Τετάρτη 8 Ιουνίου 2022

196. OLYMPIC OE 80063 ΒΛΑΧΑΓΓΕΛΗΣ ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ ΚΑΛΑΤΖΗΣ- ΜΑΛΛΙΑΡΑΣ ΒΑΪΟΣ 1965

Βλαχαγγέλης Δημοσθένης (Καλατζής- Το αηδόνι του Ασπροποτάμου) OLYMPIC OE 80063 Λάλα τ' αηδόνι (Τσάμικο) - Όμορφη πουναι η Λειβαδιά (Επιτραπέζιον) 1965- 45rpm- 7''
 
Ο Δημοσθένης Βλαχαγγέλης γεννήθηκε στις 5 Οκτωβρίου του 1916 στο Γαρδίκι Τρικάλων Θεσσαλίας. Από μικρός έμαθε την τέχνη του πατέρα του Κώστα Βλαχαγγέλη (Καλατζής) που ήταν άφταστος τραγουδιστής και λαουτιέρης σύμφωνα με πολλές μαρτυρίες οργανοπαιχτών και τραγουδιστών της εποχής του, αλλά και συνθέτης πολλών δημοτικών τραγουδιών. Είχε πολλές προτάσεις για να βγάλει δίσκους όμως δε δέχτηκε ποτέ: «Εγώ γραμμόφωνο δε γίνομαι, όποιος θέλει να με ακούσει να έρθει στο μαγαζί.» έλεγε.
Ο Δημοσθένης Βλαχαγγέλης συνεργάστηκε με τους μεγαλύτερους λαϊκούς καλλιτέχνες του δημοτικού τραγουδιού, όπως τον Μαλλιάρα, τον Καρακώστα, τον Σαλέα, τον Βασιλάρη και τον Σούκα. Αλλά και με τους σπουδαίους συμπατριώτες του Μπανιάκα , Βούκια , Τόγελο και Σγούρο . Σύμφωνα με μαρτυρίες υπηρέτησε στρατιώτης μαζί με τον Βασίλη Τσιτσάνη στη Λάρισα .
Εμφανιζότανε σε γλέντια, πανηγύρια, γάμους και πολιτιστικές εκδηλώσεις. Η κρατική τηλεόραση και το ραδιόφωνο έχουν κάνει πολλές εκπομπές και αφιερώματα για το Δημοσθένη Βλαχαγγέλη.
Ήταν πάνω απ’ όλα οικογενειάρχης. Παντρεύτηκε τη γυναίκα του Ευαγγελία, (Βάγγιω όπως την έλεγε) και απέκτησε μαζί της 5 παιδιά. Την Μαρία, τον Κώστα, τον Νίκο, τον Θεόδωρο, και τον Γρηγόρη. Παραπάνω και από παιδιά του θεωρούσε και το γαμπρό του Νεοκλή, αλλά και τις νύφες του Βάσω και Σούλα. Απέκτησε τρία εγγόνια, τον Νίκο, τον Γιώργο και την Ευαγγελία(Λίλη).
Οι λέξεις «τραγουδιστής», «οργανοπαίκτης» είναι πολύ μικρές για να αποδώσουν το μεγαλείο της ερμηνευτικής ικανότητάς του Δημοσθένη Βλαχαγγέλη. Ο «Δήμος» ήταν ο μικρόσωμος άνθρωπος με τη μεγάλη καρδιά, «μικρός το δέμας, μεγάλος στην ψυχή». Ήταν πραγματικός καλλιτέχνης. Ένας λαουτιέρης ξεχωριστός από τους άλλους. Ένας λαμπρός τραγουδιστής που πάντα σε γοήτευε και σε μεράκλωνε. Δεν υπάρχει άνθρωπος, που δε θα νοιώσει την καρδιά του να σκιρτάει από τη λεβεντιά του τσάμικου, όπως το τραγουδάει ο Δημοσθένης Βλαχαγγέλης. Η φωνή του γλυκιά, καθάρια, κρυστάλλινη, μοιάζει σαν μακρινός μουσικός απόηχος που ανεβοκατεβαίνει ανάλογα με τον τόνο του τραγουδιού (τσάμικο, συρτό, καλαματιανό, καγκέλι, επιτραπέζιο). Τα χέρια του αέρινα, απαλά άγγιζαν τις χορδές του λαούτου κι άκουγες γλυκόηχες μελωδίες, που σε μεταφέρουν σε άλλους κόσμους μακρινούς.
Ο «Δήμος» ήταν ένας απλός κι απέριττος άνθρωπος, ευγενικός και καλόκαρδος, πονόψυχος και γλυκομίλητος στον καθένα και προπαντός δεν άφησε τον εαυτό του να κυριευθεί από τον στυγνό επαγγελματισμό και την παραδοπιστία. Με αυτή την έννοια μπορεί να τοποθετηθεί ανάμεσα στους ανήσυχους «τεχνίτες μιας αφανισμένης εποχής», που λείπει στις μέρες μας. Τραγουδούσε με το ίδιο μεράκι και την ίδια λαχτάρα και για τις φτωχές και για τις πλούσιες παρέες. Πίστευε ακράδαντα ότι ο καλλιτέχνης γεννιέται για τον λαό και ανήκει σε αυτόν. Δε ξέχασε ποτέ τους ξενιτεμένους Ασπροποταμίτες.
Έκανε ταξίδια στην Αμερική, όπου βρίσκονταν πολλοί για να μαλακώσει με το τραγούδι του και το μεράκι του το μαράζι και τον πόνο της ξενιτιάς φέρνοντας τους δάκρυα χαράς.
Ο Δημοσθένης Βλαχαγγέλης εκτός από το παίξιμο του λαούτου είχε και πολύ καλή φωνή ως τραγουδιστής, ήταν υψίφωνος, ικανότητα που ήταν σημαντικός παράγοντας επαγγελματικής επιτυχίας στο δημοτικό τραγούδι εκείνη την εποχή. Επίσης το παίξιμό του στο λαούτο είχε ιδιαίτερα χαρακτηριστικά ( τρέμουλο, ταχύτητα στη μελωδία, ποικίλματα και γλυκύτητα στο ύφος ) που θα ζήλευαν πολλοί βιρτουόζοι σολίστες εγχόρδων οργάνων της οικογένειας του λαούτου (ούτι, λαούτο, μπουζούκι).
Ήταν από τους τελευταίους πριμαδόρους λαουτιέρηδες που χωρίς να το γνωρίζει ο ίδιος, ακολουθούσε έναν τρόπο παιξίματος που πλέον έχει χαθεί. Σ αυτό το παίξιμο έβαζε το προσωπικό του στίγμα που αφομοιωνόταν δημιουργικά με τα παραδοσιακά τραγούδια. Απέδιδε τα τραγούδια με το δικό τους χρώμα και με το άρωμά τους, σαν τα αγριολούλουδα, που φυτρώνουν στις πλαγιές της Καρδίτσας. Δεν είναι τυχαίο, που όλοι τον φώναζαν «δάσκαλο» του δημοτικού τραγουδιού. Αυτός είναι κι ο λόγος, που δεν τραγούδησε ποτέ play-back. Η φωνή του ήταν το ίδιο χαρακτηριστική και μπορούμε να τον ξεχωρίσουμε ακούγοντας τους δίσκους που ηχογράφησε και περιλαμβάνουν και άλλους τραγουδιστές. Πρόλαβε και ηχογράφησε σε δίσκους 45 και 33 στροφών αλλά και σε κασέτες μαγνητοφώνου περισσότερα από 100 τραγούδια.
Απεβίωσε στις 7 Νοεμβρίου του 1999.
Για τον Βάϊο Μαλλιάρα έχουμε αναφερθεί στις αναρτήσεις 39, 124 και 156.
Πληροφορίες, φωτογραφίες και το ηχητικό αρχείο …(εδώ).