
για δε θα ξανακούσεις πια, του Ροδινού την λύρα»
«Ξύπνα Αντρέα Ροδινέ παίξε γλυκά τη λύρα,
ν' αναστηθούνε οι νεκροί που ‘ναι βαθειά στο μνήμα»
«Ξύπνα καημένε Ροδινέ να δεις τον Μπαξεβάνη,
που παίζει το λαγούτο του και ζάφτι δεν το κάνει»
«Να με χτικιάσεις πολεμάς σα και το Ροδινάκι,
απού το χτίκιασε και αυτό, της λύρας το μεράκι».
Πληροφορίες, φωτογραφίες και το ηχητικό αρχείο …(εδώ).
 

 

Παρασκευή 24 Ιανουαρίου 2025

467. PANIVAR PA-152 ΒΥΖΙΡΙΑΝΑΚΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ- ΜΑΡΚΟΓΙΑΝΝΑΚΗΣ ΒΑΓΓΕΛΗΣ 1969

Βυζιριανάκης (Βιζιριανάκης- Βυζιριάνης) Γεώργιος- Μαρκογιαννάκης Βαγγέλης (Μαρκοβαγγέλης) PANIVAR PA-152 Να γράψω θέλει γράμματα στου φεγγαριού τον κύκλο (Συρτός) - Ο Φιλιώτσος (Καλαματιανός) 1969- 45rpm- 7''
«Ο Γιώργος Βιζιριανάκης (βλέπε και αναρτήσεις 93, 109 και 320) γεννήθηκε το 1927 στο Μιξόρρουμα (Μυξόρρουμα) Αγ. Βασιλείου Ρεθύμνου (τέσσερα χιλιόμετρα από το Σπήλι). Παντρεύτηκε την Σταματίνα και απέκτησε τρία παιδιά, την Ευαγγελία, την Ειρήνη και τον Στέλιο.
Υπηρέτησε στην χωροφυλακή και αργότερα άνοιξε ταβέρνα στους Αγίους Αναργύρους Αττικής. Στην ταβέρνα του σύχναζαν αρκετοί Κρήτες καλλιτέχνες όπως Μαρκοβαγγέλης, Σηφογιώργης και Μουντάκης. Έχει συνεργαστεί εκτός από τον Γιώργο Αποστολάκη με τους: Καρμπαδάκη Πέτρο, Μαρκογιαννάκη Γιάννη και Βαγγέλη. Έπαιζε και λύρα και λαούτο. Απεβίωσε το 1988.»
«Ο Βαγγέλης Μαρκογιαννάκης ή Μαρκοβαγγέλης γεννήθηκε το 1936 στο Σπήλι του Ρεθύμνου από οικογένεια μουσικών. Ο πατέρας του έπαιξε λύρα, τα αδέρφια του Κώστας και Στέλιος λαούτο, ο Χαράλαμπος λύρα και μπουζούκι και ο Γιάννης λαούτο. Άρχισε σε ηλικία 12 χρονών, με πολύ ζήλο και αγάπη για το λαούτο αλλά και τη σύνθεση σκοπών και τραγουδιών.
Αργότερα ερχόμενος στην Αθήνα είχε την ευκαιρία να σπουδάσει και να αποκτήσει περισσότερες γνώσεις πάνω στο αντικείμενο που αγαπούσε τόσο πολύ, δηλαδή την μουσική. Ασχολήθηκε με το κοντραμπάσο στο οποίο πήρε και δίπλωμα από το Ωδείο Αθηνών.
Εργάσθηκε στην Κρατική Ορχήστρα των Αθηνών και στην Συμφωνική της ΕΡΤ. Παράλληλα έβρισκε μεγάλη ευχαρίστηση στο λαούτο. Συνεργάστηκε με τους αξέχαστους Θανάση Σκορδαλό και Κώστα Μουντάκη. Στη δισκογραφία είχε τη μεγάλη συνεργασία με το Νίκο Μανιά, η οποία απέφερε υπέροχα τραγούδια στο ύφος των ταμπαχανιώτικων, καθώς και με το Σπύρο Σηφογιωργάκη, τον Χαράλαμπο Γαργανουράκη, το Μανώλη Κακλή, τον αδερφό του Γιάννη και άλλους.
Ακολούθησαν πολλές συνεργασίες όπως με Ζ. Μελεσσανάκη, Καλογρίδη, Ροδάμανθο Ανδρουλάκη, Μάρκο Φουρναράκη, Παντελή Κρασαδάκη, Γιώργο Παπαδάκη, Στέλιο Μπικάκη και Μανώλη Αλεξάκη. Ο Βαγγέλης Μαρκογιαννάκης θεωρείται και είναι ένας εκ των κορυφαίων δημιουργών της Κρητικής μουσικής.»
Φωτογραφίες και το ηχητικό αρχείο …(εδώ).
 

 

Τρίτη 21 Ιανουαρίου 2025

466. ODEON DSOG 2789 ΜΟΥΝΤΑΚΗΣ ΚΩΣΤΑΣ- ΜΑΝΙΑΔΑΚΗΣ ΝΙΚΟΣ 1962

Μουντάκης Κώστας (Μουντόκωστας)- Μανιαδάκης (Μανιάς) Νίκος ODEON DSOG 2789 Βαρύτερο αναστεναγμό (Συρτός) - Στην γειτονιά μας είδανε (Κονδυλιές- Σιγανός Κρητικός χορός) 1962- 45rpm- 7''
«Ήταν μεσημέρι, τελευταίας μέρας του Γενάρη 1991, όταν άκουσα στο τηλέφωνο τον αείμνηστο Παναγιώτη Κλάδο, τότε νομάρχη Ρεθύμνου να μου αναφέρει με σπασμένη φωνή:
– Χάσαμε το Μουντόκωστα. Πρέπει να κάνουμε όλοι μαζί κάτι να τον θάψουμε στην Φορτέτζα. Εκεί πρέπει να είναι η θέση του.
Ήταν απόλυτα δικαιολογημένη η συγκίνηση του Παναγιώτη Κλάδου. Λάτρευε τον Κώστα Μουντάκη. Μάλιστα ήταν μια αχώριστη παρέα και με το ζεύγος Γιώργου και Ηρώς Σγουράκη.
Αν και περιμέναμε το μοιραίο, γιατί όλοι γνωρίζαμε την περιπέτεια της υγείας του, ήταν σαν κεραυνός εν αιθρία το άκουσμα του θανάτου του. Αν και υπέφερε όμως στεκόταν ακλόνητος στο μετερίζι της προσφοράς.
Στην εκδήλωση που είχαμε κάνει μαζί σαν Πολιτιστική Αναγέννηση τον Οκτώβρη του 1990 στο Ωδείο, ένα αξέχαστο αφιέρωμα στη μνήμη των Αγίων Τεσσάρων Μαρτύρων, θυμάμαι πόσο ήταν καταβεβλημένος αλλά πάντα πρόθυμος να βοηθήσει. Εκεί όμως που γινόταν ο παλιός ακμαιότατος. Μουντάκης ήταν, όπως το συνήθιζε, στο κάλεσμα του κοινού να σηκωθεί για να παίξει αμέσως μετά με τη λύρα του τον ύμνο της Κρήτης.
Όσο έπαιζε νόμιζες ότι ψήλωνε κι ανέβαινε. Τόσο δύναμη του έδινε ο ύμνος αυτός.
Ίσως η συμμετοχή που προανέφερα να ήταν και η τελευταία του δημόσια εμφάνιση. Είχε αφήσει όμως εποχή και σ’ αυτή γιατί όπως πάντα με μεγάλη υπευθυνότητα ανταποκρινόταν στους πολιτιστικούς φορείς που ζητούσαν τη συνεργασία του. Αυτή η συνέπεια κοντά στ’ άλλα τον είχε καταξιώσει παντού.
Αλήθεια και σε ποιον δεν ήταν αγαπητός ο αξέχαστος καλλιτέχνης;
Ακόμα και οι εκτός Κρήτης είχαν να λένε γι’ αυτόν. Μήπως χάρις στο πείσμα του δεν καθιερώθηκε η λύρα στα κοσμικά σαλόνια και της πρωτεύουσας;
Πόσα δεν είχε να μου διηγηθεί η επίσης αξέχαστη Ειρήνη Μπριλλάκη Καβακοπούλου που είχε συνεργαστεί με τον μεγάλο καλλιτέχνη. Μα κι εγώ πως τον γνώρισα;
Θα ήμουν μικρό παιδί, εκεί στην προσφυγική γειτονιά του Κερατσινίου, μη έχοντας καμιά σχέση με την Κρήτη, γεμάτη από μικρασιάτικα ακούσματα όταν με γοήτευσε μια φωνή στο ραδιόφωνο.
Κώστας Μουντάκης είπε η εκφωνήτρια σχολιάζοντας το τραγούδι. Έτσι τον έμαθα και τον αναζητούσα. Αυτός πρώτος κι αργότερα ο Καζαντζάκης με έμαθαν να αγαπώ την Κρήτη.
Αρκετά χρόνια μετά, σε μια από τις ραδιοφωνικές μου εκπομπές, στις οποίες πολλές φορές μου έκανε την τιμή να συμμετάσχει, του μίλησα για την εμπειρία μου αυτή. Κι εκείνος χαμογέλασε με σεμνότητα όπως το συνήθιζε.
Ήταν άρχοντας πραγματικά. Ποτέ δεν τον θυμάμαι απεριποίητο, πρόχειρα ντυμένο. Σκορπούσε την αρχοντιά του και από τις ευλογημένες εμπειρίες μου να ζήσω από κοντά την υπέροχη οικογένειά του και την ανατροφή του Μάνου του που τίμησε την οικογένεια, τον πατέρα του και την κρητική παράδοση.
Ο Κώστας Μουντάκης όμως, για να μην ξεχνάμε την ιστορία μας, είχε μια σπουδαία συνεργασία στο Πανεπιστήμιο Κρήτης με τον επίσης αξέχαστο Γιώργο Αμαργιανάκη με σκοπό να δημιουργήσουν ένα αρχείο Κρητικής μουσικής παράδοσης,
Θυμάμαι με πόσο σεβασμό μιλούσε και ο Αμαργιανάκης για τον Κώστα Μουντάκη και πόσο προσπαθούσε να επωφεληθεί από τη διάθεση του καλλιτέχνη να τον βοηθήσει στην επιστημονική του έρευνα γύρω από την κρητική μουσική.
Πολύτιμη πράγματι η συνεργασία του Μουντάκη με το Ινστιτούτο Μεσογειακών Σπουδών. Υπήρξε από τους πολυτιμότερους συνεργάτες στα ερευνητικά προγράμματα εθνομουσικολογίας του Ινστιτούτου.
Με τη συνεργασία του γιου του, του Μάνου Μουντάκη (που ο ίδιος τον παρότρυνε να ακολουθήσει σοβαρές μουσικές σπουδές) συνέχισε ως το τέλος της ζωής του να προβληματίζεται πάνω στη μέθοδο διδασκαλίας της λύρας κι από τα χέρια του εκατοντάδες νέοι μυήθηκαν στα μουσικά της κρητικής μουσικής, ενώ ακόμη περισσότεροι απολαμβάνουν τις αισθήσεις και τα μηνύματά της μέσα από τις ηχογραφήσεις που μας άφησε πολύτιμη κληρονομιά.
Ο θάνατος του Κώστα Μουντάκη, στις 31 Γενάρη του 1991, δεν σηματοδοτεί παρά μόνο τη φυσική απουσία του μεγάλου δεξιοτέχνη και δάσκαλου, που εξακολουθεί να εμπνέει και να διδάσκει μέσα από τις ηχογραφήσεις και την υποδομή που δημιούργησε. Έργα ζωής όπως το δικό του δεν μπορεί να το σταματήσει ο θάνατος!
Ο Κώστας Μουντάκης τιμήθηκε όπως του άξιζε. Αμέσως μετά το θάνατό του συστήθηκε επιτροπή με τον πρώην πρόεδρο της ΕΣΗΕΑ Μανόλη Μαθιουδάκη για την τοποθέτηση αγάλματος σε περίοπτη θέση του Ρεθύμνου. Όπως κι έγινε με μεθοδικότητα και απόλυτη συνέπεια της επιτροπής που διαλύθηκε μόλις εκπλήρωσε την αποστολή της.
Τα χρόνια περνούν αλλά ο Κώστας Μουντάκης παραμένει αθάνατος μέσα από τα έργα του. Και θα μένει όσο υπάρχει κρητική παράδοση.»
Ένα από τα καλύτερα δισκάκια της συλλογής μου το σημερινό. Παίζει και τραγουδάει τόσο καλά ο Μουντόκωστας που πραγματικά ξεχνάς το άλλο μεγαθήριο τον Μανιά στο λαούτο. Το "Βαρύτερο αναστεναγμό¨ από τα αδικημένα τραγούδια του Μουντή καθώς δεν μπήκε σε LP (αργότερα σε συλλογή σε cd), νομίζω ότι ρίχνει σε ¨παράπονο¨ σε πολλούς αμανέδες. Στο ¨Στη γειτονιά μας είδανε¨ συμμετέχει στο τραγούδι και ο Μανιάς. Δεν υπάρχει περίπτωση να ακούσω τραγούδι του Μουντόκωστα και να μην το κάνω εικόνα ή να το προσπεράσω γιατί κάνω κάτι άλλο.      
Πληροφορίες, φωτογραφίες και το ηχητικό αρχείο …(εδώ).
 



Σάββατο 18 Ιανουαρίου 2025

465. HIS MASTER'S VOICE 7PG 2666 ΒΕΡΡΑ ΤΑΣΙΑ- ΣΑΛΕΑΣ ΒΑΣΙΛΗΣ 1960

Βέρρα Τασία- Σαλέας Βασίλης- Καλλιντήρης Ηλίας- Αναστασίου Αθανάσιος- Ζέρβας Αναστάσιος HIS MASTER'S VOICE 7PG 2666 Μανούλα μου δεν σε ξεχνώ (Συρτό) - Εγώ στον ήλιο ορκίστηκα (Τραπεζίου) 1960- 45rpm- 7''
«Γεννήθηκα στις Φαρές Αχαΐας στις 15 Μαρτίου 1941, στα χρόνια του πολέμου και της Κατοχής. Ο πατέρας μου, που ήταν μουσικός, πήγαινε και έπαιζε στα γύρω χωριά, πότε σε γάμο, πότε σε βάφτιση ή σε κάποιο πανηγυράκι, κι έτσι τα φέρναμε βόλτα. Πήγα στο δημοτικό σχολείο του χωριού μου, αλλά δεν είχα και πολλή διάθεση για γράμματα, μια και το τραγούδι μού είχε ήδη ξεσηκώσει το μυαλό.
Ξεκίνησε την πορεία της στην ηλικία των δέκα ετών, σε ένα πανηγύρι στη Γουριά Αιτωλοακαρνανίας, και βρέθηκε μπροστά στο μικρόφωνο λέγοντας ένα κλέφτικο τραγούδι. Από τότε αντιλήφθηκε ότι είναι προικισμένη φωνητικά. Όπως λέει η ίδια: «Πολλές φορές, δεν μπορούμε να το καταλάβουμε και να το εκτιμήσουμε, γιατί μπαίνει μπροστά ο εγωισμός».
Από τότε ο κόσμος της ήταν τα πανηγύρια, οι γάμοι, οι βαφτίσεις και τα κέντρα διασκέδασης. Παραγγελίες, «χαρτούρα», ορχήστρες, ξενύχτια, ποτά, χοροί μέχρι το ξημέρωμα. Κάποιες φορές ήρθε αντιμέτωπη ακόμα και με άγριες καταστάσεις.
"Στο σπίτι άκουγα τον πατέρα μου που έπαιζε κλαρίνο και τραγουδούσε όταν ετοιμαζόταν για κάποιο πανηγύρι ή γάμο κι αυτό είχε αποτυπωθεί από νωρίς μέσα μου. Στο σχολείο τραγουδούσα στις πρόβες και στις εκδηλώσεις. Πρώτη σήκωνα πάντα το χέρι μου στην ώρα της μουσικής, αλλά δεν μου άρεσε να είμαι στη χορωδία, ήθελα να με βάζει ο δάσκαλος να τραγουδάω μόνη μου» αφηγείται η Τασία Βέρρα.
Η Τασία Βέρρα έχει περιπλανηθεί στις περισσότερες περιοχές του τόπου μας κι έχει τραγουδήσει σε πλατείες, γήπεδα, καφενεία, μαγαζιά και υπαίθριους χώρους. Μυήθηκε από νωρίς στην αρχέγονη ατμόσφαιρα των δημοτικών γλεντιών, στον παλμό τους.
Η φωνή της συνδέθηκε με τη χαρά και τη λύπη των ανθρώπων, με τη μέθεξη τους με τον πλούτο των συναισθημάτων, την τελετουργία της δημοτικής παράδοσης και τον λαϊκό πολιτισμό.
Τα πανηγύρια εμφορούνται ακόμη από το διονυσιακό πνεύμα και εξακολουθούν να θεωρούνται, και από τη νεότερη γενιά, τόπος συνάθροισης ανθρώπων, κεφιού, ξεφαντώματος και μέσο ευθυμίας.
Στην πολύχρονη πορεία της η Τασία Βέρρα εξέφρασε τα συλλογικά βιώματα και υπό τη συνοδεία των ήχων του κλαρίνου διέδωσε από γενιά σε γενιά τα παραδοσιακά δημοτικά τραγούδια. Στο ρεπερτόριό της περιλαμβάνονται τραγούδια για τη φτώχεια και την ξενιτιά, τον πόνο, την οικογένεια και τη ζωή.
Κλέφτικα, της τάβλας, τσάμικα, καλαματιανά, πάμπολλες ηχογραφήσεις και ιστορικοί δίσκοι αλλά και αξέχαστες θρυλικές ερμηνείες: «Μαραίνομαι ο καημένος», «Χρυσούλα», «Σελήμπεης», «Σήκω, Διαμάντω», «Διαμάντι Δαχτυλίδι», «Ο ήλιος βασιλεύει».
Παράλληλα, άφησε το στίγμα της και στα κέντρα της Αθήνας. «Στην Αθήνα δούλεψα σε πολλά κέντρα με πολύ μεγάλα ονόματα και ο κόσμος που ερχόταν ήταν κατά κύριο λόγο από την επαρχία και είχε εγκατασταθεί στην πρωτεύουσα. Ήταν εκτός πραγματικότητας να έρθει κάποιος από το Κολωνάκι να ζητήσει τον "Σελήμπεη".
Στα κέντρα γίνονταν παραγγελίες και έπρεπε να τραγουδήσεις ό,τι σου ζητούσαν, αλλά, όπως επισημαίνει η κ. Βέρρα, αρκετές φορές επικρατούσε και μια άλλη πλευρά, εκείνη του εγωισμού, που τα χαλούσε όλα.
«Όπως και να το κάνουμε, εκτός από τους δύστροπους, υπήρχαν και άνθρωποι ωραίοι, έξω καρδιά. Στο πατάρι, τότε, με τις παραγγελιές μπορούσες να παρεξηγηθείς. Γιατί έπρεπε να τηρήσεις τη σειρά, σύμφωνα με τα χαρτάκια που σου έδιναν οι παρέες. Δεν συμβαίνει το ίδιο με τον σύγχρονο τρόπο διασκέδασης, που χορεύουν όλοι μαζί. Ό,τι και να τραγουδήσεις, όλοι, χωρίς διακρίσεις, χορεύουν πάνω στην πίστα» τονίζει.
Μου άρεσε να τραγουδάω πρώτα για τον εαυτό μου, να το νιώθω, χωρίς να προκαλώ και να σκέφτομαι. Τόσα χρόνια στο τραγούδι, ζωή ολόκληρη, έζησα πολλές όμορφες στιγμές.
Γνώρισα όμως και στενοχώριες βγαίνοντας στην κοινωνία και στη δουλειά, όταν έρχεται κάποτε να σε ταπεινώσει ο άλλος με τα λεφτά του και την αμορφωσιά του. Αν ξεκινούσα από την αρχή τη ζωή μου, πάλι θα τραγουδούσα, γιατί το τραγούδι με εκφράζει» καταλήγει η Τασία Βέρρα.»
Εξαιρετική η Τασία Βέρρα με την χαρακτηριστική φωνή ειδικά στο ¨Εγώ στον ήλιο ορκίστηκα¨. Με την βοήθεια του Βασίλη Σαλέα στο κλαρίνο, τον Καλλιντήρη Ηλία στο βιολί, τον Ζέρβα στην κιθάρα και τον Αναστασίου στο λαούτο. Στην πλάκα γραμμοφώνου (ΑΟ 5622) αναγράφετε μόνο ο Σαλέας ενώ στο σημερινό δισκάκι μόνο η Τασία Βέρρα. Τα μέλη της ορχήστρας από το Greekdiscography του Βασίλη Χατζηαντωνίου. Επίσης στην τρίτη και τέταρτη φωτογραφία ενδέχεται να εικονίζεται η αδερφή της Τασίας, Ευγενία Βέρρα. 
Πληροφορίες, φωτογραφίες και το ηχητικό αρχείο …(εδώ).
 

 

Τετάρτη 15 Ιανουαρίου 2025

464. MINOS 5191 ΒΑΡΣΑΜΑΣ ΘΑΝΑΣΗΣ- ΜΠΑΛΑΤΣΟΣ ΓΙΩΡΓΟΣ 1970

Βαρσαμάς Θανάσης- Μπαλατσός Γιώργος MINOS 5191 Μια μάνα Ηπειρώτισσα - Καραγκούνικο τσαρούχι 1970- 45rpm- 7''
Ο Θανάσης Βαρσαμάς, στο σημερινό δισκάκι, γνωστός τραγουδιστής της δημοτικής μουσικής από τη Σπερχειάδα Φθιώτιδος. Μπήκε στο επάγγελμα από μικρός και ηχογράφησε τον πρώτο του δίσκο το 1968. Εργάστηκε σε όλα τα καλά δημοτικά κέντρα, όπως και σε αρκετά λαϊκά.
Οι κυριότεροι δίσκοι του: "Συλλογή από δημοτικά τραγούδια"(1968), "Θανάσης Βαρσαμάς"(1972), "Θανάσης Βαρσαμάς-Βάσω Χαρακίδα"(1974), "Διψασμένος γι' αγάπη"(1976), "Χθες σε είδα στ' όνειρό μου"(1983), "Δεν με άκουσες καρδιά μου"(1988), "Τα μεγάλα πανηγύρια"(1994).
Έχει επίσης δισκογραφήσει πάνω από 20 σαρανταπεντάρια. Έχει συνεργαστεί με τους : Γιώργο Κόρο, Γιώργο Μπαλατσό, Βάσω Χαρακίδα, Βασίλη Σούκα, Ελένη Βιτάλη, Βασίλη Μπατζή, Μάκη Μπέκο, Δημήτρη Μπροδημά, Ηλία Σούκα, Θανάση Χαλιγιάννη, Παναγιώτη Πέππα, Νίκο Σαλέα και πολλούς άλλους.
Για τον Γιώργος Μπαλατσό, που παίζει κλαρίνο στο σημερινό δισκάκι, δεν υπάρχουν βιογραφικά στοιχεία. Ο Μπαλατσός  έπαιζε συνεχώς πεντατονικό καμπίσιο (αρκετοί τον ονομάζουν στρατηγό του καμπίσιου). Δισκογραφικά έχει αρκετές συμμετοχές και συνεργασίες, με βασικότερη αυτή με τον Ανδρέα Τσαούση. 
Κομμένο στην Αυστραλία (solid center- χωρίς την μεγάλη τρύπα στο κέντρο) το σημερινό δισκάκι.
Να ευχαριστήσω τον Βασίλη Χατζηαντωνίου και τον Γιάννη Πανουτσακόπουλο για την βοήθεια τους.
Φωτογραφίες και το ηχητικό αρχείο …(εδώ).