Σάββατο 13 Μαΐου 2023

291. PARLOPHONE GDSP 3167 ΜΟΥΝΤΑΚΗΣ ΚΩΣΤΑΣ- ΞΥΛΟΥΡΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ- ΡΟΥΚΟΥΝΑΚΗ ΚΑΙΤΗ 1966

Μουντάκης Κώστας (Μουντόκωστας)- Ξυλούρης Ιωάννης (Ψαρογιάννης)- Ρουκουνάκη Καίτη PARLOPHONE GDSP 3167 Πότε θα κάνει ξαστεριά - Άσπρη παπίτσα του γιαλού 1966- 45rpm- 7''

«Ο Κώστας Μουντάκης γεννήθηκε στις 10 Φεβρουαρίου του 1926 στην Αλφά, χωριό του Δήμου Μυλοποτάμου. Ήταν το μικρότερο από τα επτά παιδιά του Νίκου και της Καλλιόπης Μουντάκη. Η καταγωγή της οικογενείας του είναι από τον Καλλικράτη Σφακίων και ο προπάππος του, ο Μανούσος, πρωτοπαλίκαρο του Χατζημιχάλη Νταλιάνη, σκοτώθηκε πολεμώντας τους Τούρκους στο Φραγκοκάστελλο στην Επανάσταση του 1827. Ο πατέρας του, που ήταν ικανός χορευτής αλλά και συνάμα καλός τραγουδιστής (είχε το παρατσούκλι «Κελαϊδής»), πέθανε τρεις μόλις μήνες μετά την γέννηση του Κώστα. Τον βάφτισαν στην ιστορική Μονή του Αρκαδίου.

Τελείωσε το δημοτικό το 1938 και πέτυχε στο ημιγυμνάσιο Πανόρμου, όμως δεν μπόρεσε να συνεχίσει τις σπουδές του εξαιτίας της δύσκολης οικονομικής κατάστασης που βρισκόταν η οικογένεια του. Εξάλλου ήδη είχε αρχίσει να τον τραβάει η λύρα, που είναι το κυρίαρχο μουσικό όργανο όχι μόνο στο χωριό του, αλλά και μέσα στο ίδιο του το σπίτι. Λύρα έπαιζαν ο μεγάλος του αδερφός, ο Νικήστρατος και ο νονός του ο Στουμπούρης, ενώ ο δάσκαλος του υπήρξε ο Μήτσος ο Καφφάτος, ο καλύτερος δεξιοτέχνης του χωριού. Μία αυτοσχέδια λύρα από τάβλι, χορδές από ίνες «Αθάνατου» και δοξάρι με τρίχες από ουρά γαϊδάρου ήταν το πρώτο του όργανο όπου …«βοσκάκι ακόμα, κίνησε τα δαχτύλια του πάνω στις κοντυλιές της κρητικής μουσικής».

Παίζοντας για ώρες μόνος του, άρχισε να μαθαίνει τους σκοπούς και τα ξόμπλια τους, τα «μυστικά» της τεχνικής της λύρας και τελειοποίησε την τεχνική του έτσι ώστε, στην κατοχή (15χρονος πια) έπαιζε το στο καφενείο του χωριού για να ξεκουράσει το δάσκαλό του, το Καφάτο. Όταν λίγο αργότερα, μπόρεσε να «κρατήσει» μόνος του έναν ολόκληρο γάμο χρίστηκε πλέον επίσημα λυράρης! Απέκτησε μάλιστα και την πρώτη του «καλή» λύρα, το 1943, δίνοντας ένα ολόκληρο αρνί και 5 οκάδες τυρί. Ήταν βέβαια εποχή πείνας αλλά «…έτσι είναι, η τέχνη θέλει θυσίες».

Την περίοδο αυτή το Ρέθυμνο είναι ο χώρος όπου η κρητική μουσική γνωρίζει μιαν εξαιρετική ακμή με μεγάλους δεξιοτέχνες όπως ο Αντρέας Ροδινός, ο Γιάννης Μπερνιδάκης (Μπαξεβάνης), ο Αντώνης Παπαδάκης (Καρεκλάς), ο Στέλιος Φουσταλιέρης, που σηματοδοτούν το πέρασμα της σ’ ένα ύφος πιο επεξεργασμένο μέσα σ’ ένα περιβάλλον με ολοένα αυξανόμενες αστικές επιδράσεις.

Στα εργαστήρια των οργανοποιών η κρητική λύρα αποκτά τη σημερινή της μορφή, η τεχνική παιξίματος γίνεται όλο και πιο δεξιοτεχνική, το ρεπερτόριο εμπλουτίζεται και επεκτείνεται πέρα από τα τοπικά όρια, αποκτώντας πλέον παγκρήτια διάδοση. Σ’ αυτήν την εξελικτική διαδικασία ο Κώστας Μουντάκης θα συμβάλλει αποφασιστικά, ενδυναμώνοντας με την τέχνη του την παρουσία δεξιοτεχνών μουσικών που λειτουργούν ταυτόχρονα ως φορείς της λαϊκής παράδοσης αλλά και ως συνθέτες, με αναγνωρίσιμο προσωπικό ύφος και έργο. Το Φεβρουάριο του 1948 αφήνει για πρώτη φορά το χωριό του για ν’ ακολουθήσει μια πεντάχρονη στρατιωτική θητεία.

Κατατάσσεται στη Χωροφυλακή και τον φέρνουν στα Χανιά, όπου γνωρίζεται με τον Γιώργο και τον Στέλιο Κουτσουρέλη, με τους οποίους και συνεργάζεται παίζοντας για πρώτη φορά στον τοπικό ραδιοφωνικό σταθμό που διηύθυνε τότε ο Δασκαλάκης. Ένα χρόνο αργότερα (1949) μετατίθεται στην Αθήνα όπου βρίσκονται και άλλοι σπουδαίοι κρητικοί μουσικοί, όπως ο Θανάσης Σκορδαλός, ο Γιώργος Μουζουράκης κ.α.

Με τον Βυζιργιάννη για συνοδεία στο λαούτο, απευθύνεται στην ραδιοφωνία, που είχε τότε μεγάλη δύναμη στην προβολή της παραδοσιακής μουσικής, κάτω από την άγρυπνη επίβλεψη του Σίμωνα Καρά.

Παράλληλα κάνει στέκι του την τοπική ταβέρνα του Μπασιά (πίσω από την Αγία Ειρήνη, στην Αιόλου), όπου έπαιζαν μαζί του και οι δύο σπουδαίοι λαϊκοί βιολάτορες, Ο «Ναύτης» (Κωστής Παπαδάκης) και ο Αντρέας Μαριάνος.

Είναι η εποχή μετά τον πόλεμο που το βιολί εξακολουθεί να έχει μεγαλύτερη διάδοση σε σχέση με τη λύρα (σ.σ. είναι σαν να λέμε ότι το βιολί άρχισε να είναι περισσότερο «της μόδας») και χρειάστηκε σκληρός αγώνας των λυράρηδων, με βοηθό σε αυτήν την προσπάθεια τον Σίμωνα Καρά, για να ξανακερδίσει η λύρα τον τίτλο του εθνικού συμβόλου της κρητικής μουσικής. Αναμφίβολα σ’ αυτήν την προσπάθεια ο Κώστας Μουντάκης έπαιξε αποφασιστικό ρόλο.......»

Με ¨γκάζι¨ μπαίνει το σημερινό δισκάκι και πιάνει τις 45 στροφές το λεπτό (rpm) σε μερικά δεύτερα. Οι παρατηρητικοί θα καταλάβουν το γιατί από τις φωτογραφίες του δίσκου. Έτσι μπαίνει το ¨Ποτέ θα κάνει ξαστεριά¨ του Μουντάκη σε μια εξαίρετη διασκευή. Από την άλλη η ¨Άσπρη παπίτσα¨ δεν επηρεάζεται. Φοβερό συρτό με την Καίτη Ρουκουνάκη στο πρώτο μέρος και τον Μουντάκη στο δεύτερο στα φωνητικά. Από τα δύσκολα 45άρια το σημερινό και ο λόγος είναι η ¨ξαστεριά¨. Τα δυο αυτά τραγούδια δεν μπήκαν ποτέ στην ίδια συλλογή. Την παπίτσα την συναντάμε σε βινύλιο και την ξαστεριά σε cd. Δυστυχώς βιογραφικά στοιχεία για την Καίτη Ρουκουνάκη δεν κατάφερα να βρω.

Φωτογραφίες και το ηχητικό αρχείο …(εδώ).