«Ραδάμανθης, έτσι με βαφτίσανε. Ο Ραδάμανθης ήτονε αδερφός του Μίνωα. Εμένα όμως με λέγαν Ραδάμανθη γιατί λέγαν τον παππού μου έτσι. Κι ο παππούς μου είχε οχτώ παιδιά και δεν έβγαλε κανείς το όνομά του παρά μόνο ο πατέρας μου, γιατί όταν χρειαζόταν να κάνει καμιά συναλλαγή με κάτι κρατικό ας το πούμε, τους φαινότανε δύσκολο το όνομα, άλλος ήλεγε ναι κι άλλος έβανε το Ραδάμανθης, διάφορα τέτοια γραμματικά. Άνοιξα το ραφείο κι έβαλα «Ραδάμανθης» και στεκότανε ορισμένοι ανθρώποι των γραμμάτων και κάνανε κριτική στην ταμπέλα. «Λάθος είναι γραμμένο». Άλλος ήλεγε έτσι, μου βάλανε, άλλαζα το όνομα δεν ξέρω πόσες φορές. Και ο πατέρας μου λέει: «Εγώ τόνε θέλω Ροδάμανθο κι ας είναι μοναχός του» απ’ τα αδέρφια τώρα του πατέρα μου.
Εγώ προ λίγου το ‘πα, αλλά μου φαίνεται δεν το ‘χετε γραμμένο. Είπα ότι όλοι οι λυράρηδες τότε παρακολουθούσαν τον Σκορδαλό. Εγώ λοιπόν, ήταν το πρότυπό του ο Κλάδος που βλέποντάς τον, έβλεπα πως έπαιζε καλύτερα τον Σκορδαλό από μένα. Τον Σκορδαλό, από μένα. Λοιπόν, κοίταζα, λοιπόν, να τον ρουφήξω που λέμε και με τα μάτια και με τ’ αυτιά να το παίζω κι εγώ έτσι. Κάποια στιγμή, λοιπόν, ενώ παίζαμε με τον Μαρκογιάννη σε πολλά γλέντια, μου λέει ο Μαρκογιάννης: «ο Σκορδαλός έχει κατέβει με άδεια. Αυτός ήταν στην Αθήνα, στην Τράπεζα Ελλάδος» και του λέω «μπορείς να του πεις να ‘ρθει να παίξει στ’ Αμάρι;» Στο Αμάρι τώρα, του Αγίου Τίτου, 25 Αυγούστου ήταν ένα πανηγύρι, μπορώ να πω καλύτερο σ’όλη την Κρήτη. Κι από οικονομικής πλευράς, ξακουστό πανηγύρι εν πάση περιπτώσει. Εγώ τότε είχα ανάγκη το πενηνταράκι.
Πολλές φορές επήγαινα νηστικός στο μαγαζί επειδή δεν είχα λεφτά να πάω να φάω λίγα μακαρόνια. Καταλάβατε λοιπόν τι ανάγκη είχα από λεφτά. Κι όμως προκειμένου να δω τον Σκορδαλό, λέω «δεν θέλω λεφτά. «Μπορείς να πάρεις τον Σκορδαλό να ‘ρθει να παίξει στο πανηγύρι να παίξω κι εγώ μαζί σας κι ό,τι θέλετε, λέω, δώστε;» Εγώ τον Σκορδαλό τότε τον έπαιζα πάνω από 80%, τον έπαιζα. Αφού πριν από πολύ καιρό, την εποχή που έπαιξα στον γάμο στο Μοναστηράκι που ήμουν σε ηλικία έντεκα χρονών, εγινόταν ένα πανηγύρι στο Άνω μέρος και ένας από το Άνω μέρος είναι μαθητής του.... Λέω θα πάω να βρω τον νονό μου. Κοπέλι εγώ, μικρός. Και πάω λοιπόν στο Άνω μέρος, κι έπαιζα με τα κοπέλια, κάποια στιγμή βγαίνω, πάω και παίζω στο γλέντι και μου λέει ένας μακαρίτης Μπούσκαςαπ’ το Αμάρι «να δώσουμε στον κοπέλι να παίξει μια ολιά». Και καθίζω λοιπόν εγώ στη λύρα και κάνω: (Τραγουδάει με τα ρι ραν). Με τη λύρα του Σκορδαλού. Αυτή, εκείνη την εποχή δεν ήταν εύκολο να το παίξουν οι λυράρηδες. Λυράρηδες δηλαδή, επαγγελματίες κι όταν μ’ακούσανε κι έπαιξα του Σκορδαλού τόσο καλά, από το κέφι που κάναν, επιάσαν την καρέκλα και με σηκώσανε όρθιο και με γυρίζανε γύρω γύρω στον οντά. Εγώ για να μην πέσω κιόλας, που ήταν και πιωμένοι, έπιασα τη λύρα έτσι και την καρέκλα και στερεώθηκα. Εκείνη την εποχή. Ήρθενε λοιπόν ο Σκορδαλός στ’ Αμάρι, έγινε μια υποδοχή, σαν να ήταν ο πρωθυπουργός. Εγώ, λοιπόν, λέω «τι θα παίξω τώρα να μ’ ακούσει ο Σκορδαλός»; Κι όταν έπαιξα μου λέει: «Μπράβο παιδί μου, μπράβο παιδί μου»».
Το παραπάνω κείμενο αποτελεί μέρος (μέρη) της συνέντευξης (θα την βρείτε ολόκληρη στις πληροφορίες) του Ροδάμανθου Ανδρουλάκη στους ερευνητές Θεοδοσοπούλου Ειρήνη και Σπυρόπουλου Σπυρίδων για το Τ.Ε.Ι. Κρήτης (Παράρτημα Ρεθύμνου).
Βιογραφικά στοιχεία για τον Ροδάμανθο Ανδρουλάκη στην ανάρτηση 61, για τον Νίκο Μανιά στις αναρτήσεις 4,9,10,19,71,133,164,215 και τέλος για τον Μανώλη Κακλή στις αναρτήσεις 5 και 61.
Όμορφες μελωδίες με την λύρα του Ροδάμανθου, τη φωνή και τα λαούτα
του Μανιά και του Κακλή.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου